Δεκάξι ιστορίες από τα Καμίνια, τη Νίκαια, τη Δραπετσώνα. Από τον ντόκο των Κρητικών, από το ουζερί “Υπάρχω”, από το φουγάρο της ΔΕΗ στο Κερατσίνι. Ιστορίες για τράπεζες που παίρνουν σπίτια, για σπίτια που παίρνουν φωτιά, για όνειρα που γίνονται στάχτη. Για το σκοτάδι που ζει στη διπλανή πόρτα. Κάτι θα γίνει όμως, θα δεις. Γιατί εκεί όπου μεγαλώνει ο φόβος μεγαλώνει κι εκείνο που σώζει από τον φόβο.
Κάτι θα γίνει, θα δεις
€15.15
Σελίδες: 272
Διατίθεται άμεσα και από τα γραφεία της LiFO, Boυλής 22, 6ος όροφος, Σύνταγμα.
Ώρες γραφείου (10:00-17:00). Τηλ. 210-3254290
Διατίθεται μόνο για αγορά online μέσω του lifoshop.gr
Η αγορά παλιών τευχών της LiFO αποτελεί ξεχωριστή λειτουργία του Shop.
Οι παραγγελίες για τα τεύχη της LiFO θα γίνονται ξεχωριστά και θα αποστέλλονται ξεχωριστά από άλλες αγορές από το LiFO Shop.
Tα έξοδα αποστολής υπολογίζονται για κάθε τεύχος ξεχωριστά.
Σχετικά προϊόντα
Ελληνική λογοτεχνία
Γιώργος Σεφέρης
Συνταξιοδότηση. Πρίνστον (ΗΠΑ). Τρία κρυφά ποιήματα. 28/3/69: Η δήλωση κατά της δικτατορίας. Η τελευταία εγγραφή, Τρίτη 4 Μάη 1971 (η έγνοια του για την Κύπρο).
Στον τόμο αυτό εμπεριέχονται αμιγώς ημερολογιακές εγγραφές, σημειώσεις για τα βιβλία που μελετούσε ο Γιώργος Σεφέρης, αποκόμματα εφημερίδων, σχέδια επιστολών, ακόμη και διευθύνσεις. Πρόκειται για ένα «εργαλείο δουλειάς» του νομπελίστα ποιητή, που διαμορφώνει μέσα από τις σελίδες του μια ιδιαίτερη τοιχογραφία της εποχής και αποτελεί αδιαμφισβήτητο σημείο αναφοράς για τις σεφερικές σπουδές.
“British Council. Ήρθαμε εδώ, στα σαράντα του Θωμά Έλιοτ, για να συγκεντρωθούμε στη μνήμη του, ο καθένας όπως μπορεί. Δεν έχω τη δύναμη ν’ αφεθώ, αυτές τις μέρες, σε κριτικές σκέψεις. Ένα μόνο θέλω να σημειώσω. Ο θάνατος έδειξε πόσο ανεξίτηλα σφράγισε την εποχή του αυτός ο ποιητής και πόσο μεγάλο κενό μάς άφησε φεύγοντας: «χάσμα σεισμού που βγάνει ανθούς» θα ‘λεγε ο Σολωμός.”
Ελληνική λογοτεχνία
Μαρία Ιορδανίδου
Το βιβλίο που αγάπησαν πολλοί είναι ένας ύμνος στην κουζίνας της Μικράς Ασίας. Η δυναμική Λωξάνδρα, μια σπουδαία μαγείρισσα και μια ασύγκριτη οικοδέσποινα, μας μαθαίνει μέχρι σήμερα πώς γίνονταν οι ντολμάδες, πότε είναι η εποχή για κάθε ψάρι, κάθε φαγητό, τι έτρωγαν μετά τα λουτρά και πώς στόλιζαν τα σπίτια τους οι νοικοκυρές της Πόλης για τις γιορτές. Αξίζει να διαβαστεί ξανά απ’ όσους αγαπούν την κουζίνα της Ανατολής.
Ελληνική λογοτεχνία
Βίκυ Τσελεπίδου
Πότε πεθαίνει ένας άνθρωπος; Ως τι εξακολουθεί να ζει αν χάσει τη μνήμη και την προσωπικότητά του; Κατά πόσο η γλώσσα ενυπάρχει σε όλα και κατά πόσο εμείς μέσα της; Πώς βρίσκει κανείς τη θέση του σε έναν κόσμο που συνεχώς ρέει; Υπάρχει άραγε κάποιο φωτεινό σημάδι στον ουρανό που να οδηγεί τα βήματά μας;
Ο Μεγάλος Σκύλος βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο του νυχτερινού ουρανού και περιλαμβάνει το πιο λαμπρό άστρο του στερεώματος, τον Σείριο. Στην ελληνική μυθολογία ο αστερισμός αναπαριστά τον Σκύλο του κυνηγού Ωρίωνα που καταδιώκει τον Λαγό. Μυθολογικές δοξασίες των Ρωμαίων συνδέουν τον Μεγάλο Σκύλο με τον Κέρβερο της Κόλασης.
Ένα βιβλίο που ψηλαφεί τη σχέση του εγώ με τον τόπο και τον χρόνο και αναδεικνύει τη μνήμη ως μοναδικό όπλο άμυνας απέναντι στην τρωτότητά μας. Ένα βιβλίο για το πέρασμα από το φως στο σκοτάδι και τανάπαλιν. Για αυτό το μάταιο, συνεχές –και κατ’ ουσίαν απερίγραπτο– πηγαινέλα μας.
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος
Έγραψαν για το βιβλίο:
Ηλιου φαεινότερο λοιπόν ότι τα κείμενα αυτού του ανθρώπου, έχουν το μυστικό μιας ακριβοθώρητης γοητείας που δεν είναι δάνειο, κρυπτομνησία ή συστηματικό αλληθώρισμα, αλλά προσωπικό ένστικτο. Στα ταξιδιωτικά του αυτή η αρετή είναι διάχυτη. Πριν απο όλα εντυπωσιάζει το διαζύγιο με το «πνεύμα της βαρύτητας». Πουθενά ακρογωνιαίος λίθος, αγκονάρι ή φέροντες οργανισμοί. Αυτή η υδάτινη ροϊκότητα που άλλοτε μιμείται τον αέρα και άλλοτε πέφτει απο ψηλά, συνιστά ενα κατασταλαγμένο μάθημα ζωής, ενα είδος φυσιογνωμίας που μεταλλάσσεται ανάλογα με τη διάθεση και το έναυσμα της στιγμής.
– ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ, Κωστής Παπαγιώργης
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΕΚΔΟΣΗ
Διαβάζοντας μετά από χρόνια τα σύντομα αυτά κείμενα, διαπιστώνω πρωτίστως ότι δεν είναι ταξιδιωτικά. Λίγα μαθαίνει κανείς για ξένους τόπους. Οι χώρες και οι πόλεις είναι σκηνικά σε ένα παλιό δράμα: τον μπερδεμένο μου εαυτό. Υπό αυτή την έννοια, μικρή διαφορά κάνει αν όσα αναφέρω συνέβησαν στο Ρίο, τη Δαμασκό ή την Αθήνα. Αυτό που πε- ριγράφεται είναι η πορεία ενός ανθρώπου από την κουζίνα ως το μπαλκόνι του, να πάρει αέρα, να μη σκάσει. Και να μετρήσει τα τετραγωνικά του κόσμου του.
Όντως ταξίδευα πολύ εκείνα τα χρόνια – αν θεωρήσουμε ότι ταξιδεύει πολύ εκείνος που διαρκώς είναι σε ένα αεροπλάνο ή αυτοκίνητο. Δεν ταξίδευα. Έφευγα από τον έναν τόπο στον άλλον. Ήταν μετακινήσεις σε θερμά κλίματα, αποδημητικό ένστικτο – ο μόνος τρόπος που ήξερα για να φτιάξω ένα αεροστεγές σύστημα εκτός κοινωνίας, που να μου δίνει ηδονή και αίσθημα ανωτερότητας, ενώ μου επέτρεπε να μετεωρίζομαι σαν τουρίστας μέσα στην εβδομάδα των άλλων. Αν συνέβαινε μια στραβή, πάντα σκεφτόμουν: «Και τι με νοιάζει, την Πέμπτη θα είμαι αλλού».
Τη Δευτέρα, όμως, ήμουν πίσω.
Δυστυχώς, όταν έγραφα αυτό το βιβλίο δεν είχα την τόλμη να μιλήσω ανοιχτά και να πω ότι το βασικό και κύριο ζητούμενο στα ταξίδια εκείνης της εποχής ήταν τα γούστα μου. Το ποτό και το σεξ. Δεν εννοώ τον σεξοτουρισμό -δεν είμαι φαν του είδους-, εννοώ τη διασκέδαση σε μπαρ και κλαμπ και όσα επακολουθούν όταν είσαι νέος. Διέσχισα εκείνη τη
δεκαετία λιώμα – αυτό που ήθελα μόνο ήταν να τραβιέμαι σε άγνωστα μέρη, να πίνω και να κάνω σεξ. Θα είχε νόημα να έγραφα περισσότερα για τη λάσπη στον πάτο της εικόνας, το πουλάκι όμως πέταξε: απλώς δεν ήμουν έτοιμος.
Παρ’ όλα αυτά, δεν λέω ψέματα. Κι αυτό ίσως είναι το πιο αξιοπερίεργο: πώς τα ρευστά, υπαινικτικά αυτά κείμενα πέφτουν σαν γάτες από τον έκτο και προσγειώνονται όρθια. Μπορεί να μην περιγράφω τις λεπτομέρειες μιας συνουσίας (με αυτήν τη μοντέρνα σαφήνεια που προσωπικώς βαριέμαι), περιγράφω όμως εκείνο που τελικά μέτραγε πιο πολύ: το μελαγχολικό ξενέρωμα της άλλης μέρας. Διότι ο κανονικός τίτλος αυτού του βιβλίου θα έπρεπε να είναι «Κυνηγώντας την ουρά μου: Πώς ο άνθρωπος που δεν έχει αγάπη, είναι βαρέλι δίχως πάτο. Και δεν θα χορτάσει ποτέ».
Στα μεσοδιαστήματα εκείνου του κυνηγητού, ναι, έζησα και μερικές στιγμές αλλόκοτης αγνότητας. Και μαγείας. Είδα αυτό που λένε, τη δρόσο των άστρων. Ζεστές, πράσινες θάλασσες. Χειρονομίες ανείπωτης ευγένειας. Το μονοπάτι της υπερβολής μου πέρναγε μέσα από έναν κήπο. Είμαι ευγνώμων που τον διέσχισα, έστω παραπατώντας.
Υπό αυτή την έννοια, ο Παλιός Καταρράκτης, χρόνια εξαντλημένος, είναι ένα βιβλίο που ήθελα να υπάρχει. Χωρίς να διεκδικεί τίποτα, περιγράφει πώς κάποιος έφτιαξε κόσμο, παραδέρνοντας μεταξύ λαγνείας και ποίησης.
Στάθης Τσαγκαρουσιάνος
Ελληνική λογοτεχνία
Γιώργος Σεφέρης
Λονδίνο – Οριστικά στην Αθήνα, στο σπίτι της Άγρας. Βραβείο Νόμπελ.
Οι «Μέρες Η΄» εκτείνονται από τον Ιανουάριο του 1961 ως και τον Δεκέμβριο του 1963. Καλύπτουν τους τελευταίους μήνες της θητείας του Γιώργου Σεφέρη ως Πρέσβη στη Μεγάλη Βρετανία και φτάνουν ως τον επαναπατρισμό του και την αναγγελία του Βραβείου Νόμπελ. Πρόκειται για μια σπάνια καταγραφή των εσωτερικών αναζητήσεων του νομπελίστα ποιητή, αλλά και μια ιδιαίτερη τοιχογραφία μιας ολόκληρης εποχής, που φωτίζεται μέσα από τις σελίδες του.
“Συλλογίζομαι το γυρισμό στην Ελλάδα αυτές τις ώρες, πάρα πολύ. Εικόνες του τόπου που μου δημιούργησε η ξενιτιά. Και άγνωστές μου συνθήκες που με περιμένουν. Ρωτιέμαι, πολύ το ρωτιέμαι, τι θα βγάλω πέρα, ακόμη.
Συλλογίζομαι πως η ανάγκη μου στο Λονδίνο ήταν να δημιουργήσω μέσα μου το άδειο, το κενό· αυτό το κενό που πρέπει τώρα να εμπιστευτώ.”
Ελληνική λογοτεχνία
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Στα ερωτικά διηγήματα του Παπαδιαμάντη, που όλα σχεδόν διαδραματίζονται καλοκαίρι πλάι στη θάλασσα (ή ολόγυρα στη λίμνη), τα όμορφα κοράσια δεν είναι πάντα «όνειρο στο κύμα» αλλά και επικίνδυνα στοιχειά του νερού. Και οι νεαροί άντρες, εκστατικοί μπροστά στο ίνδαλμα της ομορφιάς, κρύβουν κάποτε μέσα τους τη βία του αρπακτικού, ακόμα και τον ίδιο τον Διάβολο. Η θάλασσα και η λίμνη, η φωτιά, τα λουλούδια, οι σπηλιές, τα άστρα και η σελήνη δεν είναι μονάχα διάκοσμος του φυσικού κόσμου αλλά αποτελούν και σημεία που οδηγούν στο βαθύτερο νόημά του. Τα κείμενα που περιέχονται στο βιβλίο αυτό είναι εξαιρετικής αφηγηματικής τέχνης, περιγράφουν με ένταση, πυκνότητα, μυστικό παλμό και χάρη τον έρωτα που πυρπολεί τον άνθρωπο και τον τρελαίνει, καθώς και την απάρνηση του πάθους, με το μεγαλείο και τη μελαγχολία της. Εκτός από το Όνειρο στο κύμα, περιέχονται τα Ολόγυρα στη λίμνη, Η νοσταλγός, Έρως-ήρως, Η Φαρμακολύτρια και η μελέτη της Αγγέλας Καστρινάκη «Έρως νάρκισσος, έρως θείος: Όψεις του έρωτα στο έργο του Παπαδιαμάντη», που επιχειρεί να φωτίσει τα αινιγματικά παπαδιαμαντικά κείμενα με οδηγό τα πανανθρώπινα και τα χριστιανικά σύμβολα.
Ελληνική λογοτεχνία
Γιώργος Σεφέρης
Κορυτσά – Αθήνα (υπουργείο Τύπου). Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Εποχή του «Μυθιστορήματος», των «Ημερολογίων Καταστρώματος Α’» και των Δοκιμών για την ποίηση.
“…Δεν πιστεύω σ’ αυτούς τους ανθρώπους που φλυαρούν, ή στους άλλους που δεν ξέρουν τι κάνουν· δεν εννοώ να βουλιάξω μέσα στην απερίγραπτη μιζέρια των χαρακτήρων – πιστεύω σε δυο-τρεις ιδέες που προχωρούν, και τώρα ακόμη, ύστερ’ από χιλιάδες χρόνια, σ’ αυτή τη γλώσσα. Γι’ αυτές τις δυο-τρεις ιδέες που πρέπει να ζήσουν εδώ, και μονάχα εδώ θα μπορούσαν να ζήσουν καθώς τις σκέπτομαι, υπομένω αυτή την αθλιότητα.”
Ελληνική λογοτεχνία
Στρατής Παπαϊωάννου
Ο ρήτορας και φιλόσοφος Μιχαήλ Ψελλός (Κωνσταντινούπολη, 1018-1078) είναι μια εμβληματική προσωπικότητα στην ιστορία της λόγιας βυζαντινής λογοτεχνίας και ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους Έλληνες συγγραφείς του Μεσαίωνα. Η απήχησή του δεν είναι τυχαία. Ἐγραψε σχεδόν για τα πάντα, καλλιεργώντας περίπου όλα τα βυζαντινἀ λογοτεχνικά είδη και παρέχοντάς μας όχι απλώς μια μοναδική ματιά στο Βυζάντιο του ενδέκατου αιώνα, αλλά και μια πολυτυπία προσωπογραφιών που ακροβατούν ανάμεσα στην εξιδανίκευση, την ειρωνεία και την ευαισθησία. Η μορφή που ξεχωρίζει στις προσωπογραφήσεις του Ψελλού είναι αναμφισβήτητα εκείνη του εαυτού του, το εγώ του συγγραφέα.
Το βιβλίο προσπαθεί να αποδομήσει αλλά και να ανασυνθέσει τον αυτοαναφορικό λόγο του Ψελλού, εντοπίζοντας τις εμμονές και τις σιωπές του. Πώς ορίζει τον λογοτέχνη και την αυτοπαρουσίαση; Πώς χειρίζεται τη σχέση ανάμεσα στο κείμενο και το πρόσωπο; Με ποιούς τρόπους σκιαγραφεί και πραγματώνει το πορτρέτο του; Τι ρόλο προσδίδει στο σώμα και στα συναισθήματα, στο εγώ που γοητεύει αλλά και πάσχει; Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, ποιο ήταν το κύρος ενός ρήτορα, όπως ο Ψελλός, στη βυζαντινή κοινωνία; Ποιο το ακροατήριο και οι προσδοκίες του; Ποια η θέση των κειμένων του στην ιστορία της ρητορικής και της αυτοπαρουσίασης στον ελληνικό έντεχνο λόγο, από τους κλασικούς έως το Βυζάντιο της μέσης περιόδου; Τι ήταν εντέλει η βυζαντινή ρητορική; Και ποια η σχέση της με αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως λογοτεχνία; Στις απαντήσεις που προτείνονται, αναδύεται μια λογοτεχνία που παραμένει άγνωστη και παρεξηγημένη, ένας λόγος ίσως ξένος, αλλά και τόσο οικείος.
Ελληνική λογοτεχνία
Γιώργος Σεφέρης
Λονδίνο – Μέση Ανατολή – Κύπρος. Η εποχή του «Ημερολογίου Καταστρώματος Γ’».
“Ο μύλος της δημόσιας ζωής δεν πρόκειται να σταματήσει ―ούτε η κούραση ούτε η αηδία που μας ποτίζει το μεροκάματό μας. Υπάρχει ένα καλό σ’ αυτό το βάσανο: δε μ’ έχει χωνέψει· δεν είμαι σαν τις τροφές που έχει συνηθίσει. Ως άνθρωπος των γραμμάτων ανήκω σ’ έναν κόσμο που αποκλείει· ως άνθρωπος χωρίς περιουσία το ίδιο· το ίδιο και ως άνθρωπος με αντιδράσεις τιμιότητας, και με τη συνείδηση του υπηρετείν. Όλα αυτά δεν πρόκειται ν’ αλλάξουν· τουλάχιστο να μη βλάψουν το Θεό.”
Ελληνική λογοτεχνία
Γιώργος Σεφέρης
Λονδίνο. Η εποχή της «Στέρνας». Κυοφορία του «Μυθιστορήματος». Επινόηση του Στράτη Θαλασσινού. Ο Σεφέρης ακούει πολλή μουσική.
“…τώρα που κοιτάζω πίσω, βρίσκω ένα μυστικό: δεν υπάρχουν μικρά πράγματα στη ζωή. Αν κοιτάξεις με πολλή δύναμη και πολλή αγάπη μια φλόγα. μπορεί να σου μάθει περισσότερα παρά αν διαβάσεις πολλά βιβλία (και ξοδέψεις πολλή φαιά ουσία) για την εξέλιξη της ανθρωπότητας.”
Ελληνική λογοτεχνία
Ζαχαρίας Παπαντωνίου
“Φάνη, προσοχή. Σκοπός είσαι.
Μη φοβάσαι τη νύχτα, μη σε τρομάζουν οι ίσκιοι. Όποιος χάνει εκείνο που πρέπει, δεν έχει να φοβηθεί κανένα.
Εσύ κι οι σύντροφοί σου απόψε φυλάγετε το δάσος από τους εχθρούς του.
Η σφυρίχτρα σου να είναι έτοιμη.
Με τη βάρδια, που φυλάγετε, προστατεύετε τα δέντρα. Κι όλους τους ανθρώπους, όσοι θα δροσιστούν απ’ αυτά τα δέντρα είτε τώρα είτε σε πενήντα κι εκατό και διακόσια χρόνια.
Όταν βρίσκονται γενναία παιδιά σαν εσάς, ένα δάσος γίνεται αιώνιο. Κι οι άνθρωποι ζουν καλύτερα τη ζωή τους.”
Τα ψηλά βουνά του Ζαχαρία Παπαντωνίου βρίσκονται μακριά από κάθε ψευτιά η μόνη τους πρόθεση είναι να φέρουν στις αίθουσες διδασκαλίας και στις ψυχές των εννιάχρονων αναγνωστών τους το θρόισμα των πεύκων και των ελατιών, το τραγούδι του νερού και τη χαρά μιας αλλιώτικης ζωής. Και όλα αυτά με μια γραφή απόλυτα θελκτική και απροσποίητη, δίχως ίχνος ακαμψίας και διδακτισμού που δεν καταπίνεται.
Ελληνική λογοτεχνία
Μαρία Στεφανοπούλου
Τι θέση έχει το επαναλαμβανόμενο έγκλημα στην καθημερινότητα ενός πολέμου που διαρκεί – εθνικοαπελευθερωτικού, εμφυλίου, κοινωνικού ή ατομικού πολέμου για την επιβίωση; Ποιο είναι το νόημα της θυσίας των αμάχων, όταν πρόκειται για ανυποψίαστα θύματα αντιποίνων;
Στις 13 Δεκεμβρίου 1943, στα Καλάβρυτα, οι Γερμανοί διαπράττουν αντίποινα εκτελώντας όλο τον άμαχο αντρικό πληθυσμό. Μένουν οι γυναίκες για να θάψουν τους άντρες. Η Μαριάνθη και η κόρη της η Μαργαρίτα εγκαταλείπουν την πόλη. Η Λευκή, γιατρός, κόρη της Μαργαρίτας γεννημένη το 1955, έχει στοιχειωθεί από το πολεμικό αυτό έγκλημα και ζει στη σκιά του παππού της, του Άθου, συζύγου της Μαριάνθης, δασονόμου της επαρχίας Καλαβρύτων. Αφοσιώνεται στον πόνο και στη θεραπεία των ασθενών της και στη διερεύνηση του ναζιστικού φονικού. Είναι όμως ο Άθος πράγματι ένας από τους δεκατρείς επιζώντες της ομαδικής εκτέλεσης;
Ο κόσμος της σκιάς, όπως στα δασικά μονοπάτια όπου περιπλανιέται ο Άθος, νεκρός ή ζωντανός (μυστήριο που μόνον η πράξη της γραφής μπορεί να φωτίσει), συντροφεύει εδώ τα πρόσωπα της αφήγησης. Οι ήρωες αυτοί, δέσμιοι ενός άπιαστου ονείρου, σκέφτονται πάντοτε το κακό αδιαχώριστα από το θαύμα της ομορφιάς, με όρους τραγικούς, γι’ αυτό ίσως και λυτρωτικούς: ο πόλεμος κυοφορεί την ειρήνη, ο θάνατος τη ζωντανή μνήμη, ο αφανισμός το αίσθημα της ελευθερίας. Μόνο το φάσμα της εκδίκησης μένει στείρο και τυφλό, χωρίς έξοδο στην απέναντι όχθη.
Ο «επιζών» Άθος και ο κόσμος της σκιάς και της περισυλλογής μέσα στον οποίο η Λευκή τον επινόησε και τον εξιστορεί ανήκει μάλλον στο χώρο της εσωτερικής εμπειρίας. Ο Άθος είναι ο τρίτος άνθρωπος: ούτε θύμα ούτε ένοχος (παλεύει και με τα δυο), ούτε δεξιός ούτε αριστερός, αντιήρωας μιας ηρωικής εποχής, ή απλώς ήρωας παντός καιρού.