Στους Πλάνητες η Όλγκα Τοκάρτσουκ συνυφαίνει αφηγήσεις και στοχασμούς για τη σημασία του ταξιδιού με μια συναρπαστική διερεύνηση του ανθρώπινου σώματος. Από τα παλάτια των σουλτάνων και τα αλλοτινά θαυματοφυλάκια ως τις μοντέρνες αίθουσες αναχωρήσεων των αεροδρομίων, το λαμπρό αυτό μυθιστόρημα συνιστά μια αξέχαστη περιπλάνηση στον χώρο και στον χρόνο. Από τον 17ο αιώνα, έχουμε τον Ολλανδό Φίλιππο Φερχέιεν που ανέτμησε και σχεδίασε το κομμένο του πόδι. Στον 18ο αιώνα, την ιστορία ενός σκλάβου τον οποίο ταρίχευσαν μετά θάνατον και εξέθεσαν στην Αυστρία. Φτάνοντας στον 19ο αιώνα, παρακολουθούμε τη μυστική πορεία της καρδιάς του Σοπέν από το Παρίσι προς τη Βαρσοβία. Και στο παρόν, μοιραζόμαστε τις δοκιμασίες μιας γυναίκας που συνοδεύει τον σύζυγό της σε μια κρουαζιέρα στην Ελλάδα, καθώς επίσης την οδυνηρή εμπειρία ενός άντρα του οποίου η σύζυγος και το παιδί εξαφανίζονται μυστηριωδώς στην Κροατία. Με απαράμιλλη χάρη και διαπεραστική ενσυναίσθηση, η Πολωνή συγγραφέας μάς οδηγεί κάπου πέρα από την επιφάνεια του σύγχρονου καιρού, βαθιά στον πυρήνα της ύπαρξής μας. Η έκδοση συμπληρώνεται από τη θαυμάσια διάλεξη που έδωσε στο πλαίσιο της βράβευσής της με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Κάρλο Μούσο, Πάπας Φραγκίσκος
Μια αυτοβιογραφία δεν είναι το ιδιωτικό μας αφήγημα, είναι περισσότερο οι αποσκευές μας για το ταξίδι. Και οι αναμνήσεις δεν είναι μόνο αυτό που θυμόμαστε, αλλά αυτό που μας περιέχει.
Δεν μιλούν αποκλειστικά για όσα συνέβησαν, αλλά για όσα θα συμβούν. Μοιάζει σαν χτες, κι όμως είναι αύριο. Όλα γεννούνται για ν᾽ ανθίσουν σε μια αιώνια άνοιξη.
Στο τέλος, ένα πράγμα θα πούμε μονάχα: δεν θυμάμαι τίποτα στο οποίο να μη βρίσκεσαι Εσύ.
Όμηρος
Τα περισσότερα, ιστορικά και γραμματολογικά, συμφραζόμενα της ομηρικής Ιλιάδας παραμένουν ή αδιάγνωστα ή υποθετικά. Τίποτε βέβαιο δεν ξέρουμε για τον ποιητή της (ή τους ποιητές της): ούτε πότε έζησε ακριβώς ούτε που έζησε και έδρασε ούτε καν πώς λεγόταν. Ίσως γεννήθηκε σε κάποια πόλη της παράλιας Μικράς Ασίας ή σε κάποιο παράκτιο νησί της.
Η Ιλιάδα πιθανολογείται ότι συντάχθηκε στα μέσα περίπου του όγδοου προχριστιανικού αιώνα ότι η Οδύσσεια ακολούθησε, εν γνώσει μάλλον της Ιλιάδας, στα τέλη του ίδιου αιώνα. Τα δύο έπη προϋποθέτουν πάντως μακρά προφορική παράδοση, που την καλλιέργησαν κάποιοι εμπνευσμένοι αοιδοί, οι οποίοι εξελίχτηκαν σε ραψωδούς. Σ’ αυτή την προφορική παράδοση χρωστούν τα ομηρικά έπη λίγο-πολύ: το μύθο τους και τα κύρια πρόσωπά τους σίγουρα τον εξάμετρο και τη γλώσσα τους τους επαναλαμβανόμενους λογοτύπους (άλλως πως: φόρμουλες), τις τυπικές σκηνές, τα τυπικά τους θέματα και μεγαθέματα. […]
Γκουρμπετελλί Ερσόζ
Από παλιά τα βουνά ήταν μέσα στην καρδιά μου, αλλά κατάλαβα ότι πόλεμος σημαίνει να κεντήσω την καρδιά μου στα βουνά.
Δεν μπορεί να υπάρξει πόλεμος χωρίς το φόβο.
Ο πόλεμος δεν είναι ζωή στον κήπο με τα ρόδα, αλλά προσπάθεια συνέχισης της ζωής μέσα στην πυρίτιδα και στο αίμα”.
Tο ΚΕΝΤΗΣΑ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ. Ημερολόγιο μιας Κούρδισσας αντάρτισσας, 1995-1997 της Γκουρμπετελλί Ερσόζ είναι ένα χρονικό του αγώνα για ανεξάρτητο Κουρδιστάν και ταυτόχρονα μια επιτόπια μαρτυρία ως απάντηση στην παραπληροφόρηση του κράτους της Τουρκίας και των συμμάχων του.
Η Γκουρμπέτ, η Ξενιτοπούλα, αφηγείται μάχες, γράφει ποιήματα, αποδύεται σε στοχασμούς και αυτοκριτική. Το γράψιμο του ημερολογίου είναι για εκείνη, αφενός, πράξη πολιτική και προσωπική, που της επέτρεψε την ακατέργαστη καταγραφή των γεγονότων μιας ιστορίας που δεν θα δημοσιευθεί ποτέ επίσημα, και, αφετέρου, ευκαιρία να εκφράσει τα όνειρά της, τις πεποιθήσεις της, να διατυπώσει τις αναλύσεις και τις αμφιβολίες της.
Το Ημερολόγιο της Γκουρμπέτ μας δίνει επίσης τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τη διαμόρφωση μιας μαχήτριας, να διαπιστώσουμε και να εξερευνήσουμε τα παρακείμενα και τις αντιφάσεις του ένοπλου αγώνα, και, κυρίως, να συντροφέψουμε τις αντάρτισσες γυναίκες και να σφυρηλατήσουμε το ρόλο τους σε ένα τέτοιο πλαίσιο.
Η κατασκευή ενός αρχείου μνήμης in situ μας είναι απαραίτητη στο να χαρτογραφούμε και να συνοδεύουμε τους πολιτικούς αγώνες.