Βλέπετε 1–12 από 114 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Αύριο, μια άλλη χώρα

Σώτη Τριανταφύλλου

9.70

Στην αρχή, ο Κάρολος πηγαίνει στην τρίτη δημοτικού, η Λίλη στην πρώτη? ο μπαμπάς τους δουλεύει στη σωληνουργία? είναι ο καλύτερος μπαμπάς που μπορεί να έχει κανείς? δεν παραπονιέται ποτέ για τα βάσανά του. Βάσανα έχει· βλέπει όμως πάντα την ηλιόλουστη πλευρά του δρόμου. Η μαμά τους είναι όμορφη (παρά το στραβό εκείνο δόντι), αλλά πίνει πολύ· ουίσκι, καμιά φορά τζιν? ακόμα, κάνει βόλτες στα μαγαζιά, μιλάει (ψιθυριστά) στο τηλέφωνο και νοσταλγεί την Αφρική, όπου ζούσε κάποτε μαζί με τον παππού και τη γιαγιά, τα σκυλιά τους και τα άλογά τους. Ο μπαμπάς αγαπάει τρελά τη μαμά, η μαμά αγαπάει τρελά τον Ευτύχη –που μόλις αποφυλακίστηκε– και ο Ευτύχης προσπαθεί να φτιάξει τη ζωή του, όπως λένε. Πρόκειται για μια γλυκιά οικογένεια που διαλύεται και ανασυγκροτείται? ζει σ’ ένα διαμέρισμα στην Αθήνα στα μέσα της δεκαετίας του 1960? η Αθήνα γλεντάει? ξενυχτάει στα αναψυκτήρια και στις βεγγέρες? στο μεταξύ, χτίζονται καινούριες πολυκατοικίες, καινούριες συνοικίες· σε ολόκληρη την πόλη αντηχούν κομπρεσέρ και μπουλντόζες. Είναι ένα τοπίο μαγικό, που αναβοσβήνει: Οι μεγάλοι έχουν ένα σωρό μυστικά και οι μικροί ένα σωρό απορίες – καθώς και μυστικά, άλλωστε. Ο Κάρολος κοιτάζει τον κόσμο – τον κόσμο κοιτάζει και η Λίλη, διαφορετικά όμως? έπειτα, ο κόσμος κλυδωνίζεται? η χώρα μεταμορφώνεται σε μια άλλη χώρα? ο Κάρολος κι η Λίλη μεγαλώνουν λίγο· όχι πολύ. Στο μεταξύ, η γιαγιά Νίνα χαρίζει στη Λίλη ένα τρανζιστοράκι, ο Πίπης βάζει γυαλιά μυωπίας, η Φώφη ερωτεύεται ένα φαντάρο, ο μπαμπάς του Πίπη εξορίζεται σ’ ένα ερημονήσι και η γιαγιά Ευλαλία τσακώνεται με τη Λίλη, γιατί η Λίλη πάει σ’ εκείνα τα βαφτίσια απρόσκλητη. Μέχρι να συμβούν αυτά, συμβαίνουν άλλα, πολλά: ακούγονται φιλιά, κλάματα, τραγούδια και γυαλικά που σπάνε? ο Αζναβούρ εμφανίζεται σ’ ένα κέντρο στο Καλαμάκι? δίνονται μερικές υποσχέσεις και μερικά χαστούκια. Το Αύριο, μια άλλη χώρα είναι η ιστορία του Κάρολου και της Λίλης, οι καλές και οι κακές μέρες μιας παιδικής ηλικίας? οι καλές και οι κακές μέρες μιας χώρας – και, ύστερα, μιας άλλης χώρας.

Το Αύριο, μια άλλη χώρα είναι το δεύτερο μυθιστόρημα της Σώτης Τριανταφύλλου, που πρωτοεκδόθηκε το 1997. Σε αυτό η Σώτη Τριανταφύλλου περιγράφει τη μοναδική χώρα που μπορεί κανείς να ονομάσει «πατρίδα» του: μια παιδική ηλικία γεμάτη μικρά και μεγάλα γεγονότα, εκπλήξεις και πικρίες. Η ιστορία εκτυλίσσεται στην κεντρική Αθήνα, λίγο πριν από το πραξικόπημα του 1967, και ήρωές της είναι τα μέλη μιας μεσοαστικής οικογένειας, το καθένα από τα οποία βλέπει τον κόσμο με τον δικό του τρόπο. Μολονότι δεν πρόκειται για αυτοβιογραφικό αφήγημα (κάθε άλλο), το Αύριο, μια άλλη χώρα αποτελεί τη μαρτυρία μιας ολόκληρης εποχής που πέρασε, αφήνοντας βαθιά ίχνη, και μιας κοινωνικής τάξης που έχασε την εύνοια των θεών.

Ελληνική λογοτεχνία

Τα οπωροφόρα της Αθήνας

Σωτήρης Δημητρίου

11.90

Ο ήρωας έχει στον νου του τον χάρτη με τα οπωροφόρα της Αθήνας, τα οποία ταχτικά επισκέπτεται. Στις πεζοπορίες του επιχειρεί να συνάψει με τους διαβάτες σχέσεις, αλλά συνήθως δεν γίνεται κατανοητός. Ο συγγραφέας τον ακολουθεί και πολλές φορές μπερδεύεται ο ένας στα πόδια του άλλου. Κοντολογίς, είναι ένα οδοιπορικό στην ζωή, στην λογοτεχνία και στην Αθήνα.

Μένης Κουμανταρέας

15.50

Η ιστορία της Μπέµπας και του Βλάση Ταντή, που διατηρούν ένα µαγαζί µε γυαλικά. Εκείνη θεληµατική και ανήσυχη µε τους άλλους άντρες. Εκείνος καταθλιπτικός κι αιώνια ερωτευµένος µε τη γυναίκα του. Τους πλαισιώνουν ο Βάσος και ο Σπύρος, δύο φίλοι κωµικοτραγικοί.

Μια ιστορία χαµένων ιδεολογιών και ξοφληµένων ονείρων στη µεταπολεµική Ελλάδα. Βιβλίο-σταθµός στην πορεία του συγγραφέα. Μένει πάντα κλασικό στη συνείδηση των αναγνωστών.

Χάρης Βλαβιανός

7.70

«Στον Καναδά, όταν πηγαίνεις για κολύµπι στα δάση, τα νερά είναι τροµερά παγωµένα. Το ξεκίνηµα ενός βιβλίου λοιπόν είναι κάτι αντίστοιχο. Αναρωτιέσαι: Να µπω µέσα; Όχι; Μήπως; Όχι; Ο µόνος τρόπος να το κάνεις είναι να πάρεις φόρα και να βουτήξεις ουρλιάζοντας. Παίρνω φόρα και βουτάω στην ιστορία µου ουρλιάζοντας, γιατί διαφορετικά δε θα φτάσω ποτέ εκεί».

Η Μάργκαρετ Άτγουντ συζητά µε τον Χάρη Βλαβιανό για το πώς γράφει, αλλά και για την αρχαία ελληνική µυθολογία ως πηγή έµπνευσης, τη διάκριση δηµοκρατίας και τυραννίας, την πολιτική την εποχή της εικόνας, το ενδεχόµενο να επανεκλεγεί ο Τραµπ στις ΗΠΑ. Μιλά, µεταξύ άλλων, για τη γραφή ως πράξη αισιοδοξίας, τα βιβλία που τη διαµόρφωσαν και τη «βιβλιοθήκη του µέλλοντος», τον σύγχρονο φεµινισµό και το αν κινδυνεύει η λογοτεχνία από την τεχνητή νοηµοσύνη.

H φωτογραφία του εξωφύλλου είναι του Νίκου Κοκκαλιά.

Ελληνική λογοτεχνία

Ελσίνκι

Θεόδωρος Γρηγοριάδης

13.30

Ο Αβίρ ετοιµάζεται να υποδεχθεί τον Αντώνη —τον αγαπηµένο του φίλο από την Ελλάδα, τον άνθρωπό του— στο Ελσίνκι, στον τόπο όπου έχει βρει πια καταφύγιο και έχει δηµιουργήσει οικογένεια µε τη συµπατριώτισσά του Εβίν. Οι δύσκολες διαδροµές του από το Ιράκ στην Ελλάδα και από εκεί στη Φινλανδία, οι περιπέτειες και οι δυσκολίες, οι αλήθειες και τα ψέµατα έχουν καθορίσει τη ζωή και την τύχη του. Θα είναι όµως το Ελσίνκι ο τόπος που ονειρεύτηκε;

Ιστορίες ανθρώπων που διατρέχουν χώρες και σύνορα σε ένα µυθιστόρηµα περιπλάνησης, σε ένα βιβλίο για τον ανήσυχο και ρευστό κόσµο του εικοστού πρώτου αιώνα, για τη διαφορετικότητα, τη συντροφικότητα και την αγάπη, για την έννοια της οικογένειας και της πατρίδας.

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Ο πόλεμος του Μπάιρον

Ρόντρικ Μπίτον

19.90

Ο Ρόντρικ Μπήτον επανεξετάζει τη ζωή και το έργο του Λόρδου Μπάιρον µέσα από τη µακρά διαδροµή της σχέσης του µε την Ελλάδα. Αρχίζοντας από τα νεανικά ταξίδια του ποιητή την περίοδο 1809-1811, ο συγγραφέας παρακολουθεί τα χρόνια της φήµης του στο Λονδίνο και της αυτοεξορίας του στην Ιταλία, που κορυφώθηκαν µε την απόφασή του να αφοσιωθεί στον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας. Στη συνέχεια διερευνά τη δραµατική αυτοµεταµόρφωση του Μπάιρον από ροµαντικό εξεγερµένο σε έναν «νέο δηµόσιο άνδρα», ο οποίος υποτάσσεται για πρώτη φορά σε µια συγκεκριµένη πολιτική υπόθεση, προκειµένου να βάλει τα θεµέλια, στη διάρκεια των «εκατό ηµερών» του στο Μεσολόγγι, ενός νέου είδους πολιτικής στην Ευρώπη – αυτής του έθνους-κράτους όπως το γνωρίζουµε σήµερα.

 

Ελισάβετ Χρονοπούλου

22.00

«“Από πού θες ν’ αρχίσουμε;” με είχε ρωτήσει ο Αρβανίτης ένα πρωινό του Ιουνίου του 2019, τότε που πάτησα για πρώτη φορά το rec. “Δεν έχω ιδέα” του απάντησα. Τώρα, φτάνοντας στο τέλος, έχω πια μια ιδέα του τι είναι τελικά αυτό το βιβλίο. Δεν είναι η αφήγηση μιας ζωής, είναι η αφήγηση μιας ερμηνείας του να ζεις, ενός προσωπικού βλέμματος στον κόσμο. Είναι ένα “κοίτα”». Ε. Χ.

Η Ελισάβετ Χρονοπούλου συνομιλεί με τον κινηματογραφιστή Γιώργο Αρβανίτη, που της αφηγείται μια ζωή σαν ταινία, τη δική του ζωή. Πώς από τις στάχτες της ελληνικής επαρχίας στην Κατοχή φτάνει να γίνει διεθνώς διακεκριμένος διευθυντής φωτογραφίας. Πώς, ξεκινώντας από τη Φίνος Φιλμ όπου φώτιζε τους σταρ του παλιού ελληνικού κινηματο­γράφου, βρήκε τον καλλιτεχνικό του δρόμο φωτίζοντας τη συννεφιασμένη Ελλάδα των ταινιών του Αγγελόπουλου. Πώς, γυρίζοντας ταινίες σ’ όλα τα μήκη και πλάτη της γης, γνώρισε και συνεργάστηκε με τους θρύλους του παγκόσμιου σινεμά.

Στο εξώφυλλο: Ο Γ. Α. στα γυρίσματα της ταινίας Une vieille maîtresse (Μια παλιά ερωμένη), Γαλλία, Ιταλία, 2007 (σκηνοθεσία-σενάριο: Κατρίν Μπρεγιά). Εικόνα από το A crime (Ένοχο μυστικό), Γαλλία, ΗΠΑ, 2006 (σκηνοθεσία: Μανουέλ Πραντάλ· φωτογραφία: Γιώργος Αρβανίτης)

Μίτσικο Αογιάμα

14.40

Πέντε άνθρωποι, πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, περνούν το κατώφλι μιας μικρής βιβλιοθήκης στην καρδιά του Τόκιο. Όλοι βρίσκονται σ’ ένα σταυροδρόμι της ζωής τους. Μια νεαρή πωλήτρια σε πολυκατάστημα που θέλει να αποκτήσει καινούριες δεξιότητες και να τα καταφέρει στη νέα της ζωή στην πρωτεύουσα• ένας τριανταπεντάχρονος λογιστής εταιρείας επίπλων που ονειρεύεται να ανοίξει το δικό του μαγαζί με αντίκες• μια ευσυνείδητη πρώην υπεύθυνη σε περιοδικό, που έχασε τη θέση της εξαιτίας της μητρότητας και πασχίζει να συνδυάσει τις επαγγελματικές της προσδοκίες και την ανατροφή ενός παιδιού• ένας τριαντάχρονος άνεργος, με αναξιοποίητο ταλέντο στη ζωγραφική, που έχει χάσει την αυτοπεποίθησή του και νιώθει ότι είναι βάρος για την οικογένειά του• ένας συνταξιούχος που δεν ξέρει πώς να περάσει τον άπλετο ελεύθερο χρόνο του κι αναζητά καινούρια ενδιαφέροντα. Η Σαγιούρι Κοματσί, η αινιγματική βιβλιοθηκάριος, θα προτείνει στον καθένα τους από ένα βιβλίο που απέχει πολύ από αυτό που είχαν στο μυαλό τους να διαβάσουν. Αυτό ακριβώς το απρόσμενο ανάγνωσμα θα τους κάνει να αναρωτηθούν ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της ζωής και θα τους δώσει το κλειδί για να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Η βιβλιοθήκη των κρυφών ονείρων είναι ένας ύμνος στις βιβλιοθήκες και στους βιβλιοθηκάριους, τους αφανείς ήρωες που με τις ευαίσθητες κεραίες τους αφουγκράζονται τις βαθύτερες ανάγκες των αναγνωστών, και φυσικά στα βιβλία, που όσο απρόσμενα κι αν βρεθούν στα χέρια μας, έχουν τη δύναμη να μεταμορφώνουν τη ζωή μας.

Ξένη λογοτεχνία

Μια άλλη χώρα

Τζέιμς Μπόλντουιν

19.90

Πέντε από τους ήρωες του «Μια άλλη χώρα» είναι καλλιτέχνες: ο Ρούφους, ένας μαύρος ντράμερ της τζαζ, η αδελφή του, η Αΐντα, τραγουδίστρια των μπλουζ, ο Βιβάλντο, συγγραφέας με ταλέντο αλλά χωρίς έμπνευση, ο Ρίτσαρντ, συγγραφέας χωρίς ταλέντο που όμως κερδίζει την επιτυχία, και ο Έρικ, ηθοποιός κι ομοφυλόφιλος. Ωστόσο, δεν πρόκειται για ένα βιβλίο που καταπιάνεται με τη ζωή των καλλιτεχνών, αλλά με τις διαφυλετικές σχέσεις μεταξύ μαύρων και λευκών, που οδηγούν τον Ρούφους στην αυτοκτονία, καθώς και με τις ανθρώπινες σχέσεις γενικότερα: τη φιλία, τον έρωτα, το μίσος, τη ζήλια, τη μοναξιά… Η δράση εκτυλίσσεται στη Νέα Υόρκη στα τέλη της δεκαετίας του ΄50, αλλά και στη Γαλλία, όπου ο Έρικ ζει για αρκετά χρόνια αυτοεξόριστος, όπως είχε ζήσει και ο ίδιος ο Τζέιμς Μπόλντουιν. Είναι φανερό ότι το «Μια άλλη χώρα» πηγάζει κυρίως από τις εμπειρίες του ίδιου του συγγραφέα, παρά από τη φαντασία του: ήταν ένα από τα πρώτα μυθιστορήματα που εξέφραζαν την οργή των μαύρων Αμερικανών της εποχής εκείνης, αλλά και τις ιδιαιτερότητες της αφροαμερικανικής κουλτούρας. «Σε κρατάνε εδώ επειδή είσαι μαύρος, ενώ διατυμπανίζουν ανοησίες για τη χώρα της ελευθερίας και την πατρίδα των γενναίων… Μερικές φορές θα ΄θελα να μπορούσα να γίνω μια μεγάλη γροθιά και να κάνω αυτή την ελεεινή χώρα σκόνη. Μερικές φορές πιστεύω ότι δε δικαιούται να υπάρχει».

Τ. Σ. Έλιοτ

16.60

Στο “Για την ποίηση” ανθολογούνται επτά σηµαντικά δοκίµια του Τ. Σ. Έλιοτ, σε µετάφραση και σχόλια του Στέφανου Μπεκατώρου, που φανερώνουν καίριες πτυχές της γόνιµης πορείας του στον τοµέα της λογοτεχνικής κριτικής και καλύπτουν χρονικά το διάστηµα 1919-1961.

Με αφετηρία το θεµελιακό κείµενο µε τίτλο «Η Παράδοση και το Ατοµικό Τάλαντο» και καταλήγοντας στο «Για να Κρίνουµε τον Κριτικό», την πιο γνωστή από τις τελευταίες διαλέξεις του ποιητή, παρουσιάζονται οι σηµαντικότεροι σταθµοί της εξέλιξης της κριτικής σκέψης του Έλιοτ εστιάζοντας στον τρόπο µε τον οποίο επανεξέτασε τη λειτουργία της ποίησης, επαναπροσδιόρισε την ίδια τη φύση της ποιητικής διαδικασίας και προσέφερε νέα εργαλεία και ένα φάσµα ρητορικών δυνατοτήτων στις µελλοντικές γενιές αναγνωστών και µελετητών της λογοτεχνίας.

Ο ίδιος ο Έλιοτ θεωρούσε τα δοκίµιά του αναπόσπαστο µέρος του συγγραφικού του εργαστηρίου υπογραµµίζοντας την αδιάσπαστη ενότητα της ποιητικής και δοκιµιακής του παραγωγής, κάτι άλλωστε που απηχεί την αντίληψή του ότι η λογοτεχνική κριτική εγγράφεται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό, ηθικό και πολιτιστικό πλαίσιο ακολουθώντας τις τάσεις της εκάστοτε εποχής.

 

 

Κουρτ Βόνεγκαν

16.60

Όπως οι περισσότεροι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας, ο Τράουτ μάλλον δεν είχε ιδέα από επιστήμη… Όταν ο πολυγραφότατος αλλά αφανής συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας Κίλγκορ Τράουτ δέχεται την τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχει στο Φεστιβάλ Τεχνών του Μίντλαντ Σίτυ, διαισθάνεται ότι το ταξίδι του θα τον φέρει αντιμέτωπο με ό,τι φοβάται και συγχρόνως λαχταρά, την επαφή με το κοινό και ίσως την αναγνώριση. Σε καμιά περίπτωση, όμως, δεν μπορεί να φανταστεί όσα θα συμβούν όταν ο Ντουέιν Χούβερ, ο πλούσιος έμπορος αυτοκινήτων της πόλης, αποφασίζει να πάρει τις ιστορίες του στα σοβαρά. Η αμερικανική αυτή επαρχία θα βυθιστεί σε ένα κρεσέντο συμβολικής και πραγματικής βίας, δίνοντας την ευκαιρία στον Βόννεγκατ να ξεδιπλώσει τη δηλητηριώδη του σάτιρα όχι μόνο για τον χρόνο, την ανισότητα, τις έμφυλες και φυλετικές διακρίσεις σε μια χώρα γεμάτη αντιφάσεις, αλλά και για την καταστροφή της Γης. Σε ένα ευφυές παιχνίδι με την κυριολεκτική σημασία κάθε λέξης, συνθέτει ένα εντυπωσιακό matrix των προβλημάτων της εποχής μας, εν τη γενέσει τους. Τα πάντα είναι αμφίσημα και τίθενται υπό αμφισβήτηση σε έναν κόσμο δίχως έρμα και ηθική – από τις ταμπέλες του Διαπολιτειακού Αυτοκινητόδρομου μέχρι τις συμβάσεις της λογοτεχνικής αφήγησης. Ένα βιβλίο στο οποίο, με αφηγηματική λιτότητα, συνδυάζονται η επιστημονική φαντασία, τα απομνημονεύματα, τα παραμύθια και οι παραβολές, η φάρσα. Ο Κερτ Βόννεγκατ ασκεί σαρωτική κριτική στην αμερικανική κοινωνία με τρόπο αριστοτεχνικό -χάρη στην οργιώδη φαντασία και στο χιούμορ του-, έχοντας όμως τη συγκινητική επίγνωση της ανθρώπινης τρωτότητας.

 

Τζορτζ Σόντερς

24.93

Τι κάνει μια αφήγηση ενδιαφέρουσα, ενίοτε και συναρπαστική, αλλά και τι μας λένε κάποια διηγήματα των μεγάλων Ρώσων κλασικών για τον εαυτό μας και για τον κόσμο που μας περιβάλλει;
Ο Τζορτζ Σόντερς, ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Αμερικανούς πεζογράφους, παραδίδει τα τελευταία είκοσι χρόνια μαθήματα δημιουργικής γραφής στο Syracuse University.

Στο Κολυμπώντας στη λιμνούλα υπό βροχήν μοιράζεται μαζί μας κάποιες από αυτές τις παραδόσεις, εμπλουτισμένες από επισημάνσεις και σχόλια φοιτητών του. Τα επτά (σχετικά σύντομα) δοκίμια που συνοδεύουν διηγήματα και νουβέλες των Τσέχοφ, Τουργκένιεφ, Τολστόι και Γκόγκολ αφορούν, προφανώς, όχι μόνον επίδοξους συγγραφείς, αλλά και οποιονδήποτε ενδιαφέρεται για τη λογοτεχνία, και ειδικότερα για το τι είναι αυτό που κάνει τον αναγνώστη να “μην μπορεί να αφήσει από τα χέρια του” ένα βιβλίο.

Στο εισαγωγικό κείμενό του ο Σόντερς γράφει: “Θα εμβαθύνουμε σε επτά μικρογραφίες του κόσμου, με μεγάλη φροντίδα χτισμένες, που οι συγγραφείς τους ήθελαν να απαντούν, έστω και έμμεσα, σε κάποια από τα μεγάλα ερωτήματα τα οποία, ακόμα και αν η εποχή μας δεν τα θεωρεί εξίσου σημαντικά, δεν παύουν ωστόσο να αποτελούν τον σκοπό της τέχνης. Πώς πρέπει να ζούμε; Ποιος είναι ο προορισμός μας επί της γης; Τι είναι σημαντικό και τι όχι; Τι είναι αλήθεια και πώς μπορούμε να ξεχωρίζουμε την αλήθεια από το ψέμα; Πώς μπορούμε να μένουμε αδιάφοροι όταν κάποιοι τα έχουν όλα και κάποιοι άλλοι δεν έχουν τίποτα;”.

Εξετάζοντας τα επτά διηγήματα του βιβλίου εξονυχιστικά αλλά και με τρόπο απόλυτα κατανοητό και προσιτό στον αναγνώστη, ο Σόντερς όχι μόνο υποδεικνύει κάποια κλειδιά και μερικές τεχνικές που κάνουν μια αφήγηση πιο ενδιαφέρουσα, αλλά και “εκπαιδεύει” τον αναγνώστη πώς να απολαμβάνει τις κρυφές αρετές της λογοτεχνικής γραφής.

Το Κολυμπώντας στη λιμνούλα υπό βροχήν, πολύτιμο εργαλείο για κάθε φίλο της λογοτεχνίας, φωτίζει καλύτερα τις σχέσεις ανάμεσα στις -ενίοτε όχι προφανείς με την πρώτη ματιά- αρετές ενός έργου μυθοπλασίας και στον αναγνώστη του.