Γιώργος Χαρωνίτης
Ο Αντόνιο Γκράμσι ήταν ο πρώτος ανάμεσα στους σημαντικούς στοχαστές του μαρξισμού που αντιλήφθηκαν την ανάγκη, όχι μόνο της ανανέωσης αλλά της υπέρβασής του. Σύμφωνα με την έκφρασή του, ο μαρξισμός πρέπει να νοηθεί ως «ανοιχτός κύκλος» και όχι ως δόγμα. Θεώρησε ότι στη μεγάλη «ηθική και διανοητική αναμόρφωση» όλης της κοινωνίας που συνιστούσε το πρόταγμά του, ο ανανεωμένος μαρξισμός θα διαδραμάτιζε πρωτεύοντα, καθοδηγητικό ρόλο.
Η αρχική ιδέα της μελέτης μου προέκυψε από συζητήσεις που είχα με φίλους στην Ιταλία, ιδίως με τον Τίτο Πατρίκιο, χάρη στον οποίο «ανακάλυψα» τον Γκράμσι. Διερευνώντας τη ζωή και το έργο του διαπίστωσα ότι παράλληλα με την ανανέωση της μαρξιστικής θεωρίας, τον απασχόλησε ιδιαίτερα η ανάγκη ανάπτυξης κριτικού πνεύματος και ορθολογικής αντιμετώπισης των προβλημάτων συνδυάζοντας το θάρρος με τον ρεαλισμό στην πολιτική.
Ξεκίνησε ως ανθολόγιο κειμένων για το σουβλάκι από την ελληνική και παγκόσμια βιβλιογραφία, μια συλλογή με αποσπάσματα από άρθρα και βιβλία που ήταν απελπιστικά λίγα. Μετά εξελίχθηκε σε μια έρευνα για το σουβλάκι του ελλαδικού χώρου από την εποχή του Ομήρου, κι ακόμα πιο παλιά, μέχρι τις σημερινές μπασταρδεμένες εκδοχές του (που ΔΕΝ είναι σουβλάκια).
Στη συνέχεια ερευνήσαμε εξαντλητικά το σουβλάκι της Αθήνας και κάναμε άπειρες συνεντεύξεις, μαζέψαμε μαρτυρίες και ιστορίες σουβλατζήδων και αρχίσαμε να συνθέτουμε ένα στόρι απίστευτο που ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό που περιμέναμε.
Δοκιμάσαμε αμέτρητα σουβλάκια, σχεδόν από κάθε σουβλατζίδικο της Αττικής, καθημερινά, για χρόνια, μιλήσαμε με ανθρώπους που έχουν μελετήσει το ελληνικό φαγητό (όλοι ξένοι), αρχαίο και σύγχρονο, αναζητήσαμε ένα σωρό εξαντλημένα και σπάνια βιβλία –βρήκαμε μέχρι και χρονικά από εκστρατείες Βυζαντινών στρατιωτών που αναφέρουν αναλυτικά τι έτρωγαν–, αφηγήσεις περιηγητών, λαογράφων, ψάξαμε τραγούδια (όλα σχεδόν σατιρικά, γιατί το σουβλάκι είναι ταπεινό και καταφρονημένο και κανείς δεν το πήρε ποτέ στα σοβαρά).
Το αποτέλεσμα είναι αυτό το βιβλίο, που δεν έχει ούτε μία φωτογραφία και είναι όλο σχεδιασμένο στο χέρι από τον Κωνσταντίνο Φυντάνη, και που αποτελεί την πρώτη απόπειρα να καταγραφεί η ιστορία του πιο δημοφιλούς ελληνικού street food, του πιο γνωστού ίσως ελληνικού φαγητού στα πέρατα του κόσμου.
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Ποιοι βοήθησαν τον Χίτλερ να καταλάβει την εξουσία; Ποιοι αποτελούσαν τον στενό κύκλο του; Ποιοι του ασκούσαν τη μεγαλύτερη επιρροή; Ποια προνόμια απολάμβαναν; Τι απέγιναν μετά το τέλος του πολέμου;
Η ιστορικός Heike B. Görtemaker καταρρίπτει τον μύθο του «μοναχικού» Χίτλερ. Παρουσιάζει άγνωστα μέχρι σήμερα ντοκουμέντα που αποδεικνύουν ότι ήδη από τη δεκαετία του 1920 ο Χίτλερ είχε πάντα ανθρώπους που φρόντιζαν την εικόνα του και του εξασφάλιζαν χρήματα και «υψηλούς» συμμάχους σε διάφορες χώρες. Μας μεταφέρει στο πολυτελές ορεινό καταφύγιό του και παρακολουθεί την καθημερινότητα της «Αυλής» του.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον ρόλο των γυναικών της «Αυλής», στην πανίσχυρη Μάγκντα Γκέμπελς, στην αδελφή του Νίτσε, στην κόρη του Βάγκνερ και στις πολύ νεαρές ερωμένες του «Φύρερ»: από την ανιψιά του μέχρι την Εύα Μπράουν.
Επιστήμες
Πίσω από κάθε αριθμό υπάρχει μια ιστορία.
Ένα βιβλίο για τις καταχρήσεις της στατιστικής από την καπνοβιομηχανία μέχρι τον κορωνοϊό και την κλιματική αλλαγή.
Στην πραγματικότητα, οι αριθμοί μάς καθοδηγούν.
Οι αριθμοί επηρεάζουν το τι πίνουμε, τι τρώμε, πού δουλεύουμε, πόσα βγάζουμε, πού ζούμε, με ποιον παντρευόμαστε, ποιο κόμμα ψηφίζουμε, πόσα ασφάλιστρα πληρώνουμε, το αν θα πάρουμε στεγαστικό δάνειο. Επηρεάζουν ακόμη και το αν θα αρρωστήσουμε ή θα θεραπευτούμε, τη ζωή και τον θάνατο …
Ήρθε η ώρα να βάλουμε τους αριθμούς στη θέση τους. Ούτε σε βάθρο ούτε στα σκουπίδια. Αλλά εκεί όπου ανήκουν: δίπλα στις λέξεις.
Κοινωνιολογία
ΠΟΡΝΕΣ. Γυναίκες χαμένες στην ανυπαρξία. Ενώ η ερωτική πράξη είναι ζωή, αυτές ζουν έναν αργό θάνατο. Χαμένες από τον εαυτό τους. Ούτε τα σώματά τους προλαβαίνουν να γνωρίσουν. Ξεχασμένες από τις οικογένειές τους, ζουν πάντα με τον φόβο μήπως τις ανακαλύψουν. Χωρίς ταυτότητα. Πολλές φορές, ξεχνάνε το πραγματικό τους όνομα.
Πίνοντας καφέ μ’ αυτά τα κορίτσια, στους οίκους ανοχής, η Εύα Νικολαΐδου, δημοσιογράφος-συγγραφέας, καταγράφει την καθημερινότητά τους. Κρατούσε σαράντα χρόνια στο αρχείο της ένα δημοσιογραφικό ημερολόγιο με συνεντεύξεις, φωτογραφίες, ταυτότητές τους, βιβλιάρια υγείας τους, έγγραφα…
Στο βιβλίο Στα σπίτια της αμαρτίας: χθες και σήμερα, η συγγραφέας δημιούργησε ένα πλέγμα υφασμένο από νήματα που ενώνουν τον εταιρισμό από την αρχαιότητα και το Βυζάντιο μέχρι σήμερα, δίνοντας μια ολοκληρωμένη εικόνα της πορνείας.
Τι ψάχνουν οι πελάτες; Γιατί τις επιλέγουν; Τι τους ζητάνε; Πώς συμπεριφέρονται; Το χθες ήταν διαφορετικό; Τι μετατοπίστηκε με το πέρασμα του χρόνου; είναι μερικά από τα ερωτήματα στα οποία θα βρείτε απαντήσεις. Ο ορατός και ο αόρατος κόσμος τους.
Μεταξύ άλλων, θα σας συναρπάσει για τον ρεαλισμό της η μοναδική συνέντευξη της Γαβριέλλας Ουσάκοβα. Μια πόρνη θρύλος που είχε πει τη γνωστή φράση: «Έγινα πόρνη διότι εγεννήθην έτσι».
Μια συνολική, ρηξικέλευθη αποτίμηση της πορείας του σύγχρονου ελληνικού κράτους, που εντάσσει κάθε κρίση της σε ένα πλαίσιο ιστορικής κανονικότητας.
«Η πρόκληση που έθεσα στον εαυτό μου ήταν ο εντοπισμός της βαθύτερης λογικής που διέπει την ιστορική μας πορεία ως έθνους. Η καταγραφή μιας σειράς υπερφιλόδοξων εγχειρημάτων, αναπόφευκτων καταστροφών και ξένων διασώσεων με θετική σε γενικές γραμμές έκβαση συνιστά το θεμέλιο του σχήματος στο οποίο κατέληξα και το οποίο προτείνω, όπως και η κωδικοποίηση των σύνθετων αυτών διεργασιών σε εφτά μεγάλους ιστορικούς κύκλους.» Στάθης Ν. Καλύβας
Μια σφαιρική και ρηξικέλευθη αποτίμηση της ιστορικής πορείας της σύγχρονης Ελλάδας που εντάσσει τη σημερινή κρίση σε ένα πλαίσιο ιστορικής διάρκειας, από την κατάκτηση της ανεξαρτησίας ως σήμερα. Ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Yale Στάθης Ν. Καλύβας με το βιβλίο αυτό επεκτείνει την ερμηνευτική του ματιά σε ολόκληρη την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας και μας οδηγεί σε μια βαθύτερη κατανόηση της κρίσης που ξεκίνησε το 2009, αφήνοντας συγχρόνως να διαφανεί κι ο σπόρος της αισιοδοξίας για το μέλλον.
Ξένη λογοτεχνία
Με την «Μαντάμ Μποβαρύ», γνήσιο αριστουργηματικό πρότυπο του σύγχρονου μυθιστορήματος, η πεζογραφία διαχωρίζεται με τρόπο ξεκάθαρο από την ποίηση, παύει να μεταρσιώνει, να μεταπλάθει την πραγματικότητα, παύει να τη βλέπει στην προοπτική της έξαρσης, παύει να αναζητά και να ξεθάβει τη βαθύτερη μεγαλοσύνη και δραματικότητά της, παύει να επιδιώκει την ποιητική της υπερύψωση. Η λογοτεχνία προσγειώνεται στο έδαφος της πικρής αλήθειας της καθημερινής ζωής, στην απεικόνιση της άνυδρης πραγματικότητας, τέτοιας που είναι και που καθημερινά βιώνεται γύρω μας και μέσα μας, οριοθετείται στη φωτογράφηση της ανθρώπινης μοίρας, στην περιγραφή της ζωής με την εγγενή της κακουχία, στην παρουσίαση των άτεγκτων νόμων του κόσμου, χωρίς διαφυγές, χωρίς ψηλοπετάγματα, χωρίς λύτρωση.
Ξένη λογοτεχνία
Ο αφηγητής είναι ένας διακεκριμένος άντρας στα πενήντα του, ο Γουίλιαμ Φρέντερικ Κόλερ, καθηγητής πανεπιστημίου κάπου στις μεσοδυτικές πολιτείες των ΗΠΑ. Το βασικό θέμα που τον απασχολεί είναι το Τρίτο Ράιχ. Έχει μόλις ολοκληρώσει το μεγάλο του έργο, μια μελέτη με τίτλο Ενοχή και αθωότητα στη χιτλερική Γερμανία. Το μόνο που του απομένει είναι μια εισαγωγή. Κάθεται, λοιπόν, να γράψει το σχετικό κείμενο, αλλά πολύ σύντομα διολισθαίνει σε ένα ανεξήγητο αδιέξοδο. Αντί για εισαγωγή, αρχίζει να γράφει ένα άλλο βιβλίο, μιαν άλλη ιστορία – την ιστορία του ίδιου του ιστορικού. Αυτό είναι το εντελώς αντίθετο από τη σαφώς τεκμηριωμένη και αιτιοκρατικά προσδιορισμένη ιστορία του Ράιχ.
Είναι κάτι υποκειμενικό και ιδιωτικό, που δεν έχει σχήμα ούτε κίνηση, ενώ η Ιστορία είναι αντικειμενική και δημόσια, διαθέτει τάξη και κατεύθυνση. Αυτό που γράφει ο Κόλερ είναι κάτι χαοτικό, σκοτεινό, γεμάτο ψέματα και αποκρύψεις, κενά και επαναλήψεις. Μάλιστα η εισαγωγή του είναι τόσο προσωπική που φοβάται μήπως την ανακαλύψει η γυναίκα του, κι έτσι κρύβει αυτές τις σελίδες ανάμεσα στις σελίδες του βιβλίου του, εκεί που ξέρει ότι δεν θα εντοπιστούν. Ταυτόχρονα, ο Κόλερ ξεκινά να σκάβει ένα τούνελ στο υπόγειο του σπιτιού του. Το συγκριμένο τούνελ αντικατοπτρίζει και την ανασκαφή που επιχειρεί μέσα στην ίδια του τη ζωή – στα συναισθήματά του, στο παρελθόν του, στις λίγες αγάπες και στα πολλά μίση του. Το γράψιμο, το σκάψιμο, η δική μας ανάγνωση συνεχίζονται μαζί, ανοίγοντας μια τρύπα στη γλώσσα και στον χρόνο, μια τρύπα που πλησιάζει και παράλληλα απομακρύνεται από τα μυστικά που διέπουν τον πυρήνα αυτού του μυθιστορήματος – τον φασισμό της καρδιάς.
Το Τούνελ, ένα βιβλίο που διαμορφωνόταν επί τριάντα χρόνια, εμφανίστηκε στο λογοτεχνικό προσκήνιο το 1995 και αμέσως χαιρετίστηκε ως ένα αδιαμφισβήτητο αριστούργημα των σύγχρονων γραμμάτων.
Στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού ο Γάλλος λογοτέχνης και πολιτικός Μωρίς Μπαρρές προβάλλει ως ο “Δάσκαλος” του εθνικισμού, του ιδεολογικού ρεύματος που οριζόταν ως η αποδοχή του ντετερμινισμού της γης και των νεκρών, που εξυμνούσε τον πόλεμο και πάλευε ενάντια στον διεθνισμό και τις οικουμενικές αξίες. Ο Ίων Δραγούμης ήταν ο σημαντικότερος Έλληνας “μαθητής” του. Γύρω από τον Μπαρρές βρίσκουμε όμως εκατοντάδες ακόμα κοσμοπολίτες εθνικιστές από όλο τον κόσμο: Ιταλούς -όπως ο Ντ’ Αννούντσιο και ο Μαρινέττι-, Ισπανούς, Πορτογάλους, Λατινοαμερικανούς, Βαλκάνιους… Μέσα από την αλληλογραφία τους και ποικίλες άλλες πηγές, ο εθνικισμός αναδεικνύεται σε ένα διεθνικό φαινόμενο, γέννημα ενός δικτύου φιλόδοξων ελιτιστών διανοούμενων που επιχειρούσαν να συνδυάσουν μια ριζοσπαστικά αντιδραστική πολιτική ιδεολογία με τη λογοτεχνία και την τέχνη.
Το βιβλίο ανιχνεύει τις διεθνείς διαδρομές του μπαρρεσικού εθνικισμού, από το Παρίσι μέχρι το Περού ή την οθωμανική “Ανατολή”, τις αντιφάσεις του, τις διακλαδώσεις και τις μεταλλάξεις του, τη σχέση του με τον πόλεμο και με την εμφάνιση του φασισμού· για να εστιάσει τελικά στις ελληνικές εκδοχές του, στην ιδεολογική πορεία του Ίωνα Δραγούμη, από τον προσηλυτισμό του μέχρι τη ρήξη, και στη σημασία που είχε για επιγόνους όπως ο Νίκος Καζαντζάκης και οι λογοτέχνες της “Γενιάς του ’30”.
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Γιώργος Χαρωνίτης
Βιογραφία - Μαρτυρίες
Ρόδης Ρούφος, ένας συγγραφέας σε καιρούς δοκιμασίας (Κατοχή, Αντίσταση, Κυπριακός Αγώνας)
Ξένη λογοτεχνία
Πολυβραβευμένος πεζογράφος και ποιητής, υποψήφιος κατ’ επανάληψη για βραβείο Νόμπελ, ιδιοφυής εκφραστής της ιβηρικής ψυχής, ο Μιγκέλ Τόργκα (1907 – 1995) αφηγείται στον Σενιόρ Βεντρούρα τις περιπέτειες του πορτογάλου Δον Κιχώτη, ο οποίος εγκαταλείπει τη γενέθλια γη του για να περιπλανηθεί στα πέρατα της πορτογαλικής αυτοκρατορίας και πέρα από αυτή, προσπαθώντας να αλλάξει το πεπρωμένο του.
Από το Αλεντέζο στο Μακάου και από την Κίνα στη Ματζουρία, διασχίζει με τον Υπερσιβηρικό τις αχανείς εκτάσεις της ρωσικής γης για να επιστρέψει πάλι στη γενέτειρά του. Αγρότης, στρατιώτης, ναύτης, λαθρέμπορος, αδίσταχτος τυχοδιώκτης, ο Σενιόρ Βεντούρα ελκύεται από τον κίνδυνο, το αίμα του ζητάει περιπέτειες και αγώνες, αλλά ταυτόχρονα βιώνει οδυνηρά τη φιλία, την αλληλεγγύη, τον έρωτα, το καθήκον, τη νοσταλγία, εκφράζοντας με μοναδικό τρόπο την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης συνθήκης.