Το τρίτο βιβλίο της τριλογίας του Νίκου Θέμελη.
Η ιστορία μιας οικογένειας που θέλει να προκόψει, ν’ ανεβεί κοινωνικά, να ορίσει την ταυτότητά της με την αστική τάξη στην οποία ανήκει.
€15.93
Σελίδες: 824
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Το τρίτο βιβλίο της τριλογίας του Νίκου Θέμελη.
Η ιστορία μιας οικογένειας που θέλει να προκόψει, ν’ ανεβεί κοινωνικά, να ορίσει την ταυτότητά της με την αστική τάξη στην οποία ανήκει.
Ξένη λογοτεχνία
Τζ. Ντ. Σάλιντζερ
Το εμβληματικό μυθιστόρημα του Τζερόμ Ντέιβιντ Σάλιντζερ, έργο αναφοράς και αναγνωρισμένο αριστούργημα, εκδόθηκε το 1951, μεταφράστηκε σε όλο τον κόσμο, λατρεύτηκε από την κριτική και το αναγνωστικό κοινό.
Από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα ενηλικίωσης, με ήρωα τον Χόλντεν Κόλφιλντ, παγκόσμιο σύμβολο πια της εφηβικής επανάστασης, ο Φύλακας στη σίκαλη κυκλοφορεί σε καινούρια μετάφραση από την Αθηνά Δημητριάδου.
Αξεπέραστη ελεγεία της εκρηκτικής εφηβείας, ο Φύλακας στη σίκαλη συλλαμβάνει μοναδικά τη βαθιά ανάγκη του ανθρώπου να συνδεθεί με τους άλλους και το χαοτικό αίσθημα απώλειας της παιδικής ηλικίας.
Ο J. D. Salinger (1919-2010) γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη. Κέρδισε τη συγγραφική του φήμη με την έκδοση ενός και μόνο μυθιστορήματος, του The Catcher in the Rye (Ο φύλακας στη σίκαλη, 1951), του οποίου ο κεντρικός ήρωας, Holden Caulfield, συνόψιζε τη βίαιη έκφραση του άγχους της νέας γενιάς της εποχής. Η αίσθηση που προκάλεσε το βιβλίο και η ταύτισή του με τη γενιά των μπήτνικ, ανάγκασε τον Σάλιντζερ να εγκαταλείψει τη Ν. Υόρκη για ένα σπίτι στους μακρινούς λόφους του Cornish, New Hampshire. Προηγουμένως, είχε προλάβει να δημοσιεύσει και ορισμένα διηγήματά του, σε ένα από τα οποία -στο A Perfect Day for Bananafish (Τέλεια μέρα για μπανανόψαρα, περιοδικό New Yorker, 1949)-, εμφανίζεται για πρώτη φορά ο Seymour Glass, χαρακτήρας τον οποίο ξαναβρίσκουμε στα βιβλία Franny and Zooey (Φράνυ και Ζούι, 1961) και Raise High the Roof Beam, Carpenters/Seymour: An Introduction (Ψηλά σηκώστε τη στέγη, ξυλουργοί/Σίμορ: συστατικά στοιχεία, 1963), τα μόνα άλλα βιβλία που εξέδωσε ο Σάλιντζερ. Από 35, περίπου, διηγήματά του που δημοσιεύτηκαν σε διάφορα περιοδικά, επέτρεψε να εκδοθούν όσα, κατά τη γνώμη του, μπορούσαν να αντέξουν στο χρόνο, στον τόμο Nine Stories (Εννέα ιστορίες, 1953). Πέθανε τον Ιανουάριο του 2010 στο σπίτι του, στο Νιού Χαμπσάιρ, από φυσικά αίτια.
Ξένη λογοτεχνία
Χόρχε Λουις Μπόρχες΄, Μαρία Κοδάμα
Μπουένος Άιρες, Ισλανδία και Μαγιόρκα, Ελλάδα, Καλιφόρνια και Ρώµη, ο Μπόρχες δηµιουργεί την προσωπική του γεωγραφία από πεζά, στίχους, όνειρα και φωτογραφίες· χαρτογραφεί ένα ταξίδι στο οποίο ο χρόνος είναι ταυτόχρονα πεπερασµένος και άπειρος. Και αποδεικνύει, για άλλη µία φορά, ότι η τέχνη δεν είναι απλώς µια αναπαράσταση της πραγµατικότητας, αλλά ένα αναπόσπαστο κοµµάτι της.
«Κατά τη διάρκεια της ευχάριστης παραµονής µας στη Γη, η Μαρία Koδάµα κι εγώ πήραµε γεύση από πολλά µέρη, κάνοντας πολλά ταξίδια από τα οποία προέκυψαν πολλά κείµενα και πλούσιο φωτογραφικό υλικό… Ιδού, λοιπόν, το βιβλίο. Δεν πρόκειται για µια σειρά κείµενα που τα εικονογραφούν φωτογραφίες ή για µια σειρά φωτογραφίες που επεξηγούνται από λεζάντες. Κάθε τίτλος καλύπτει µια ενότητα που αποτελείται από εικόνες και λέξεις. Η ανακάλυψη του αγνώστου δεν είναι ειδικότητα µονάχα του Σεβάχ, του Έρικ του Ερυθρού ή του Κοπέρνικου. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να µην έχει κάνει µια ανακάλυψη. Αρχίζει ανακαλύπτοντας το πικρό, το αλµυρό, το κοίλο, το λείο, το τραχύ, τα επτά χρώµατα του ουράνιου τόξου και τα είκοσι τόσα γράµµατα του αλφαβήτου· ύστερα συνεχίζει µε τα πρόσωπα, τους χάρτες, τα ζώα και τα άστρα· καταλήγει στην αµφιβολία ή την πίστη και στη σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα της άγνοιάς του». Χ. Λ. Μπόρχες
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το ολοκαύτωμα
Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο - Αλμπέρτος Ναρ
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΖΩΝΤΩΝ, τις οποίες συγκέντρωσαν και εξέδωσαν στον τόμο αυτό οι Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο και Αλμπέρτας Ναρ, δεν αποτελούν απλώς τεκμήριο και ανεκτίμητη ιστορική πηγή, αλλά και μάθημα για τα όρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς μέσα στο κακό, τόσο από τη μεριά εκείνων που το επιβάλλουν όσο και από εκείνους που το υφίστανται και επιβιώνουν. Μας δίνει τη δυνατότητα να ρίξουμε μια ματιά στην καρδιά του βαθύτερου σκότους, αυτού της ζωής και του θανάτου στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο παρών τόμος περιλαμβάνει επίσης ένα μικρό λεξικό όρων, ονομάτων και τόπων, καθώς και χρονολογικό πίνακα γραμμένα από τη Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου.
“Κι εμείς μυρίζαμε όλο τον καπνό. Ήτανε μυρωδιά από κρέας καμένο. Και το πιστεύαμε και δεν το πιστεύαμε. Είναι άσχημα να το πεις αυτό σ’ έναν άνθρωπο, ότι καίγονται άνθρωποι εκεί μέσα. Είναι δύσκολο να το πιστέψεις. Μπορεί να το κάνουν αυτό άνθρωποι; Κι εντούτοις, μετά, με τον καιρό… Βλέπεις η συνήθεια σου δίνει μια ανακούφιση. Συνηθίζεις το κακό. Στην αρχή υποφέρεις πολύ. Μετά το συνηθίζεις και λες, αυτή είναι η ζωή, και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Είμαστε σ’ ένα στρατόπεδο και είναι αδιέξοδο”.
“Υπήρχαν κάποιοι αποχωρισμοί που σε κανένα βιβλίο δεν γράφονται, δηλαδή μια μάνα να αφήνει το παιδί, το παιδί να αφήνει τη μάνα… και να ξέρουμε ότι δεν θα ξαναϊδωθούμε ποτέ. Ήταν μαρτύριο, κόλαση εκείνη η ώρα. Αποχωρισμός ζωντανός… Και δεν φταίγαμε σε τίποτα, έφταιγε μόνο το ότι ήμασταν Εβραίοι. Δεν κλέψαμε, δεν δολοφονήσαμε, μόνο που ήμασταν Εβραίοι”.
“Κι εγώ ήθελα να φύγω και μου λέει ο πατέρας μου: “Πάρε ένα πιστόλι, σκότωσέ μας, κι ύστερα φύγε”. Πως να φύγουμε λοιπόν; Τι να κάνουμε; Να αφήναμε τον πατέρα με πέντε παιδιά;”
“Αυτά που σας λέω, ούτε λέγονται, ούτε μπορεί να τα γράψει κανείς, ούτε να τα φανταστεί. Το τι μέρες δύσκολες, του θανάτου, έχουμε περάσει, δεν γράφονται, ούτε διηγούνται”.
“Εύχομαι άλλο κακό να μη δούμε”. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Σου Πριντό
Το έργο του Φρίντριχ Νίτσε δυναμίτισε τα θεμέλια της δυτικής σκέψης. Έννοιες όπως ο θάνατος του Θεού, ο υπεράνθρωπος και η ηθική του δούλου διαποτίζουν την κουλτούρα μας, υψηλή και χαμηλή, ωστόσο ο ίδιος είναι ένας από τους πιο παρεξηγημένους φιλοσόφους στην Ιστορία. Ο Νίτσε θεωρούσε πως όλη η φιλοσοφία είναι αυτοβιογραφική. Η Sue Prideaux οδηγεί τους αναγνώστες στον κόσμο ενός μεγαλοφυούς, εκκεντρικού και πολύ βασανισμένου ανθρώπου, φωτίζοντας τα γεγονότα και τους ανθρώπους που διαμόρφωσαν τη ζωή και το έργο του. Από την ήρεμη, ευλαβή, χριστιανική ανατροφή του, η οποία σκιάστηκε από τον μυστηριώδη θάνατο του πατέρα του, στο μοναχικό φιλοσοφείν στα ψηλά βουνά και τη φρίκη και τη θλίψη της τελικής διολίσθησης στην τρέλα, η Prideaux διερευνά με οξυδέρκεια και ευαισθησία τη διανοητική, συναισθηματική και πνευματική ζωή του Νίτσε.
Επιπλέον μας δίνει ολοκληρωμένες τις προσωπογραφίες των ανθρώπων που τον σημάδεψαν: του Ρίχαρντ και της Κόζιμα Βάγκνερ, της Λου Σαλομέ –της μοιραίας γυναίκας που του ράγισε την καρδιά– και της φανατικά εθνικίστριας και αντισημίτριας αδελφής του, της Ελίζαμπετ, που τον πρόδωσε παραχαράσσοντας τα κείμενά του και επιτρέποντας την κατάχρησή τους στα χέρια των Ναζί.
H Aγγλονορβηγίδα Sue Prideaux έχει τιμηθεί με το Tait Black Memorial Prize για τη βιογραφία του Έντβαρντ Μουνκ (Edvard Munch: Behind the Scream), με το Duff Cooper Prize για τη βιογραφία του Στρίντμπεργκ (Strindberg: A Life). Η βιογραφία του Νίτσε (I am dynamite! A life of Nietzsche) πρωτοεκδόθηκε στα αγγλικά το 2018, αναδείχτηκε καλύτερη βιογραφία της χρονιάς από τους Times και τιμήθηκε με το Hawthοrnden Prize 2019, ενώ μεταφράζεται σε περισσότερες από 24 γλώσσες
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Βασίλι Γκρόσμαν
Ακόμα και να διαβάζεις κάτι τέτοιο είναι ανείπωτα δύσκολο. Ας με πιστέψουν οι αναγνώστες, μου είναι εξίσου δύσκολο να το γράφω. Μπορεί κάποιος να ρωτήσει: “Για ποιο λόγο να τα γράφουμε, για ποιο λόγο να το θυμίζουμε όλ’ αυτά;”
Το χρέος του συγγραφέα είναι να διηγείται τη φρικτή αλήθεια, το χρέος του πολίτη-αναγνώστη είναι να τη γνωρίζει. Όποιος στρέψει το βλέμμα από την άλλη, όποιος κλείσει τα μάτια και προσπεράσει, θα προσβάλει τη μνήμη των νεκρών.
Το κείμενο “Η Κόλαση της Τρεμπλίνκα” του Βασίλι Γκρόσσμαν είναι η πρώτη μαρτυρία στον κόσμο για στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο συγγραφέας είναι πολεμικός ανταποκριτής του ρωσικού στρατού που φτάνει στην Τρεμπλίνκα το καλοκαίρι του 1944. Ο Γκρόσσμαν προσπαθεί να περιγράψει στην Κόλαση της Τρεμπλίνκα το αδύνατο να ειπωθεί. Αγγίζει τα όρια της γραφής.
Εξετάζοντας τα αφηγηματικά χαρακτηριστικά της Κόλασης της Τρεμπλίνκα που καλούνται να υπογραμμίσουν το πρωτόγνωρο και ανίερο της εξόντωσης χιλιάδων ανθρώπων, παρατηρεί κανείς ότι οι πληροφορίες ξεδιπλώνονται σιγά σιγά, διαδοχικά, παράλληλα με την πορεία θανάτου των πρωταγωνιστών αυτής της τρομακτικής αφήγησης. Ξεκινώντας από το ήρεμο, ειδυλλιακό τοπίο του πευκόφυτου, “πληκτικού”, καθώς λέει ο αφηγητής, τοπίου της πολωνικής επαρχίας, η πληροφόρηση του αναγνώστη ακολουθεί σαν σε κάποιου είδους θρίλλερ τη σταδιακή αποκάλυψη και συνειδητοποίηση της πραγματικότητας σε μια μαρτυρική διαδρομή προς το θάνατο και συγχρόνως προς την αλήθεια.
Στην Κόλαση της Τρεμπλίνκα ο Γκρόσσμαν παρατηρεί με ενάργεια και φρικιάζει με τη μεθοδικότητα και την οργάνωση της μαζικής δολοφονίας, την οποία παρομοιάζει επανειλημμένως με βιομηχανία: Πρόκειται, τονίζει, για το στρατόπεδο ως εργοστάσιο παραγωγής θανάτου, για “σφαγείο-ιμάντα παραγωγής”.
Με τον τίτλο ήδη του κειμένου του, ο Γκρόσσμαν αναφέρεται στην Τρεμπλίνκα ως “κόλαση” μιλώντας για “κύκλους” σε μια σαφή σύνδεση με την Κόλαση του Δάντη: “Ας περιηγηθούμε λοιπόν στους κύκλους της κόλασης της Τρεμπλίνκα”. Λίγο αργότερα αυτή ακριβώς τη μετωνυμία θα χρησιμοποιήσει και ο Πρίμο Λέβι.
Γουίλιαμ ΜακΝιλ
Η χιλιόχρονη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας, με κτήσεις στην Ιταλία και την Ελλάδα και εμπορική κυριαρχία σε όλη τη Μεσόγειο, αποτελεί τον άξονα γύρω από τον οποίο ο βραβευμένος William H. McNeill ανασυνθέτει ολάκερη την ιστορία της δυτικής Ευρώπης κατά τον ύστερο Μεσαίωνα και τους πρώιμους νεότερους χρόνους. Μέσα από τις διενέξεις και τις αλληλεπιδράσεις καθολικών και ορθοδόξων, τη διαμάχη Ενετών και Βυζαντινών και, κατόπιν, Ενετών και Οθωμανών, ο McNeill εξερευνά τις βάσεις της ενετικής εξουσίας και τις πηγές του πλούτου της, κατοχυρώνοντας τη μοναδική της θέση στα σύνορα παπικού και ορθοδόξου κόσμου.
Πρόκειται για μία επιβλητική ιστορία της μεγαλύτερης θαλασσοκράτειρας δύναμης, μια κλασική στιγμή της ευρωπαϊκής ιστοριογραφίας.
Ξένη λογοτεχνία
Ιούλιος Βερν
Ένα μυστηριώδες θαλάσσιο τέρας περιπλανιέται στους ωκεανούς το έτος 1866. Θορυβημένη η αμερικανική κυβέρνηση, οργανώνει ειδική αποστολή εντοπισμού και εξόντωσης του τέρατος με αρχηγό έναν Γάλλο θαλάσσιο βιολόγο. Όταν η αποστολή συναντάει το κήτος ανοιχτά της Ιαπωνίας, η καταδίωξή του καταλήγει σε πανωλεθρία. Τότε είναι που τα εναπομείναντα μέλη της αποστολής συνειδητοποιούν ότι δεν πρόκειται για τέρας, αλλά για υποβρύχιο. Ένας θαυμαστός υποθαλάσσιος κόσμος ανοίγεται μπροστά στα μάτια τους, ενώ η εμφάνιση του κάπτεν Νέμο, του κυβερνήτη του «Ναυτίλου» (όπως ονομάζεται το υποβρύχιο), θα φέρει νέα δεδομένα στη ζωή των μελών της αποστολής αλλά και στο πώς βλέπουν τον κόσμο γύρω τους.
Οι 20.000 λεύγες θεωρούνται από τις πιο συναρπαστικές μυθοπλαστικές περιπέτειες και από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ. Λέγεται πως αυτό το βιβλίο μαζί με το Από τη Γη στη Σελήνη έκαναν τον μεγάλο Αμερικανό αστρονόμο Έντουιν Χαμπλ να εγκαταλείψει τη νομική και να ασχοληθεί με την αστρονομία και την κοσμολογία.
Πέρα από τη λογοτεχνική αξία του, το βιβλίο έχει ξεχωρίσει για τα τεχνολογικά, επιστημονικά, πραγματολογικά στοιχεία του, που είναι μπροστά από την εποχή τους, για τους πολιτικούς υπαινιγμούς εκ μέρους του συγγραφέα (έχει λεχθεί πως ασκεί κριτική στην αποικιοκρατία σε πολύ πρώιμο στάδιο), όπως επίσης για μια υπόγεια οικολογική ανησυχία που φαίνεται να εκφράζει ο Βερν μέσα από το πρόσωπο του Νέμο.
Ξένη λογοτεχνία
Τζον Έντουαρντ Ουίλιαμς
Το Πέρασμα του Μακελάρη είναι ένα μυθιστόρημα για την ομώνυμη, φανταστική πόλη της αμερικανικής Δύσης, μεταξύ 1870-1890, όπου κυνηγοί βουβαλιών σταθμεύουν για να οργανώσουν ομάδες εξόρμησης: ένας-δύο κυνηγοί, ένας-δύο γδάρτες και ένας υπεύθυνος τροφοδοσίας. Την εποχή του «πυρετού» του χρυσού συντελείται και ο «πυρετός» του κυνηγιού, με εξαφάνιση ειδών της άγριας φύσης. Κάθε ομάδα εξολόθρευε 2.000 έως 5.000 ζώα σε κάθε εξόρμηση. Την ίδια εποχή ο Θορό και ο Έμερσον, οι κορυφαίοι Αμερικανοί στοχαστές, επισήμαιναν τον κίνδυνο της αποξένωσης του ανθρώπου από τη φύση, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό.
Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα από τον συγγραφέα του Στόουνερ για το κυνήγι του εύκολου πλουτισμού και την αλόγιστη καταστροφή της φύσης που τελικά στρέφονται ενάντια στον άνθρωπο. Το κεντρικό πρόσωπο, ο Άντριους, απόφοιτος του Χάρβαρντ, που αποφασίζει να γνωρίσει τη χώρα του εκτός του πανεπιστημίου, είναι η τυπική περίπτωση ενός αντι-Στόουνερ. Πλαισιώνεται από μια νεαρή πόρνη, τη Φρανσίν, δύο κυνηγούς που θα αποτελέσουν την κυνηγητική ομάδα και έναν μεταπράτη. Το μυθιστόρημα είναι ολιγοπρόσωπο, με διεισδυτική περιγραφή των χαρακτήρων, όπως άλλωστε γνωρίζουμε από τα άλλα έργα του Γουίλιαμς τον Στόουνερ και τον Αύγουστο, και με καταπληκτικές περιγραφές του φυσικού πλούτου της Αμερικής.
Ρόμπερτ Μπόγιερ
Όταν ξέσπασε η παγκόσμια κρίση του covid-19, ξεκίνησε μια μεγάλη συζήτηση για το μέλλον των καπιταλισμών. Και ορισμένοι υποστήριξαν ότι οι «αυριανές μέρες» δεν θα πρέπει πλέον να θυμίζουν σε τίποτα τις «χθεσινές». Προς το παρόν, οι όποιες προβλέψεις προσκρούουν σε μια ριζική αβεβαιότητα που μας καλεί να είμαστε προσεκτικοί: θα χρειαστεί χρόνος για να ξεμπλέξουμε το κουβάρι των ευθυνών και να οικοδομήσουμε ενδεχομένως νέες εναλλακτικές.
Γι’ αυτό και πρέπει οπωσδήποτε να αντιληφθούμε τη δυναμική της κρίσης. Όπως έδειξε η περίφημη 18η Μπρυμαίρ του Λουβοδίκου Βοναπάρτη του Μαρξ (1852), οι καλύτερες «εν θερμώ» αναλύσεις γίνονται από συγγραφείς που μπορούν να διακρίνουν σε βάθος χρόνου τις τάσεις του συστήματος. Ο Ρομπέρ Μπουαγιέ, μείζων συντελεστής της οικονομικής Σχολής της Ρύθμισης –η οποία μελετά την οικονομία ως αναπόσπαστο τμήμα των κοινωνιών και της ιστορίας τους–, είναι ο πλέον κατάλληλος να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόκληση.
Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων κρίσεων, αποδείχτηκε η αξία αυτής της σχολής σκέψης, η οποία λαμβάνει υπόψη της τόσο τις αδράνειες που συντείνουν στην αναπαραγωγή του συστήματος όσο και τις δυνάμεις που το ωθούν σε μετασχηματισμό: η έκβαση δεν είναι ποτέ προδιαγεγραμμένη και, όσο περισσότερο διαρκούν οι κρίσεις, τόσο πιο απίθανη καθίσταται η επιστροφή στην προγενέστερη κατάσταση.
Στο ανά χείρας δοκίμιο, ο συγγραφέας μάς βοηθά να κατανοήσουμε τις διεργασίες που πυροδοτήθηκαν το 2020 και εξερευνά τις υπάρχουσες δυνατότητες. Η αποσταθεροποίηση των διεθνών σχέσεων, ο κατακερματισμός της Ευρωζώνης, η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και η άνοδος των λαϊκισμών είναι κάποια πιθανά σενάρια. Δεν θα πρέπει, όμως, να αποκλειστεί και μια μεγάλη στροφή προς ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, βασισμένο στη συμπληρωματική σχέση μεταξύ παιδείας, επαγγελματικής κατάρτισης, υγείας και πολιτισμού, που θα ανταποκρινόταν στα αιτήματα αλληλεγγύης των πολιτών και στις απαιτήσεις της οικολογικής μετάβασης.
Ξένη λογοτεχνία
Μαριάνο Ασουέλα
Ο Σολίς έβαλε άλλο ένα ποτήρι, έκανε μια μεγάλη παύση κι έπειτα συνέχισε να μιλά. “Θα με ρωτήσετε λοιπόν γιατί συνεχίζω να υποστηρίζω την επανάσταση. . . Επειδή η επανάσταση είναι ένας τυφώνας που σε παρασύρει και ο άνθρωπος που παρασύρεται από την επανάσταση δεν είναι άνθρωπος πια, είναι ένα νεκρό φύλλο που το παίρνει μακριά ο άνεμος”.
Όταν τελικά ο Ορτύκης έσπασε εκείνη τη σιωπή, είπε με λίγα λόγια αυτό που σκέπτονταν όλοι: “Τώρα λοιπόν, παιδιά, κάθε αράχνη ας φτιάξει τον δικό της ιστό.
Ο Μαριάνο Ασουέλα (Mariano Azuela,1873 – 1952) ήταν Μεξικανός συγγραφέας και γιατρός, γνωστότερος για τα μυθιστορήματά του με θέματα σχετιζόμενα με τη Μεξικανική Επανάσταση του 1910. Υπήρξε Βιγίστα, δηλαδή ακόλουθος του Πάντσο Βίγια, ενός εκ των τριών ηγετών της Μεξικανικής Επανάστασης. Οι άλλοι δύο ήταν οι Εμιλιάνο Ζαπάτα και Βανουστιάνο Καράνσα (ο οποίος αργότερα στράφηκε εναντίον τους).
Ανάμεσα στα έργα του Ασουέλα, όπου περιγράφεται με ρεαλισμό η ζωή των Μεξικανών της εποχής του, ξεχωρίζει το αριστούργημά του Οι καταδικασμένοι (Los de abajo) –ένα έργο ατόφιου ρεαλισμού– που βασίζεται σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα. Στο εμβληματικό έργο του Ασουέλα, εκτός από περιγραφές μαχών «από πρώτο χέρι», απεικονίζεται η ματαιότητα της Επανάστασης, οι οπορτουνιστές στην εξουσία και οι μάζες των μη προνομιούχων της χώρας. Ο συγγραφέας πίστευε ότι η Επανάσταση διόρθωσε μερικές αδικίες, αλλά γέννησε άλλες, εξίσου κατακριτέες.
Το 1940 το Los de abajo μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη, σε σκηνοθεσία Τσάνο Ουρουέτα.
Ξένη λογοτεχνία
Σεμπάστιαν Μπάρι
«Ήταν ευλογία να είσαι παιδί ανάμεσα στους ανθρώπους της φυλής μου. Οι γυναίκες κρατούσαν το χωριό, οι άντρες κυνηγούσαν και πολεμούσαν, κι η δική μας δουλειά, η δουλειά των παιδιών, ήταν μόνο να τριγυρνάμε και να παίζουμε και να ’μαστε ευτυχισμένα. Αυτό το θυμόμουν πολύ καθαρά».
«Με λένε Γουινόνα». Έτσι αρχίζει την ιστορία της η νεαρή Ινδιάνα στα Χίλια φεγγάρια. «Παλιά μ’ έλεγαν Οτζιντζίντκα, που θα πει τριαντάφυλλο. Ο Τόμας ΜακΝάλτι έκανε μεγάλες προσπάθειες να το προφέρει αυτό το όνομα, μα δεν τα κατάφερνε, κι έτσι μου ’δωσε το όνομα της πεθαμένης ξαδέρφης μου, επειδή του ερχόταν πιο εύκολα στο στόμα. Γουινόνα θα πει πρωτότοκη. Εγώ δεν ήμουνα πρωτότοκη».
Η Γουινόνα γλιτώνει από τη σφαγή της φυλής της, και υιοθετημένη από τον Τζον Κόουλ και τον Τόμας ΜακΝάλτι μεγαλώνει στο χάος της μετεμφυλιακής Αμερικής. Το φτωχό αγρόκτημα έξω από το Πάρις του Τενεσί μοιάζει με ουτοπικό καταφύγιο σ’ έναν κόσμο που ακόμα σφαδάζει πιασμένος στις δίνες του πολέμου.
Σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου νικητές και νικημένοι συνεχίζουν να χτυπιούνται λυσσασμένα, όπου η σκληρότητα και η δυστυχία εξακολουθούν στην πραγματικότητα να σκοτώνουν με χίλιους τρόπους και η στοιχειώδης ασφάλεια είναι άγνωστη λέξη, η νεαρή Γουινόνα αναζητά την ταυτότητά της και το δίκιο της. Γιατί η ιστορία που έχει ν’ αφηγηθεί, η ιστορία της νεαρής ζωής της, είναι η ιστορία όχι ενός αλλά πολλών εγκλημάτων. Δεν είναι μόνο τα ιδιωτικά εγκλήματα: ένας βιασμός, ένας λυσσασμένος ξυλοδαρμός, ένας φόνος. Είναι και τα δημόσια εγκλήματα: η τρομερή γενοκτονία, η συγκάλυψη της βίας, η παρανομία του νόμου.
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
O Sebastian Barry (Σεμπάστιαν Μπάρι) γεννήθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας το 1955. Το μεστό λογοτεχνικό του ύφος, για το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο αξιόλογους συγγραφείς παγκοσμίως. Έχει βρεθεί δύο φορές στις βραχείες λίστες του βραβείου Man Booker για τα μυθιστορήματα Μακριά, πολύ μακριά (Πόλις, 2007) και Η μυστική γραφή (Καστανιώτης, 2009), με το τελευταίο να έχει κερδίσει το 2008 τα βραβεία Costa Book of the Year και James Tait Black Memorial. Το 2011, το βιβλίο του Εις γην Χαναάν (Καστανιώτης, 2011) ήταν στη μακρά λίστα του βραβείου Man Booker. Το μυθιστόρημά του Μέρες δίχως τέλος (Ίκαρος, 2018) τιμήθηκε με τα Costa Book Award for Novel 2016, Costa Book of the Year 2016 και Walter Scott Prize 2017. Επιπλέον, βρέθηκε στη μακρά λίστα των The Man Booker Prize 2017, HWA Endeavour Ink Gold Crown 2017 και Andrew Carnegie Medals for Excellence in Fiction 2018. Το Φεβρουάριο του 2018 ο Sebastian Barry τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση των Ιρλανδικών Γραμμάτων (Laureate for Irish Fiction).
Βιβλία
Γκράχαμ Γκριν
Συναγερμός στις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Μια διαρροή πληροφοριών πυροδοτεί κλίμα καχυποψίας, διάχυτης ανησυχίας και έντασης, ενώ διεξάγονται συνεχείς έλεγχοι ασφαλείας. Τα πρόσωπα σιγά-σιγά εμφανίζονται στη σκηνή: Ο Μορίς Κάσελ, ένας ήσυχος και διακριτικός πράκτορας που εγκατέλειψε το πεδίο δράσης του στην Αφρική για να αποσυρθεί στα κεντρικά γραφεία του Λονδίνου. Η γυναίκα του Σάρα, μαύρη, από τη Νότια Αφρική, που διέφυγε στη Βρετανία καταδιωκόμενη από το καθεστώς του απαρτχάιντ. Ο Ντέιβις, βοηθός του Κάσελ, που, για να ξεχάσει τους αποτυχημένους έρωτές του, βυθίζεται στο αλκοόλ και τον τζόγο. Ο κυνικός και επικίνδυνος Πέρσιβαλ, με το καλοκάγαθο παρουσιαστικό του οικογενειακού γιατρού. Ο Συνταγματάρχης Ντέιντρι, άνθρωπος αφοσιωμένος στο καθήκον, με αυστηρό προφίλ, μοναχικός, που παλεύει με τη συνείδησή του. Και ο C, ο επικεφαλής της υπηρεσίας, διχασμένος ανάμεσα στην αγάπη του για την Αφρική και την πίστη του στις συντηρητικές αξίες και την ταξική δομή της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Γκρην επιστρέφει στον κόσμο των κατασκόπων και της προδοσίας, για να πλέξει το εγκώμιο της ανυπακοής και να δείξει με οξυδερκή και ευαίσθητο τρόπο σε ποια τραγωδία μπορεί να καταλήξει η αδιάλλακτη και άκαμπτη εφαρμογή της έννοιας του “εθνικού συμφέροντος” που πολύ συχνά και εύκολα παραμερίζει τον ανθρώπινο παράγοντα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)