Βλέπετε 13–24 από 27 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Λάμπετε στο σκοτάδι

Λιλιάνα Κολάνσι

12.00

“Μας έβαλαν όλους στο Ολυμπιακό Στάδιο. Άδειασε η γειτονιά, οι πόρτες των σπιτιών ανοιχτές, το φαγητό ζεστό ακόμα στο στρωμένο τραπέζι, τα σκυλιά στις αυλές να αλυχτάνε για τα αφεντικά τους. Μας κράτησαν ώρες ολόκληρες χωρίς την παραμικρή εξήγηση. Εγώ φοβόμουνα πολύ εκεί, μέσα σε τόσο κόσμο, ο Θεός να με συγχωρέσει, αλλά με τρομάζανε όλοι, ακόμα και τα παιδιά, ήθελα να είναι μακριά μου, να είναι μακριά από μένα εκείνα τα αθώα, βρώμικα, και ίσως θανατηφόρα χεράκια. Κανείς δεν ήξερε πού, σε ποιο ακριβώς μέρος του σώματός του ή των ρούχων του παραμόνευε το δηλητήριο. Μας χώρισαν σε ομάδες και ξεκίνησε η εξέταση”.

Έξι φωσφορίζουσες ιστορίες αόρατου κινδύνου. Έξι διηγήματα που προεκτείνουν την πραγματικότητα στα όρια της επιστημονικής φαντασίας. Υπό το βάρος της εξουσίας, του χρόνου και της μεγάλης κλίμακας, ο άνθρωπος, μικρός, λυγίζει· άλλοτε βουβά, μισολιπόθυμος απ’ το μεθύσι, άλλοτε με τη μουσική υπόκρουση μιας εκκωφαντικής έκρηξης.

Ξένη λογοτεχνία

Αμερικάνικη αγωγή

Μπεν Λέρνερ

20.00

Τέλη της δεκαετίας του ’90 και, παρά το υποτιθέμενο «τέλος της Ιστορίας» και το θρίαμβο του φιλελευθερισμού, τα νεαρά αρσενικά της βαθιάς Αμερικής δείχνουν αποπροσανατολισμένα. Ο εκνευρισμός είναι διάχυτος, οι ρωγμές εμφανείς. Επικρατεί ο φόβος ότι μια μεγάλη βία όπου νά ’ναι θα ξεσπάσει.

Ο Άνταμ Γκόρντον, τελειόφοιτος του Λυκείου της Τοπήκα, προσπαθεί να μάθει πώς ένα αγόρι γίνεται άντρας. Μέσα απ’ τους αγώνες ρητορικής, τις μονομαχίες ραπ αυτοσχεδιασμού, τις ψυχαναλυτικές συνεδρίες, ο Άνταμ έχει προλάβει να καταλάβει πως η γλώσσα δεν είναι εργαλείο χαλιναγώγησης της βίας. Η γλώσσα είναι όπλο.

Ανενδοίαστα εξομολογητική και απροκάλυπτα πολιτική, η Αμερικανική αγωγή παρουσιάζει την ιστορία μιας οικογένειας σε μια εποχή σιωπηρών τεκτονικών μετατοπίσεων, μια ακτινογραφία της κουλτούρας της τοξικής αρρενωπότητας, και μια αρχαιολογία της ανόδου της νέας Δεξιάς, αναζητώντας χαμηλόφωνα έναν τρόπο ώστε να μάθουν οι άνθρωποι «και πάλι, αργά-αργά, πώς να μιλούν, μέσα στο γενικό σφυροκόπημα».

Βρασίδας Καραλής

22.49

Το βιβλίο αυτό αφηγείται την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου από τη γέννησή του, στις αρχές του 20ού αιώνα, μέχρι τις μέρες μας. Επιχειρεί να ξεκαθαρίσει το υλικό ―το οποίο είναι τεράστιο και σε εντυπωσια­κό βαθμό ανεξερεύνητο―, με σκοπό να παρουσιά­σει, πέρα από το εξειδικευμένο ή το περιστασιακό, το απόσταγμα: αυτό που ξεχωρίζει και που καθίσταται σύμβολο μιας γενικής τάσης, ψηφίδα μιας συλλογικής απάν­τησης.

Στόχος είναι να αναδειχθούν τα ίδια τα κινηματογραφικά έργα, οι προσω­πικότητες πίσω από αυτά, το ιστορικό πλαίσιο, και η συνάφεια με τις διεθνείς τάσεις. Το βιβλίο σχετικοποιεί τη διάκριση μεταξύ εμπορικού σινεμά και κινηματογράφου τέχνης, μελετώντας και είδη όπως η κωμωδία, το μελό­δραμα ή το μιούζικαλ. Παράλληλα, εξετάζει ερωτήματα σχετικά με την κοινωνική τάξη, την πολιτισμική μνήμη και το φύλο, προτείνοντας ερμηνείες στο ευρύτερο πλαίσιο της εγχώριας πνευματικής ιστορίας και της ιστορίας των ιδεών στην Ευρώπη.

Ο ελληνικός κινηματογράφος υπήρξε αναμφίβολα εξαιρετικά παραγωγικός και λαοφιλής: για ένα διάστημα παρήγε περισσότερες ταινίες ανά άτομο από το Χόλλυγουντ, ενδεχομένως και απ’ οποιαδήποτε χώρα στον κόσμο, ενώ υπήρχαν χρονιές που στην Ελλάδα κόβονταν πάνω από 100 εκατομμύρια εισι­τήρια. Την ίδια στιγμή μαστιζόταν από μια διαρκή τάση προς την εσωστρέφεια, η οποία ωστόσο δεν συνοδευόταν από μια διάθεση κριτικής αυτοεξέτασης, αλλά συχνά εκφυλιζόταν σε μια παιδιάστικη και άγονη ­αυτοϋποτίμηση.

Το βέβαιο είναι ότι το ελληνικό σινεμά έδωσε πολλές θαυμάσιες ταινίες, ορισμένες εκ των οποίων θα μπορούσαν άνετα και με σιγουριά να χαρακτηριστούν «μεγάλες ταινίες» του ευρωπαϊκού ή ακόμη και του παγκόσμιου κανόνα. Το σημαντικότερο επίτευγμα, πάντως, του ελληνικού κινηματογράφου ―επίτευγμα που κατέστη δυνατό χάρη στο επίμονο όραμα και το ηθικό σθένος ορισμένων εξαιρετικών κινηματογραφιστών― ήταν ότι κατά­φερε να διαμορφώσει και να εδραιώσει ένα εικονοπλαστικό ιδίωμα ικανό να αποτυπώσει την ελληνική εμπειρία, με όλη της την αντιφατικότητα και πολυσχιδία, σε μια συνεκτική οπτική γλώσσα.

Ντέλια Όουενς

18.00

Για χρόνια, οι φήμες για την Πιτσιρίκα του Βάλτου έδιναν κι έπαιρναν στο Μπάρκλι Κόουβ, ένα ήσυχο ψαροχώρι της Βόρειας Καρολίνας. Ο θάνατος του νεαρού Τσέις Άντριους τις έκανε να φουντώσουν ακόμη περισσότερο. Ποιος θα μπορούσε να τον είχε σκοτώσει, αν όχι εκείνο το αγριοκόριτσο που ζούσε μονάχο του στα βάθη του βάλτου;

Αλλά την Κάια δεν την είχαν καταλάβει. Ευαίσθητη και έξυπνη, είχε καταφέρει να επιβιώσει ολομόναχη, εγκαταλελειμμένη απ’ τους ανθρώπους, παρέα με τους γλάρους και μ’ όσα της δίδαξε η άμμος κι η αρμύρα. Όταν δύο νεαροί απ’ το χωριό γοητεύονται απ’ την άγρια ομορφιά της, η Κάια ανοίγεται σε μια καινούργια ζωή. Αλλά τότε συμβαίνει το αδιανόητο.

Μια ωδή στον φυσικό κόσμο και μια σπαρακτική ιστορία ενηλικίωσης, που μας υπενθυμίζει πώς τα παιδικά μας χρόνια μάς καθορίζουν για πάντα και ότι η ανθρώπινη φύση κουβαλά αρχέγονα, βίαια μυστικά, απ’ τα οποία κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει.

Ξένη λογοτεχνία

Κρέας για τους λύκους

Δέσποινα Κανελλοπούλου

18.00

Αυτή η υποτροφία στο Βερολίνο είναι η ευκαιρία του: έχει τρεις μήνες για να γράψει το βιβλίο του, να διαχειριστεί τις αγωνίες του και να αντιμετωπίσει την αίσθηση ανεπάρκειας που τον βασανίζει. Ύστερα θα γυρίσει στη Νέα Υόρκη, ώριμος, κατασταλαγμένος, ένας υπεύθυνος πατέρας και σύζυγος.

Αλλά αντί να στρωθεί στη δουλειά, χαζο­λογάει στο ίντερνετ και βλέπει αστυνομικές σειρές. Μία απ’ αυτές, το Blue Lives, τον αιχμαλωτίζει: μόνη αλήθεια είναι η ισχύς· ουσία του κόσμου είναι η βία· και το μόνο πραγματικό δίλημμα είναι αν θα είσαι με τα αρνιά ή αν θα είσαι με τους λύκους. Μια τυχαία συνάντηση με τον δημιουργό της σειράς θα τον σπρώξει μέσα στην κουνελότρυπα.

Απ’ τους Γερμανούς λυρικούς ποιητές του 19ου αιώνα στα πανκιά του Ανατολικού Βερολίνου, και από την κοινωνία της επιτηρούμενης «διαφάνειας» στα ιντερνετικά καταγώγια της εναλλακτικής Δεξιάς, το Κρέας για τους λύκους, πέρα από μυθιστόρημα ιδεών, υπαρξιακή περιπέτεια και πολιτική κριτική, είναι πρωτίστως η πνευματική ιστορία μιας ήττας.

«Το συναρπαστικότερο διανοητικά μυθιστόρημα  που διάβασα εδώ και πάρα πολύ

Ξένη λογοτεχνία

Ο λίθος της τρέλας

Μπενχαμίν Λαμπατούτ

9.90

Τα τερατουργήματα και τα θαύματα της επιστήμης και της τεχνολογίας μάς παραλύουν· παλεύουμε να κρατηθούμε στην επιφάνεια παρά τα βίαια κύματα που σπρώχνει ασταμάτητα κατά πάνω μας η κοινωνική οργή· οι πολιτικά και οικονομικά ισχυροί απαιτούν την υποταγή μας· οι εταιρείες που είχαν υποσχεθεί «να μην κάνουν ποτέ κακό» μάς κατα­σκοπεύουν και μας παρακολουθούν μ’ ένα σμήνος αλγο­ρίθμων. Κι εμείς τρέμουμε, όπως θα τρέμαμε αν βλέπαμε το κεφάλι ενός μυθολογικού πλάσματος να αναδύεται από τα νερά και να καταργεί τις κατη­γορίες της σκέψης μας, και λαχταρούμε την ασφάλεια του παρελθόν­τος. Αναγκαζόμαστε να στραφούμε προς τα μέσα μας, να κλείσουμε τα μάτια και να προσευχηθούμε να μας προσπεράσει το τέρας, να μη μας καταβροχθίσει το βλέμμα του, να μας αφήσει να τουρτουρίζουμε έντρομοι μες στην ασφάλεια του εσωτερικού μας κόσμου. Θα θέλαμε ―θα το θέλαμε όσο τίποτα― να διώξουμε το τέρας, να το ξαποστείλουμε πίσω στην κόλαση απ’ την οποία ξεπήδησε. Αλλά δεν το μπορούμε. 

Ξένη λογοτεχνία

Έρωτας και εξορία

Ισαάκ Μπασέβις Σίνγκερ

19.80

Σε μεγάλη ηλικία, λίγο πριν βραβευτεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο Ισαάκ Μπασέβις Σίνγκερ αρχίζει να γράφει την ιστορία της ζωής του, από τα παιδικά και νεανικά του χρόνια στην Πολωνία μέχρι και την οριστική εγκατάστασή του στην Αμερική.  

Στο περιβάλλον όπου ανατράφηκε ο Σίνγκερ, ο Θεός δεν ήταν μια έννοια θεωρητική αλλά μια καθημερινή, ζωντανή παρουσία. Για την ύπαρξη του Θεού ο Σίνγκερ δεν έχει ποτέ αμφιβολίες. Ωστόσο, από μικρό παιδί κιόλας, αδυνατεί να συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι ο Θεός αφήνει αθώα πλάσματα να βασανίζονται χωρίς να έχουν κάνει τίποτα κακό. Πώς γίνεται ένας καλός και παντοδύναμος Θεός, που έφτιαξε τον κόσμο κατά τη βούλησή Του, να επιτρέπει μια τέτοια αδικία;  Ψάχνοντας για απάντηση, ο Σίνγκερ στρέφεται στη φιλοσοφία, στην επιστήμη, στο μυστικισμό, στη λογοτεχνία. Μέχρι που σιγά-­σιγά η απάντηση που φοβόταν του φανερώνεται: τον κόσμο όντως τον έφτιαξε ο Θεός· μόνο που ο Μεγαλοδύναμος είναι ένας Θεός μοχθηρός, που διψάει για αίμα και χαίρεται με τον πόνο των αδύναμων· ο κόσμος είναι ένα σφαγείο φτιαγμένο από έναν στυγερό Δημιουργό.

Μέσα σ’ έναν τέτοιο κόσμο ο Σίνγκερ δεν μπορεί να υπάρξει. Ζει σαν εξόριστος, χωρίς κίνητρο, χωρίς φιλοδοξίες, ένας ζωντανός νεκρός που απλώς λαθροβιώνει. Παραδίνεται στους δαίμονες του κόσμου αυτού, με πρώτο και κύριο τον δαίμονα του έρωτα. Κάνει είδωλό του τη λογοτεχνία, μέχρι που κι αυτή την εγκαταλείπει φτάνον­τας στην Αμερική. Σέρνεται τρομαγμένος, ανήμπορος αλλά μονίμως εξεγερμένος, παρατηρώντας τον κόσμο να οδεύει προς την καταστροφή, χωρίς ποτέ να θρηνεί, μα αντίθετα γελώντας βουβά με τη φάρσα τη ζωής. 

Ξένη λογοτεχνία

Όλα για το τίποτα

Βάλτερ Κεμπόφσκι

18.00

Γενάρης του 1945. Το ανατολικό μέτωπο καταρρέει, ο Κόκκινος Στρατός προελαύνει. Οι Ρώσοι είναι πολύ κοντά, ο αχός των κανονιών τους ακούγεται πια καθαρά. Αλλά στο Γκεόργκενχοφ, το αρχοντικό της οικογ­ένειας φον Γκλόμπιχ, η ζωή μοιάζει να διατηρεί τη ρουτίνα της.

Ο πατέρας απουσιάζει, είναι αξιωματικός της Βέρμαχτ. Η γυναίκα του, η Καταρίνα, είναι κουρασμένη, χρειάζεται ησυχία. Το σπίτι το διαχειρίζεται μια θεία, μαζί με το αλλοδαπό υπηρετικό προσωπικό. Ο δωδεκάχρονος Πέτερ δεν έχει πάρε-δώσε με τα παιδιά απ’ τον απέναντι συνοικισμό, όπου κατοικεί ο λαουτζίκος. Του κάνει ιδιαίτερα μαθήματα ο δρ. Βάγκνερ, που έχει ένα γενάκι που σου δίνει την αίσθηση ότι από κάπου τον ξέρεις.

Μήπως πρέπει να τα μαζέψουν και να φύγουν; Έξω στο δρόμο περνούν κάρα με Γερμανούς πρόσφυγες. Οι επισκέπτες φέρνουν αντιφατικές ειδήσεις. Μα είναι δυνατό να ηττηθεί η Γερμανία μας; Και τα ασημικά; Τα τραπεζομάντιλα; Όχι, όχι, οι δυνάμεις του έθνους είναι ανεξάντλητες. Και τι θα κάνουν οι Ρώσοι αν έρθουν; Ακούγεται ότι διψούν για εκδίκηση…

Ο Κεμπόφσκι χτίζει το σύμπαν του αργά-αργά. Κοιτάζει τους ­ήρωές του σαν τον εντομολόγο με το μικροσκόπιό του, χωρίς να κρίνει, μα και χωρίς να συμπάσχει. Εδώ, σ’ αυτό το μεγάλο μυθιστόρημα της γερμανικής ήττας, η τραγωδία δεν είναι γέννημα της ύβρεως αλλά της ανθρώπινης μικρότητας.

Ξένη λογοτεχνία

Ένα μακρύ Σάββατο

Λωρ Αντλέρ, Τζωρτζ Στάινερ

13.50

Προς το τέλος της ζωής του και κατά παράβαση των συνη­θειών του, ο Τζωρτζ Στάινερ δέχτηκε να παραχωρήσει μια σειρά συνεν­τεύξεων στη διακεκριμένη Γαλλίδα δημοσιογράφο Λωρ Αντλέρ.

 

Οι συζητήσεις τους περιέλαβαν σχεδόν όλα τα θέματα που απασχόλησαν τον Στάινερ στη μακρόχρονη πνευματική του περιπλάνηση: τη μοίρα του εβραϊσμού, τη σημασία των κλασικών κειμένων, το μυστήριο της ανθρώπινης δημιουργικότητας.

 

Συναισθηματικός, διαυγής και χωρίς κανένα φόβο πια, ο Τζωρτζ Στάινερ μιλά για τη ζωή του, από τα παιδικά του χρόνια στο Παρίσι, την εξορία και τις σπουδές στην Αμερική, μέχρι τη μετακόμισή του στο Πρίνστον και κατόπιν την επιστροφή του στην Ευρώπη. Ο Στάινερ δίνει απαντήσεις, ενώ δεν παύει να θέτει ερωτήματα, συχνά προκλητικά, για το «μακρύ Σάββατο» της ανθρώπινης ύπαρξης, την ατέρμονη προσμονή, τον τρόμο της ματαιότητας και την αβέβαιη λύτρωση.

 

Ένα βιβλίο που διαβάζεται τόσο σαν πανόραμα ενός πνευματικού σύμπαντος και εισαγωγή στη σκέψη ενός μεγάλου στοχαστή του 20ού αιώνα, όσο και σαν επίλογος μιας ζωής αφιερωμένης στις ιδέες, στα κείμενα, στα γράμματα.

 

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Ηπειρώτικο Μοιρολόι

Κρίστοφερ Κινγκ

25.00

Το 2019 ο Κρίστοφερ Κινγκ αποφάσισε να φτιάξει μια μουσική ανθολογία με τα τραγούδια του Ηπειρώτικου Μοιρολογιού, και όχι μόνο ― μια μουσική συνοδεία για την ανάγνωση του βιβλίου.

Η επεξεργασία, η μίξη και η παραγωγή της ανθολογίας έγιναν στην Αμερική, από την προσωπική συλλογή δίσκων γραμμοφώνου του Κρίστοφερ Κινγκ. Κόπηκαν περίπου 2.000 CD.

Τα CD θα ενσωματώνταν σε μια νέα, συλλεκτική έκδοση του βιβλίου. Ο συγγραφέας ήθελε η νέα αυτή έκδοση να κυκλοφορήσει όταν επιτέλους θα ερχόταν να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα το βιβλίο να μείνει εκτός κυκλοφορίας για περίπου ένα χρόνο.

Ο Κρις έκανε τελικά το όνειρό του πραγματικότητα. Εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Μονοδένδρι του Ζαγορίου.

Έτσι, το βιβλίο σελιδοποιήθηκε εκ νέου σε διαφορετική διάσταση, ώστε να μπορεί να φιλοξενήσει τη μουσική ανθολογία, γράφτηκε καινούργιος πρόλογος ειδικά για τη νέα έκδοση, και τα CD ―που περιλαμβάνουν 19 εξαιρετικά σπάνια μουσικά κομμάτια― τοποθετήθηκαν στα βιβλία με το χέρι, στα γραφεία του Δώματος, σε 1.500 αντίτυπα, αριθμημένα και μονογραφημένα από τον ίδιο τον συγγραφέα.

Ξένη λογοτεχνία

Ξένο χώμα

Τζανίν Κάμινς

19.80

Μέχρι χτες, η Λύδια ζούσε μια συνηθισμένη ζωή στο Ακαπούλκο του Μεξικού. Όσα αγαπούσε ήταν εκεί: η οικογένειά της, το βιβλιοπωλείο της, το σπίτι της. Σήμερα, έχει χάσει τα πάντα.
Και τώρα τρέχει, χωρίς ανάσα, μαζί με τον οκτάχρονο γιο της, τον Λούκα. Τρέχει να ξεφύγει απ’ το καρτέλ που λυμαίνεται την πόλη και που διψά για εκδίκηση.

Μόνη ελπίδα για τη Λύδια και τον Λούκα είναι να βρουν καταφύγιο στις Ηνωμένες Πολιτείες διασχίζοντας την απέραντη χώρα του Μεξικού. Να περάσουν παράνομα τα σύνορα, να φτάσουν στο ξένο χώμα.
Πρώτα όμως πρέπει να μείνουν ζωντανοί.

Σ’ αυτό το καταιγιστικό μυθιστόρημα η Τζανίν Κάμμινς αποτυπώνει αδυσώπητα την πραγματικότητα της αναγκαστικής μετανάστευσης: τη βίαιη φυγή, την αγωνία, τη ζωή στο δρόμο, την αυθαιρεσία οποιοσδήποτε διαθέτει εξουσία, δύναμη ή όπλα.

Με μια γραφή ηλεκτρισμένη, το Ξένο χώμα μιλά για το πείσμα της ζωής ενάντια στη βία του ισχυρού. Για το θαύμα της καλοσύνης μες στην ακραία σκληρότητα. Και για όλους εκείνους που προχωρούν με μόνη αποσκευή μια άγρια θέληση να βρεθούν στην άλλη μεριά των συνόρων.

Μπενχαμίν Λαμπατούτ

16.20

Η δημιουργία του ομορφότερου χρώματος που είδε ποτέ ο άνθρωπος οδηγεί σε ένα από τα φονικότερα δηλητήρια της ιστορίας.

Πάνω σε μια κάρτα γραμμένη στα χαρακώματα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Καρλ Σβάρτσιλντ στέλνει στον Αϊνστάιν τη λύση των εξισώ­σεων της γενικής σχετικότητας αποκαλύπτοντας το πιο σκοτεινό αντικείμενο που μπορεί να συλλάβει ο νους: τη μαύρη τρύπα.

Ο Αλεξάντερ Γκρότεντικ εγκαταλείπει τα μαθηματικά όταν πλησιάζει στην «καρδιά της καρδιάς» τους, έντρομος, σαν να έχει αντικρίσει μέσα τους το τέλος του κόσμου.

O Χάιζενμπεργκ κι ο Σραίντινγκερ συγκρούονται για την πατρό­τητα της κβαντομηχανικής θεωρίας, η οποία εξηγεί τέλεια τη συμπεριφορά της ύλης αλλά αναιρεί όλα όσα αντιλαμβανόμαστε ως πραγματικότητα.

Σε αυτό το υβριδικό βιβλίο, ο Μπενχαμίν Λαμπατούτ κάνει την επιστήμη λογοτεχνία. Συνυφαίνοντας το δοκίμιο με τη μυθοπλασία και τη βιο­γραφία με τη φαντασία, ο Λαμπατούτ αναδεικνύει την απειλητική σκιά που σέρνεται πίσω από το φως της επιστημονικής γνώσης.