Προέρχομαι από μια περιοχή του κόσμου την οποία γαζώνει και ξηλώνει ο πόλεμος, απ’ τις αρχές του 20ού αιώνα. Τη μνήμη μου και τη ζωή μου στην καθημερινότητά της την έχει υφάνει ο πόλεμος. Έχω συχνά αναρωτηθεί πώς ένα τόσο ευαίσθητο σύστημα όπως το ανθρώπινο σώμα μπορεί να αντέξει τόσο συχνά επαναλαμβανόμενες συντριβές σαν αυτές που γνώρισε και εξακολουθεί να βιώνει η αραβική Εγγύς Ανατολή.
[…] Ακολούθησε μια πραγματική, με τη βιβλική έννοια, Έξοδος: στην αρχή ένα μικρό ρυάκι και σταδιακά ένα πραγματικό ποτάμι. Οι Λιβανέζοι είχαν αρχίσει να φεύγουν. Τα κτίρια εξαφανίζονταν επίσης, οι συνοικίες, οι δρόμοι. Κάθε τοίχος που κατέρρεε, κάθε ανθρώπου θάνατος έπαιρναν οριστικά μαζί τους κάτι από τη ζωή και τη συλλογική μνήμη. Ανακάλυπτα –βίωνα– το βαθύτερο νόημα της εξορίας. Τί είναι η εξορία αν όχι η βίαιη και αθέλητη απώλεια όλων των ζωντανών συμβόλων της ταυτότητας κάποιου ; Ήμουν στη Βηρυτό και έβλεπα ότι η πόλη δεν επρόκειτο ποτέ πια να αναπτυχθεί φυσιολογικά, σώζοντας τον πυρήνα της πόλης που υπήρξε. Καταλάβαινα, χωρίς υπερβολές, το νόημα της έκφρασης Χαμένος Παράδεισος. […] Η εξορία είναι αμετάκλητη αποστέρηση. Τη συνοδεύει πάντα ένα αίσθημα βαθιάς ταπείνωσης: «Ο άλλος», κάποιος η κάτι, καταλαμβάνει αυτό που εσείς εγκαταλείψατε, αυτό που αφήσατε πίσω σας. Ως εκ τούτου, αισθάνεστε παραμερισμένος, σαν αντικείμενο που του αλλάζουν θέση. Κι εγώ που βρίσκομαι τώρα εν μέσω όλων αυτών; Για ένα διάστημα, θεωρούσα ότι τις συγκρούσεις μου τις είχα επιλύσει μέσα στα γραπτά μου, με τα γραπτά μου. Θυμάμαι πως κάπου είχα πει ότι τα βιβλία μου, ποιητικά ή πεζά, ήταν, είναι τα σπίτια τα οποία κατοικώ. Κι είναι αλήθεια. Και μοιάζει απλό. Ωστόσο δεν είναι. Ακόμα και εκεί, το λιμάνι δεν είναι προστατευμένο από τις καταιγίδες. Η εξορία δεν είναι πια το θλιβερό προνόμιο κάποιων ελάχιστων προσώπων: Έχει γίνει συνώνυμο της ανθρώπινης συνθήκης, με μια ελάχιστη ωστόσο διαφορά: Ορισμένους από μας η αρρώστια της μάς κατατρώει με τρόπο εμφανή και τελεσίδικο, ενώ όλοι οι υπόλοιποι δεν έχουν συνείδηση εκείνου από το οποίο υποφέρουν ήδη. Είχα τοποθετήσει τη Βηρυτό και τον Λίβανο πολύ ψηλότερα από ποτέ, στο κέντρο ενός αποκαλυπτικού οράματος για τον αραβικό κόσμο, γεγονός που κατέληξε, λίγο αργότερα, σε ένα μακροσκελές ποίημα το οποίο ονόμασα Η αραβική Αποκάλυψη. Η διάλυση των Αράβων αποφασίστηκε από τ ις δυτικές δυνάμεις στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα, με τις διάφορες συμφωνίες που ακολούθησαν μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Με την προδοσία του Φαϊζάλ από τους Άγγλους και τους Γάλλους, τις διαιρέσεις, τους αποικισμούς, τις πολιτικές δολοφονίες, είχαμε εισέλθει σε μια τραγική φάση η οποία είχε διαμορφωθεί χωρίς τη θέλησή μας. Οπότε η εξορία κατέστη η υπαρξιακή και βιοτική συνθήκη κάθε Άραβα, είτε ζούσε στη χώρα του είτε αλλού. Ήταν σαν να έπρεπε να επιστρέψουμε πολύ πίσω, στην ιστορία ή στη μυθολογία, πίσω στην Άγαρ και στον Ισμαήλ, στην πρώτη σύζυγο του Αβραάμ και στον πρώτο του γιο, τον μυθικό θεμελιωτή των αραβικών φυλών, σε έναν γιο –έναν αποκληρωμένο γιο– και σε μία γυναίκα που εξαναγκάστηκαν σε εξορία και περιπλάνηση.Ταξίδι. Πόλεμος. Εξορία
€9.50
Μετάφραση: Σπύρος Γιανναράς
Σελίδες: 56
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Λέσχη Ανάγνωσης
Πάτι Σμιθ
Μπορείς να ερωτευτείς τους φίλους σου; Σίγουρα μπορείς. Και μάλιστα ανεξάρτητα από το τι τους αρέσει να ερωτεύονται αυτοί, αγόρια ή κορίτσια ή οτιδήποτε. Και υπάρχει ο αρχετυπικός έρωτας γι’ αυτό: της Πάτι Σμιθ, ποιήτριας, και του Ρόμπερτ Μέιπλθορπ, φωτογράφου. Γνωρίζονται στα είκοσι κάτι τους στη Νέα Υόρκη. Δεν έχουν να φάνε. Δεν έχουν σταθερές δουλειές και ούτε σκοπεύουν να πιάσουν. Είναι αποφασισμένοι να τα καταφέρουν: θα κάνουν τέχνη. Ζωγραφίζουν και φτιάχνουν κοσμήματα. Μοιράζονται στη μέση ελάχιστο φαγητό. Έχουν στυλ, απόψεις, και ένα δωματιάκι στο Chelsea Hotel, όπου η δημιουργική ατμόσφαιρα μεταξύ φτώχειας, ταλέντου και ναρκωτικών είναι εκρηκτική.
Η Πάτι και ο Ρόμπερτ χτίζουν μεθοδικά τη φιλία τους. Η αφήγηση ξεκινά από τις σκληρές δουλειές του ποδαριού που κάνουν – τα μαρτύρια των εργατών θα απασχολούν δημιουργικά τη Σμιθ για όλη της τη ζωή. Η Σμιθ θέλει να κάνει τέχνη που θα αλλάξει τον κόσμο. Ζωγραφίζει, μελετά, γράφει ποιήματα. Ανάμεσα σε χαοτικά ξενοδοχεία με ενέσεις και σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, στους παγωμένους δρόμους της Νέας Υόρκης και στη στέρηση του φαγητού, περιτριγυρισμένα από ποιητές, συγγραφείς και μουσικούς, τα δυο παιδάκια, η Πάτι και ο Ρόμπερτ, γίνονται η Πάτι Σμιθ και ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ. Ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ γίνεται ένας αναγνωρισμένος φωτογράφος που φωτογραφίζει με ερωτικό τρόπο λουλούδια και χέρια και δερμάτινα και σαδομαζοχιστικά τελετουργικά μεταξύ ανδρών. Η Πάτι Σμιθ γίνεται ένα alien αδιάφορο για τη γνώμη των άλλων, ένα φυτό που μελετά γαλλική ποίηση και πάει χωρίς λεφτά στο Παρίσι για να προσκυνήσει τάφους. Κάνει performance. Πολλοί την περνούν για γκέι γυναίκα τζάνκι, ενώ η ίδια ξοδεύει τις νύχτες της χορεύοντας νηστική και μαστουρωμένη σε στενά δωμάτια, όπου κρατάει απρόσεχτα φυλαγμένα τα ποιήματα και τις ζωγραφιές της. Βάζει την ποίησή της σε τραγούδια και γίνεται διάσημη. Μαθαίνει λίγο κιθάρα. Πλέκει μουσικές και λέξεις. Αναγνωρίζεται διεθνώς. Η Σμιθ γράφει ότι δεν θα τα κατάφερνε χωρίς τον Μέιπλθορπ, ότι της έσωσε τη ζωή –προφανώς είναι ακόμα ερωτευμένη με τον Ρόμπερτ της.
Πεθαίνοντας νέος ο Μέιπλθορπ, αναγνωρισμένος και περιτριγυρισμένος από τις υλικές απολαύσεις που τόσο αναζήτησε, λέει στην Πάτι να γράψει την ιστορία τους. Κι αυτή το κάνει. Ζωή όπου τέχνη και καθημερινότητα μπερδεύονται αξεδιάλυτα, η ζωή του Ρόμπερτ και της Πάτι, μεταξύ ξενοδοχείων, γκαλερί, φθηνών βιβλιοπωλείων, τρένων, μουσικών σκηνών, πάρτι, μπαρ και μουσείων, διαβάζεται ως ειλικρινής ύμνος στη νεότητα, στα ρευστά όρια φιλίας και έρωτα, στην καλλιτεχνική δημιουργία, στη Νέα Υόρκη που δεν υπάρχει πια και στις αλάνθαστα θεραπευτικές ιδιότητες της ποίησης.
Βίβιαν Στεργίου
Λέσχη Ανάγνωσης
Φραντς Κάφκα
Η μεταμόρφωση του Γκρέγκορ Σάμσα σε αποκρουστικό έντομο μεγάλου μεγέθους είναι μια εφιαλτική αλληγορία και ένα ψυχολογικό πείραμα του Κάφκα που σε αναγκάζει, παρόλο το υπόγειο χιούμορ της αφήγησης, να υποφέρεις μαζί με τον ήρωα όσο ξετυλίγονται οι αγωνίες, οι ενοχές και η αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου. Η συμβολική καταστροφή του ευαίσθητου όντος από μια παλιά πληγή και οι βιβλικές αναφορές έρχονται σε αντιπαράθεση με την πραγματικότητα που πρέπει να αντιμετωπίσει, την αληθινή μεταμόρφωση-θυσία, φορτωμένος όλα τα προβλήματα της οικογένειάς του, η οποία, από τον θάνατό του, αποκτά ενότητα και ταυτότητα.
Λέσχη Ανάγνωσης
Φίλιπ Ροθ
Η Αμερική στον πυρετό της κοσμογονικής δεκαετίας του ’60 μέσα από τη σύγκρουση του επιτυχημένου, καθώς πρέπει Αμερικανοεβραίου μεσοαστού Σίμουρ Λιβόβ, «ζωντανής διαφήμισης» του μεταπολεμικού αμερικανικού ονείρου με την επαναστατημένη έφηβη κόρη του που θέλει τον κόσμο και τον θέλει τώρα, ακόμα κι αν χρειαστεί να πάρει τα όπλα για να το καταφέρει. Βραβευμένο με Πούλιτζερ το 1998, το καθηλωτικό «Αμερικανικό Ειδύλλιο» θεωρείται από τα κορυφαία μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ στις ΗΠΑ και μαζί με τα «Παντρεύτηκα έναν Κομμουνιστή» και «Το Ανθρώπινο Στίγμα» που ακολούθησαν χρονικά αποτελούν τη λεγόμενη «αμερικανική τριλογία» του πρόσφατα χαμένου συγγραφέα.
Λέσχη Ανάγνωσης
Αλμπέρ Καμί
Το Καλοκαίρι είναι μια συλλογή δοκιμίων, γραμμένων από το 1939 έως και το 1953, με κοινό συνδετικό άξονα τον ήλιο της Μεσογείου, τις αναμνήσεις του Καμύ από την Αλγερία, τις τραγωδίες της Ευρώπης ‒την ανθρωπότητα που ασφυκτιά κάτω από τις δικτατορίες, αιμορραγεί από τους πολέμους, ξεψυχά στα μίση‒ αλλά και την ομορφιά για την οποία, όπως ο ίδιος λέει, «οι Έλληνες πήραν τα άρματα». Με ύφος λιτό, που αρμόζει στο μεσογειακό καλοκαίρι, και γλώσσα απολαυστική αναζητά το πιο αναγκαίο στη ζωή: το φως και την ευτυχία.
Λέσχη Ανάγνωσης
Πολ Μπόουλς
Ο ανελέητος ήλιος του ερήμου και ο ουρανός της Βόρειας Αφρικής, που μοιάζει να αντανακλά το φως, για ορισμένους Δυτικούς λειτούργησαν ως καθρέφτης του εσωτερικού τους spleen. Σε αυτό το μοναδικό βιβλίο, του οποίου ο πρωτότυπος τίτλος, Under the sheltering sky, είναι ακριβώς αυτή η έννοια, δύο «καταραμένοι» Αμερικανοί με ασήκωτες αποσκευές, ο Πορτ και η Κιτ Μόρσμπερι, διαρκώς ανικανοποίητοι και απολύτως υπερόπτες, ταξιδεύουν με σκοπό να διασχίσουν την έρημο της Αλγερίας, όπου ο Πορτ συναρπάζεται από την ιδέα της διαρκούς μετακίνησης, ενώ οι παράξενες συνθήκες οδηγούν την Κιτ στα όρια της καταστροφής. Η πρωτόγονη φύση, που σαγηνεύει αλλά και διαβρώνει, η ομορφιά του τοπίου και, παράλληλα, η τρομακτική συνειδητοποίηση της απομάκρυνσης από τις αστικές συνήθειες συνθέτουν «μια πραγματική αλληγορία της πνευματικής περιπέτειας στην οποία αποδύεται ο συνειδητοποιημένος άνθρωπος της εποχής μας».
Ξένη λογοτεχνία
Jonathan Coe
Το μεθυστικό καλοκαίρι του 1977 μια αφελής κοπέλα, η Καλλιστώ, αναχωρεί από την Αθήνα για να γνωρίσει τον κόσμο. Μετά το ταξίδι της στην Αμερική, βρίσκεται αναπάντεχα σε ένα ελληνικό νησί που έχει μετατραπεί σε κινηματογραφικό σκηνικό. O Μπίλι Γουάιλντερ, διάσημος σκηνοθέτης του Χόλυγουντ, γυρίζει εκεί την ταινία του Fedora, και η Καλλιστώ προσλαμβάνεται ως βοηθός. Παρατηρεί συνεπαρμένη τον λαμπερό, πρωτόγνωρο για εκείνη τρόπο ζωής, βιώνοντας μια εμπειρία που θα τη σημαδέψει για πάντα.
Ενώ η Καλλιστώ είναι ενθουσιασμένη με τη νέα της περιπέτεια, ο ίδιος ο Γουάιλντερ αντιλαμβάνεται ότι το άστρο του έχει μάλλον αρχίσει να σβήνει. Το Χόλυγουντ τον απορρίπτει, και μόλις που κατόρθωσε να εξασφαλίσει χρηματοδότηση για την ταινία του, από τη Γερμανία. Η Καλλιστώ τον ακολουθεί στο Μόναχο για τα γυρίσματα των επόμενων σκηνών και τον συντροφεύει σε ένα ταξίδι αναμνήσεων που οδηγεί στον σκοτεινό πυρήνα της οικογενειακής του ιστορίας.
Σε αυτό το μυθιστόρημα, που αποτελεί ταυτόχρονα τρυφερή ιστορία ενηλικίωσης και ευαίσθητο πορτρέτο μίας από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του αμερικανικού κινηματογράφου, ο Jonathan Coe στρέφει το βλέμμα του στην έννοια του χρόνου και στη σημασία της φήμης, στην οικογένεια και στην απατηλή σαγήνη της νοσταλγίας. Όταν ο κόσμος βαδίζει προς την αλλαγή, γαντζώνεσαι στην παλιά, αγαπημένη σου ζωή, ή αποφασίζεις ότι είναι ώρα να την αφήσεις πίσω;
LiFO Βιβλία
Άντι Γουόρχολ
Ο Άντυ Γουόρχολ μιλάει ιδιωτικά, στο τηλέφωνο ή στο μαγνητοφωνάκι του, για τον έρωτα, το σεξ, το φαγητό, την ομορφιά, τη φήμη, τη δουλειά, το χρήμα, την επιτυχία. Μιλά επιγραμματικά για τη Νέα Υόρκη και την Αμερική, περιγράφει την παιδική του ηλικία σε μια κωμόπολη της Πενσυλβάνια, τα σκαμπανεβάσματα της ζωής, στο μεγάλο μήλο. Την απογείωση της καριέρας του στη δεκαετία του ’60 και το πικρό γκλάμουρ της σύμφυρσης ανάμεσα στις διασημότητες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:
Η καλύτερη ερωτική επαφή είναι εκείνη που όσο διαρκεί δε σκέφτεσαι τίποτα. Μερικοί μπορούν να κάνουν σεξ και ν’ αφήνουν πραγματικά το μυαλό τους ν’ αδειάζει και να γεμίζει με σεξ. Άλλοι πάλι δεν μπορούν ποτέ ν’ αφήσουν το μυαλό τους ν’ αδειάσει και να γεμίσει από την ερωτική πράξη, κι έτσι, όσο διαρκεί, σκέφτονται: «Είμαι στ’ αλήθεια εγώ; Στ’ αλήθεια εγώ το κάνω αυτό; Είναι πολύ παράξενο. Πριν από πέντε λεπτά δεν το έκανα. Σε λίγο πάλι δε θα το κάνω. Τι θα έλεγε η μαμά; Πώς πρωτοσκέφτηκαν οι άνθρωποι να το κάνουν;» Λοιπόν, ο πρώτος τύπος ανθρώπου – ο τύπος που μπορεί ν’ αφήσει το μυαλό του ν’ αδειάσει και να το γεμίσει με σεξ χωρίς να σκέφτεται – βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση.
Ο δεύτερος τύπος πρέπει να βρει κάτι άλλο για να χαλαρώσει και να χαθεί μέσα σ’ αυτό. Για μένα, αυτό το κάτι άλλο είναι το χιούμορ.
Οι άνθρωποι με χιούμορ είναι οι μόνοι που πάντα με ενδιέφεραν πραγματικά, γιατί, μόλις κάποιος χάσει το χιούμορ του, με κάνει και τον βαριέμαι. Αν όμως η μεγάλη έλξη για σένα είναι το χιούμορ, αμέσως αντιμετωπίζεις πρόβλημα, γιατί αν ο άλλος είναι αστείος δεν είναι σέξυ. Έτσι, στο τέλος, όταν πλησιάζει η στιγμή της αλήθειας δε νιώθεις πραγματική έλξη, δεν μπορείς να «το κάνεις».
Στο κρεβάτι όμως προτιμώ να γελάω παρά να το κάνω. Το καλύτερο είναι να χώνομαι κάτω απ’ τα σκεπάσματα και να το ρίχνω στα ανέκδοτα. «Πώς τα πάω;» «Ωραία, αυτό ήταν πραγματικά αστείο». «Πω πω, έκανες ωραία αστεία απόψε».
Αν πήγαινα με κάποιο κορίτσι της νύχτας, το πιο πιθανό είναι ότι θα την πλήρωνα για να μου λέει ανέκδοτα.
Μερικές φορές, το σεξ δεν ξεφτίζει. Έχω δει ζευγάρια για τα οποία το σεξ δεν ξέφτισε με τα χρόνια.
Ξένη λογοτεχνία
Σεμπάστιαν Μπάρι
«Ήταν ευλογία να είσαι παιδί ανάμεσα στους ανθρώπους της φυλής μου. Οι γυναίκες κρατούσαν το χωριό, οι άντρες κυνηγούσαν και πολεμούσαν, κι η δική μας δουλειά, η δουλειά των παιδιών, ήταν μόνο να τριγυρνάμε και να παίζουμε και να ’μαστε ευτυχισμένα. Αυτό το θυμόμουν πολύ καθαρά».
«Με λένε Γουινόνα». Έτσι αρχίζει την ιστορία της η νεαρή Ινδιάνα στα Χίλια φεγγάρια. «Παλιά μ’ έλεγαν Οτζιντζίντκα, που θα πει τριαντάφυλλο. Ο Τόμας ΜακΝάλτι έκανε μεγάλες προσπάθειες να το προφέρει αυτό το όνομα, μα δεν τα κατάφερνε, κι έτσι μου ’δωσε το όνομα της πεθαμένης ξαδέρφης μου, επειδή του ερχόταν πιο εύκολα στο στόμα. Γουινόνα θα πει πρωτότοκη. Εγώ δεν ήμουνα πρωτότοκη».
Η Γουινόνα γλιτώνει από τη σφαγή της φυλής της, και υιοθετημένη από τον Τζον Κόουλ και τον Τόμας ΜακΝάλτι μεγαλώνει στο χάος της μετεμφυλιακής Αμερικής. Το φτωχό αγρόκτημα έξω από το Πάρις του Τενεσί μοιάζει με ουτοπικό καταφύγιο σ’ έναν κόσμο που ακόμα σφαδάζει πιασμένος στις δίνες του πολέμου.
Σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου νικητές και νικημένοι συνεχίζουν να χτυπιούνται λυσσασμένα, όπου η σκληρότητα και η δυστυχία εξακολουθούν στην πραγματικότητα να σκοτώνουν με χίλιους τρόπους και η στοιχειώδης ασφάλεια είναι άγνωστη λέξη, η νεαρή Γουινόνα αναζητά την ταυτότητά της και το δίκιο της. Γιατί η ιστορία που έχει ν’ αφηγηθεί, η ιστορία της νεαρής ζωής της, είναι η ιστορία όχι ενός αλλά πολλών εγκλημάτων. Δεν είναι μόνο τα ιδιωτικά εγκλήματα: ένας βιασμός, ένας λυσσασμένος ξυλοδαρμός, ένας φόνος. Είναι και τα δημόσια εγκλήματα: η τρομερή γενοκτονία, η συγκάλυψη της βίας, η παρανομία του νόμου.
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
O Sebastian Barry (Σεμπάστιαν Μπάρι) γεννήθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας το 1955. Το μεστό λογοτεχνικό του ύφος, για το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς παγκοσμίως. Έχει βρεθεί δύο φορές στις βραχείες λίστες του βραβείου Man Booker για τα μυθιστορήματα Μακριά, πολύ μακριά (Πόλις, 2007) και Η μυστική γραφή (Καστανιώτης, 2009), με το τελευταίο να έχει κερδίσει το 2008 τα βραβεία Costa Book of the Year και James Tait Black Memorial. Το 2011, το βιβλίο του Εις γην Χαναάν (Καστανιώτης, 2011) ήταν στη μακρά λίστα του βραβείου Man Booker. Το μυθιστόρημά του Μέρες δίχως τέλος (Ίκαρος, 2018) τιμήθηκε με τα Costa Book Award for Novel 2016, Costa Book of the Year 2016 και Walter Scott Prize 2017. Επιπλέον, βρέθηκε στη μακρά λίστα των The Man Booker Prize 2017, HWA Endeavour Ink Gold Crown 2017 και Andrew Carnegie Medals for Excellence in Fiction 2018. Το Φεβρουάριο του 2018 ο Sebastian Barry τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση των Ιρλανδικών Γραμμάτων (Laureate for Irish Fiction).
Λέσχη Ανάγνωσης
Ουίλλιαμ Σαίξπηρ
Κωμωδία του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ που γράφτηκε το 1601-1602 ως μέρος της ψυχαγωγίας για το κλείσιμο της περιόδου των Χριστουγέννων. Στο γαϊτανάκι του έρωτα, που περιέχει πολλές μεταμορφώσεις, η Βιόλα και ο δίδυμος αδελφός της Σεμπάστιαν ναυαγούν μετά από τρικυμία και θεωρούν ο ένας τον άλλον πεθαμένο. Η Βιόλα, μεταμφιεσμένη σε αγόρι, μπαίνει στην υπηρεσία ενός τρελά ερωτευμένου δούκα, του Ορσίνο. Αναγκάζεται να γίνει αγγελιοφόρος του έρωτά του προς την Ολίβια, η οποία ερωτεύεται κεραυνοβόλα τη μεταμφιεσμένη Βιόλα που την περνάει για άντρα. Η Βιόλα, ωστόσο, ερωτεύεται τον Ορσίνο, που τη θεωρεί όμως κι αυτός άντρα. Ξαφνικά, θα εμφανιστεί στην Ολίβια ο Σεμπάστιαν, που θα την ερωτευτεί, και, μοιάζοντας με τη Βιόλα, μπλέκει την υπόθεση…
Λέσχη Ανάγνωσης
Κορίν Ζουανό
Η ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου έκανε γενιές ολόκληρες ιστορικών, πολιτικών αντρών αλλά και καθημερινών ανθρώπων να ονειροπολούν τις περιπέτειές του σε μακρινές χώρες, συντηρώντας τον θρύλο που ο ίδιος καλλιέργησε όσο ακόμα ζούσε. Το Μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου είναι μια μυθιστορηματική βιογραφία στημένη με σπαράγματα του αρχαίου θρύλου, που διαδόθηκε σε πλήθος πόλεων της Ευρώπης και της Ασίας, όπου μεταφράστηκε και διασκευάστηκε και σε τριάντα περίπου γλώσσες. Ως ζωντανό κείμενο δεν έπαψε να μεταμορφώνεται στο πέρασμα των αιώνων, με τη λαϊκή φαντασία να μεταπλάθει τη μορφή του κατακτητή για να τον κάνει να ταιριάζει καλύτερα στα ιδεώδη και τις αξίες κάθε εποχής, απομακρύνοντάς τον ολοένα και περισσότερο από το ιστορικό πρότυπό του. Αυτή την πολυδαίδαλη πορεία μεταμόρφωσης του ήρωα καταγράφει το βιβλίο της Κορίν Ζουανό, δίνοντας μια συνολική εικόνα του μυθιστορηματικού Αλεξάνδρου.
Ξένη λογοτεχνία
Μαρκ Τουέιν
Ο σκανταλιάρης Τομ Σόγιερ διαθέτει όλα τα ζηλευτά χαρακτηριστικά ενός νεαρού αγοριού: είναι πολύ έξυπνος αν και καθόλου σπασίκλας, έχει λάβει την ανατροφή πολιτισμένου παιδιού αλλά ενδόμυχα θέλει να περνά τις μέρες του χωρίς δεσμεύσεις και περιορισμούς, θυσιάζεται για τα μάτια της αγαπημένης του Μπέκι και αφήνει τον μισητό του δάσκαλο να τον σαπίσει στις ξυλιές, είναι σκράπας στα θρησκευτικά και κάτι παραπάνω από αδιάφορος στο κατηχητικό (απηχώντας τον αθεϊσμό του Μαρκ Τουέιν), διέπεται από μια χαριτωμένη ηθική ανομία που οδηγεί το βλέμμα του προς τον ανοιχτό ορίζοντα, ζώντας σε ένα αιώνιο καλοκαίρι, σε ένα χωριό του Μισισιπή. Μαζί με τον κολλητό του, τον Χάκλμπερι Φιν, βρίσκει το ατρόμητο στοιχείο που του λείπει για να ξεχυθεί στις περιπέτειές του. Στο πρόσωπο του αλητάκου γιου του μπεκρή, του απροσάρμοστου και πιο μπρούτου της παρέας, που τα υπόλοιπα παιδιά θαυμάζουν και φοβούνται, κατά κάποιον τρόπο προπάτορα του Χόλντεν Κόλφιλντ του Σάλιντζερ, ανακαλύπτει την απόδραση που ο συγγραφέας ονόμαζε την ευκαιρία που αν δεν αδράξεις θα μετανιώνεις για το υπόλοιπο της ζωής σου. Αν ο Τουέιν δεν συνέχιζε με το σίκουελ Οι περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν, ο ξυπόλυτος συνοδοιπόρος του ήρωα θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο φανταστικός του φίλος, ένα επινοημένο alter ego που διαμορφώνει τον χαρακτήρα του, ενισχύει το αγωνιστικό του πνεύμα, εξάπτει την ήδη ζωηρή περιέργειά του για το τι άλλο υπάρχει εκεί έξω και καταρρίπτει τη δειλία του. Οι αποκοτιές τους στα στοιχειωμένα σπίτια και στις σπηλιές παραμένουν θρυλικές, ένα χάρμα ανάγνωσης, γραμμένες σε ντοπιολαλιά, απλά και σταράτα, σαν να έχουν βγει από την καρδιά ενός 13χρονου που επιτέλους ξυπνάει, γιατί θέλει να τρομάξει, να ερωτευτεί, να μάθει – χωρίς η αφήγηση να βαραίνει από τον καταναγκασμό της ιστορίας ενηλικίωσης, καθώς ο Σόγιερ μαρκάρει την ηλικία του, σαν να προτιμά να την κρατήσει για πάντα. Η αβίαστη συνεννόηση των δύο αγοριών, όποτε τα βρίσκουν σκούρα αλλά και όταν απλώς χαζεύουν αποχαυνωμένα, τόσο χαρούμενα που δεν έχουν τίποτε ιδιαίτερο να κάνουν, συνιστά την ουτοπία της εφηβικής φιλίας, εκεί όπου ο αλλεργικός στις ευθύνες Χακ τραβάει από το χέρι τον εχέφρονα Τομ. Τους Αμερικανούς λογοτεχνικούς αναλυτές ακόμη απασχολούν τα ρατσιστικά θέματα που διατρέχουν το βιβλίο, αλλά ο υπόλοιπος κόσμος κρατά το ατόφιο πνεύμα της συνενοχής.
Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος
Λέσχη Ανάγνωσης
Στέφαν Τσβάιχ
Έχοντας «αφετηρία» τον θαλασσοπόρο Αμέριγκο Βεσπούκι, τον πρώτο που απέδειξε ότι τα νεοανακαλυφθέντα εδάφη πέραν του Ατλαντικού αποτελούν ξεχωριστή ήπειρο και τιμήθηκε γι’ αυτό ονοματίζοντάς τα, ο σπουδαίος και πολυταξιδεμένος Αυστριακός συγγραφέας «βυθίζεται σε μια από τις πιο μεγάλες αυτές περιπέτειες που οδήγησαν τον κόσμο στη σύγχρονη εποχή, αυτή της ανακάλυψης – από τους Ευρωπαίους – και της βάπτισης του Νέου Κόσμου»: ένα καταλυτικό γεγονός για την εξέλιξη της ανθρωπότητας συνολικά. Ήταν το τελευταίο έργο του Τσβάιχ – την επομένη της έκδοσής του, στις 22/2/1942 αυτοκτονούσε με βαρβιτουρικά στη Βραζιλία όπου βρισκόταν μαζί με τη δεύτερη γυναίκα και πρώην γραμματέα του Ελίζαμπετ Σαρλότε. Το ζευγάρι δεν άντεχε άλλο να βλέπει την Ευρώπη, τον πολιτισμό και τις αξίες της να συνθλίβονται στη δίνη του Β’ Παγκοσμίου.