Βλέπετε 109–120 από 229 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Ο φτωχούλης του Θεού

Νίκος Καζαντζάκης

16.92

Αγάπη! Αγάπη! Αγάπη!

Ο Φτωχούλης του Θεού είναι η μυθιστορηματική βιογραφία του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης.
Αφηγητής είναι ο φράτε Λεόνε, ένας ταπεινός ζητιάνος που περιπλανιέται στον κόσμο ζητώντας τον Θεό.
Όταν φτάνει στην Ασίζη, συναντά τον Φραγκίσκο, ένα πλούσιο αρχοντόπουλο που βασανίζεται από παρόμοιες αναζητήσεις.

Ο Φραγκίσκος πιστεύει ότι μέσα από τον Λεόνε του μιλά ο Θεός.
Εγκαταλείπει, λοιπόν, την πλούσια ζωή του, συγκρούεται με τον πατέρα του και, ακολουθώντας τις θεϊκές επιταγές, βγαίνει στον κόσμο για να κηρύξει την αγάπη, το ιδανικό της πενίας και την απάρνηση των υλικών αγαθών.
Ο Λεόνε τον ακολουθεί και του συμπαραστέκεται μέχρι το θάνατό του.

Στον Φτωχούλη του Θεού, ο Καζαντζάκης φέρνει τον Θεό στα μέτρα του ανθρώπου και ιχνηλατεί τον δρόμο του ανήφορου, από τον ουρανό προς τη γη, που εντέλει οδηγεί στην ελευθερία, επιτελώντας έτσι το ανώτατο χρέος του ανθρώπου, ανώτερο κι από την ηθική κι από την αλήθεια κι από την ωραιότητα: να μετουσιώνει την ύλη που του εμπιστεύτηκε ο Θεός και να την κάνει πνεύμα.

«Μη ζητάς το Θεό, αν θες να Τον βρεις,κλείσε τα μάτια σου, αν θες να Τον δεις, φράξε τ’ αυτιά σου, να Τον ακούσεις. Αυτό κάνω κι εγώ», είπε, κι έκλεισε τα μάτια του, έφραξε τ’ αυτιά του, σταύρωσε τα χέρια κι άρχισε να κλαίει.
Και μια γυναίκα, που ασκήτευε στο δάσο, έτρεχε κάτω από τα πεύκα ολόγυμνη και φώναζε: «Αγάπη! Αγάπη! Αγάπη!» και χτυπούσε τα στήθια της κι άλλη απόκριση δεν μπορούσε να μου δώσει.

Οι νέες εκδόσεις, με νέα εξώφυλλα και ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά, συνοδεύονται από εισαγωγικά κείμενα και επίμετρο, που προσφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ίδιο το έργο και την εποχή στην οποία γράφτηκε

Ελληνική λογοτεχνία

Ο Καπετάν Μιχάλης

Νίκος Καζαντζάκης

19.80

«Πολεμώντας να σώσουμε την Κρήτη, τι κάνουμε θαρρείς; Πολεμούμε να σώσουμε την ψυχή μας».

Ο Νίκος Καζαντζάκης αναμετριέται με τον Καπετάν Μιχάλη για πολλά χρόνια.
Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα, που επικεντρώνεται περισσότερο στους ανθρώπους παρά στην ιστορία.
Η Κρήτη είναι ένα νησί στο οποίο καίει μια ασίγαστη φλόγα και οι άνθρωποι εκεί κινούνται από μια δαιμονική φωτιά. Δεν φοβούνται τον θάνατο κι αγαπούν τη ζωή με έναν τρόπο μαυλιστικό.

Η υπόθεση εκτυλίσσεται στα 1889, όταν οι υπόδουλοι Έλληνες επιχειρούν με έναν νέο ξεσηκωμό να ελευθερωθούν από τον τουρκικό ζυγό.
Αυτός ο ξεσηκωμός, αυτή η φλογερή εξέγερση είναι μέρος της ατέρμονης αναζήτησης της ελευθερίας, ακόμα κι αν τελικά το τίμημα είναι ο θάνατος.
Στον Καπετάν Μιχάλη απεικονίζεται καθαρά η ορμή του ανθρώπου προς τη δικαιοσύνη ενάντια στην τυραννία, συνθέτοντας ένα ψηφιδωτό από πρόσωπα και κουλτούρες που συγκρούονται και ταυτόχρονα προσπαθούν να βρουν κοινό έδαφος.

Μια στιγμή τα χείλια του, τα φρύδια του, τα μάτια του έπαιξαν, κοίταξε γύρα τους συντρόφους, κάτω την Τουρκιά, απάνω τον ακατοίκητο ουρανό… «Ελευτερία ή θάνατος!» μουρμούρισε κουνώντας άγρια την κεφάλα του.
«Ελευτερία ή θάνατος, ε κακομοίρηδες Κρητικοί! Ελευτερία και θάνατος! Αυτό πρέπει να γράψω εγώ στο μπαϊράκι μου· αυτό ’ναι το αληθινό μπαϊράκι του κάθε αγωνιστή! Ελευτερία και θάνατος!»

Οι νέες εκδόσεις των βιβλίων του Νίκου Καζαντζάκη, με νέα εξώφυλλα και ειδικά σχεδιασμένη γραμματοσειρά, συνοδεύονται από εισαγωγικά κείμενα και επίμετρο, που προσφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ίδιο το έργο και την εποχή στην οποία γράφτηκε

Νίκος Βατόπουλος

11.97

Με αφετηρία το ημερολόγιο που κρατούσε ο πατέρας του στα χρόνια του ’30 και ως το 1944, ο Νίκος Βατόπουλος ξετυλίγει μια διπλή αφήγηση μέσα στον χρόνο και με φόντο την Αθήνα της Κατοχής αλλά και το τοπίο της παιδικής και εφηβικής ηλικίας εκείνα τα χρόνια. Μαζί με την καθημερινότητα, έρχονται στο φως διαδρομές μέσα στην Αθήνα, τα σχολικά χρόνια στη Λεόντειο Πατησίων, ο συνοικιακός αθλητισμός γύρω από το «Σπόρτιγκ», τα μπάνια στο Φάληρο, τα ταξίδια με καΐκι ως το Άστρος, η εξερεύνηση του παραμυθένιου τοπίου στις όχθες του Κηφισού. Όλα αυτά συνθέτουν μια διαφορετική εμπειρία της αστικής διαβίωσης και δίνουν τροφή για σκέψη για τις ανάγκες της απλής ζωής, για το δικαίωμα στην ευτυχία, για τη σταδιακή ενηλικίωση μέσα από τα σκοτεινά χρόνια της Κατοχής. Με την Αθήνα πρωταγωνίστρια, το ημερολόγιο αυτό είναι ένα από τα σπάνια γραπτά τεκμήρια γραμμένα από παιδί ή έφηβο στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’40. Δίνει το έναυσμα για σύγκριση, μελέτη, αναστοχασμό.

Οι μεγάλες αφηγήσεις είναι υποκειμενικές. Αλλά και οι ελάσσονες, οι μικρές, αυτές που ξεχάστηκαν σε τετράδια, τεφτέρια, κατάστιχα, κόλες διαγωνίσματος, φύλλα αλληλογραφίας. Όπως όσα άφησε ο πατέρας μου με το μολύβι του και τα ανορθόγραφα γράμματά του και αργότερα με το καφετί μελάνι και την καλλιγραφία του γυμνασιόπαιδα. Όλες οι αφηγήσεις όμως, είτε είναι αυθόρμητες και αβίαστες είτε προσεκτικά σχεδιασμένες, βάφονται με το χρώμα του συναισθήματος, ακόμα και όταν τεκμηριώνονται ως αντικειμενικές.

Ελληνική λογοτεχνία

Κιθαιρώνας

Νίκος Α.Μάντης

20.00

Οι γυναίκες των Θηβών εξαφανίζονται η μία μετά την άλλη, χτυπημένες από μια καινούργια ασθένεια που ονομάζεται «μαιναδισμός». Η φήμη θέλει έναν νέο θεό, το Διόνυσο, να βρίσκεται στη Θήβα, και κανείς δεν είναι ασφαλής. Πάνω απ’ όλους ανησυχεί ο βασιλιάς Πενθέας, ξάδελφος του Διόνυσου και υπέρμαχος του νόμου και της τάξης.

Όταν η Ιόλη, μια νεαρή πρώην δούλη παντρεμένη με το στρατιώτη Μένιππο, αισθάνεται τα πρώτα συμπτώματα της ασθένειας, αρχίζει να φοβάται το θηρίο που ελλοχεύει μέσα της. Αργά ή γρήγορα θα κληθεί να αφήσει πίσω το σπίτι και την πόλη της, για χάρη μιας ξέφρενης πορείας στα δάση του Κιθαιρώνα. Η επιλογή της θα αλλάξει για πάντα τη ζωή της, μαζί με όλο τον κόσμο που την περιβάλλει.

Μια επαναπροσέγγιση του μύθου των Βακχών, όπου η μυθολογία, ο θρύλος και η Ιστορία συναντούν τη λογοτεχνία του φανταστικού, τον ακραίο ερωτισμό και τον σωματικό τρόμο. Ένα ψυχαναλυτικό παραμύθι, όπου ο φεμινισμός μπερδεύεται με τις αρχέγονες λατρείες, μέσα απ’ τα μάτια γυναικών που γίνονται ταυτόχρονα ηρωίδες, θεές και τέρατα. Ένα ταξίδι στα βάθη του παρελθόντος και του εαυτού μας.

Ελληνική λογοτεχνία

Το χάδι

Αλέξανδρος Στεφανίδης

8.50

“Θυμήθηκε την τελευταία φορά που ένιωσε τη ζεστασιά της στο σώμα του. Ήταν έξι χρονών και βρίσκονταν σε μια συγγενική επίσκεψη. Τον είχε όρθιο στην αγκαλιά της, ανάμεσα στα πόδια της, με την πλάτη γυρισμένη, και του δάγκωσε χαδιάρικα το αυτί. Ένιωσε την υγρασία των χειλιών της να τον πλημμυρίζει. Χρόνια κρατούσε ζωντανή τη μνήμη από το υγρό χάδι της.”

Το χάδι, ως διαρκής έλλειψη και αναζήτηση, διατρέχει το βιβλίο, το οποίο συντίθεται από δώδεκα διηγήματα, σπαράγματα ζωής της παιδικής και εφηβικής ηλικίας του αφηγητή, σε κάποιο ορφανοτροφείο της Αθήνας.
Ο αφηγητής, ώριμος και νηφάλιος πια, αποτολμά το συγκερασμό του παρόντος και του παρελθόντος χρόνου, αναπτύσσοντας μια ιδιότυπη αποστασιοποιημένη μνημοτεχνική, που του επιτρέπει, μέσω της κινηματογραφικής εικονοποιίας και της ελλειπτικής καταγραφής, να ψαύσει -ως παιδί και ως ενήλικος- το αληθινό πρόσωπό του.

Ελληνική λογοτεχνία

Άπαντα

Πάνος Κουτρουμπούσης

39.00

Παναγιώτης Κουτρουμπούσης, έλκων την καταγωγήν από Άνω Μουσουνίτσα Παρνασσίδος (τώρα, χωρίον Αθανάσιος Διάκος)… κι απέ: Σουρρρεαλισμός εν τω γίγνεσθαι!!!…

Κάποτε, λοιπόν, γύρω στα μέσα των ’60s -αν δεν απατώμαι!- ταξιδεύαμε με τον Παναγιώτη, με αυτοκίνητο, κι είχαμε μόλις περάσει τα Ιταλο-Γαλλικά σύνορα, παραλιακά, προς Κυανή Ακτή… Μπαίνοντας στη Γαλία, μου λέει: “Μόλις βρούμε μια τράπεζα, να σταματήσουμε περικαλώ, ν’ αλλάξω κάτι λιρέττες που μου ‘χουνε μείνει, σε Γαλλικά φράγκα” (Τότε ακόμα, στην Ευρώπη, η κάθε χώρα είχε το δικό της νόμισμα!)… Ο.Κ., πράγματι, βρίσκουμε σε λίγο μια τράπεζα, σταματάω, βγαίνει ο Παναγιώτης, μπαίνει στην τράπεζα, και γυρίζει μετά από λίγο, τρεχάτος και χεσμένος στα γέλια!!!… “Τι έγινε ρε συ;” τον ρωτάω, και εξακολουθώντας να γελάει μου δείχνει το διαβατήριό του, και την απόδειξη της συναλλαγής… Στο διαβατήριο, βέβαια, έγραφε το όνομά του με λατινικά, “Panayote Koutrouboussis”, το οποίον η ταμίας, στην τράπεζα, είχε αντιγράψει στην απόδειξη ως “Pavejnolus Clardeluna”!!!…

Έκτοτε, πάντα έτσι υπέγραφε στην σποραδική αλληλογραφία μας!

Ελληνική λογοτεχνία

Μπρούτζινος

Δημήτρης Μανιάτης

10.60

Ο Μπρους Λι. Η οδός Φυλής. Ένας νάνος που λέει τα κάλαντα. Ένας γυμνιστής που μένει έξω απ’ το σπίτι του. Ένας ακέφαλος περαστικός. Τενίστες που γλυτώνουν το λιντσάρισμα σε μια συναυλία. Μια στρίπερ. Ο νεκρός με τις μπότες. Μια άχρηστη εφημερίδα που τυλίγει ψάρια. Το Τροπάριο της Κασσιανής. Ένα μπαλκόνι για οφθαλμόλουτρο. Ένας μπρούντζινος νάρκισσος στην Πανεπιστημίου. Η αυξητική γλουτών. Ένα παλιό σινεμά. Ο Λυκαβηττός. Δεκάξι διηγήματα μικρής φόρμας. Μικρές ιστορίες, σαν φέτες ζωής ή σαν μικρά όνειρα που καταγράφηκαν πυρετικά λίγο πριν τελειώσουν. Πικρά, αστεία, γλυκόπικρα, αδιάφορα, στιγμιότυπα μιας ζωής που χάνεται, μιας ζωής που ανατέλλει, μιας ζωής που δεν υπήρξε ποτέ ή απειλητική εδώ γύρω μας κυκλώνει.

Ελληνική λογοτεχνία

Μπέμπης

Θωμάς Κοροβίνης

16.50

O Δημήτρης Στεργίου, γνωστός ως Μπέμπης (Πειραιάς 16.4.1927-24.12.1972), υπήρξε μια ιδιότυπη πρωταγωνιστική φυσιογνωμία της ελληνικής λαϊκής μουσικής που, λόγω της ιδιοφυΐας, της μόρφωσης, της απαράμιλλης δεξιοτεχνίας του στο μπουζούκι και στην κιθάρα, της καθηλωτικής γοητείας του και της αυτοκαταστροφικής αγωνίας του, απέκτησε, τόσο εν ζωή όσο και μετά θάνατον, διαστάσεις θρύλου.

Ο Θωμάς Κοροβίνης, έχοντας μελετήσει τα υπάρχοντα στοιχεία της εργοβιογραφίας και της καλλιτεχνικής διαδρομής του και «συνομιλώντας» για χρόνια με την προσωπικότητά του, παρουσιάζει ένα εκτενές λογοτεχνικό πορτραίτο του, μια αυτοαναφορική εξομολόγησή του, με αποδέκτη έναν φανταστικό επιστήθιο φίλο του μα και όλους μας. Μέσα από την αφήγηση αναδεικνύονται σημαίνοντα πρόσωπα της λαϊκής μας μουσικής, εμβληματικά τραγούδια, ανάλυση χαρακτήρων συνθετών, στιχουργών, ερμηνευτών και θαυμαστών του τραγουδιού, η ανθρωπογεωγραφική σύνθεση του Πειραιά της εποχής του καλλιτέχνη, η ζωή των μουσικών μας στην Κατοχή και στη μεταπολεμική Ελλάδα, και στα αμερικανικά κέντρα διασκέδασης, με ιδιαίτερη έμφαση στο «αγγελικό και μαύρο φως» που σφραγίζει την ψυχική ιδιοσυστασία αυτού του μοναδικού και ανεπανάληπτου «αριστοκράτη μάγκα».

Άρης Αλεξανδρής

12.96

Μόλις τελείωσε το σχολείο, ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής ήξερε ότι ήθελε να ξεφύγει: από την Κομοτηνή, μία πόλη που αποτελείται «από μία πλατεία και ένα σιντριβάνι»· από τη μητέρα του, που όλη την ώρα καθάριζε ένα σπίτι με παλιά και βαριά έπιπλα· από τον πατέρα του, που το μυαλό του βρισκόταν συνέχεια σε ένα γελοίο μαγαζί με καλτσόνε· από μία βαρετή ζωή. Γι’ αυτό και όταν επιτέλους μετακόμισε στην Αθήνα, ο Ιγνάτιος αποφάσισε να γίνει ένας άλλος άνθρωπος.

Ως φοιτητής πια, είναι πρωτόγνωρα χαρούμενος. Όλα τού φαίνονται «τρελά» και τα απολαμβάνει αχόρταγα. Όμως, όσο περισσότερο εξερευνά ο Ιγνάτιος τη νέα του ζωή, τόσο δυσκολότερη μοιάζει να γίνεται. Η νέα του φίλη, η Βιργινία, είναι πλασμένη από αλλόκοτα υλικά. Γιατί, ο κύριος Μαρκέζε; Πολύ περίεργη περίπτωση εργοδότη. Για να μη μιλήσουμε για τον κύριο Γόπα: ο άνθρωπος θέλει συνέχεια κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο! Ο Ιγνάτιος δεν θέλει με τίποτα να αποτύχει η νέα του ζωή στην Αθήνα. Προσπαθώντας όμως να εξαντλήσει όλες του τις δυνατότητες, εξαντλείται ο ίδιος. Και καθώς βλέπει τον εαυτό του να αλλάζει μέσα σε έναν αχανή ψηφιακό κόσμο όπου όλα είναι πιθανά, μαθαίνει από πρώτο χέρι τι θα πει να χάνεις τα πάντα.

Ελληνική λογοτεχνία

Εξοδόχαρτο

Βαγγέλης Σιαφάκας

17.70

Οι μικρές ιστορίες που συγκέντρωσε ο Βαγγέλης Σιαφάκας στο Εξοδόχαρτο, γραμμένες με κέφι και συνδυάζοντας το πραγματικό με το φανταστικό, μπορούν να διαβαστούν και σαν απολογισμός ζωής. Ο κύκλος ανοίγει με τον συγγραφέα μικρό μαθητή στη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία, περιλαμβάνει περιστατικά της εφηβείας, ανθολογεί επεισόδια από τις σπουδές και την πολιτική δράση στην Ιταλία, από τη δημοσιογραφική και την οικογενειακή ζωή, όχι σε χρονολογική σειρά, αλλά ενταγμένα σε θεματικές ενότητες. Κυρίαρχη θέση έχει βέβαια η επικαιρότητα, με τις πρωτοφανείς συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού.
Το χιούμορ που διατρέχει τις ιστορίες του είναι αναμφισβήτητο, όπως κι ένας γλυκόπικρος σαρκασμός: θεωρεί ότι η Ιστορία έχει μετατραπεί σε φάρσα και στρέφει συχνά το βλέμμα στο παρελθόν, τότε που τη λαμπερή νεότητα καταύγαζε ο αστερισμός των ιδεών.

Στο Μοναστηράκι, με κυρίαρχο έναν αδυσώπητο ρεαλισμό, κυλάει ένα ποτάμι ταπεινών πραγμάτων, χειρονομιών, στάσεων, ματαιώσεων και πικρίας. Η ματιά του συγγραφέα στέκεται στα ευτελή και καθημερινά που καταβάλλουν τους ήρωές του χωρίς καταγγελτική και διδακτική διάθεση, μιλώντας μια γλώσσα ζωντανή και ανεπιτήδευτη. Όμως η ζωή, με τις κακοτοπιές και τις ανατάσεις της, ολοκλήρωσε τον κύκλο της. Ο χρόνος έχει πάντα το πάνω χέρι. Και ο Βαγγέλης Σιαφάκας είναι αλλού.

Ελληνική λογοτεχνία

R.I.F., ο θάνατος στο φέισμπουκ

Μαρία Γιαγιάννου

13.00

Ο θάνατος, η γραφή και το κοινωνικό δίκτυο φτιάχνουν τη θεματική πλεξίδα του R.I.F. (Rest In Facebook). Όταν ο χρήστης εγκαταλείπει τα εγκόσμια, τι συμβαίνει με την ψηφιακή του παρουσία; Τι κουστούμι φοράει ο θάνατος στο Ίντερνετ; Γιατί κοινοποιούμε το πένθος μας; Είναι η γραφή μια αποτελεσματική στρατηγική επιβίωσης; Μήπως τελικά θα ζήσουμε για πάντα;

Το R.I.F. είναι ένα πολυμορφικό πεζό, που αναμειγνύει τη μυθοπλασία με το δοκίμιο και τη σάτιρα με το επιτάφιο επίγραμμα. Μια στοχαστική περιπέτεια σπασμένη σε μικρότερες αυτοδύναμες παρατηρήσεις πάνω στην επιδραστικότητα του κυρίαρχου social medium της καθημερινότητάς μας. Κάθε τόσο ο αναγνώστης ξεκουράζεται πάνω από τους (επινοημένους) τύμβους ανθρώπων που πέρασαν από τη ζωή και τους άδραξε το ψηφιακό νεκροταφείο. Δώδεκα συν ένα επιγράμματα παρεμβάλλονται στην αφήγηση και παρουσιάζουν στον διαβάτη της ανάγνωσης τις αντίστοιχες φανταστικές προσωπικότητες που, αν και πέθαναν, συνεχίζουν να ζουν.

Ελληνική λογοτεχνία

Η εποχή του ταράνδου

Σπύρος Βγενής

10.98

Αγόρια και κορίτσια, γέροι, θεατράνθρωποι, γκραφιτάδες, ηδονοβλεψίες. Άνθρωποι που ξεχνούν και άνθρωποι που θυμούνται, άνθρωποι που δεν έχουν πού να πάνε και άνθρωποι που έχουν πού να πάνε αλλά δεν έχουν τι να κάνουν, άρρωστοι άνθρωποι, υπεράνθρωποι, άνθρωποι που προσπαθούν να φύγουν απ’ την πόλη μα καταφέρνουν μονάχα να ονειρευτούν την εξοχή. Με ρεαλισμό, οξυδέρκεια και χιούμορ, ο Σπύρος Βγενής οργανώνει θραύσματα από παράδοξα περιστατικά, ημιτελείς διαλόγους και ανολοκλήρωτες ιστορίες, αφηγήσεις σε πρώτο και τρίτο πρόσωπο, αφηγήσεις μέσα από την παρέα.