Βλέπετε 916–930 από 1146 αποτελέσματα

Λογοτεχνία

Λουί-Φερντινάν Σελίν

«Αριστούργημα!»… «Ανοσιούργημα!» … «Μνημειώδες!»… «Ελεεινό!»… «Υψηλό!»… «Χυδαίο!»… «Κωμικό!»… «Τραγικό!»… «Κωμικοτραγικό!»… «Φιλάνθρωπο!»… «Απάνθρωπο!»… «Υπεράνθρωπο!»…

Μυριάδες λέξεις γράφτηκαν ήδη το 1932, όταν οι εμβρόντητοι αναγνώστες σαλπάρισαν γι’ αυτό το αναπάντεχο “Ταξίδι”, που άλλαξε τα τοπία της γλώσσας, της τέχνης, της ζωής! Μυριάδες γράφονται ακόμη, γιατί το ασύγκριτο μυθιστόρημα του Σελίν εξακολουθεί να μας συγκλονίζει, να μας μεταμορφώνει, να μας μετουσιώνει. Κανείς δεν επέστρεψε, κανείς δεν θα επιστρέψει αλώβητος από την «άκρη της νύχτας».

24.19

Ξένη λογοτεχνία

Οι υπνοβάτες (γ τόμος)

Χέρμαν Μπροχ

Το “1918, Χουγκενάου ή ο Ρεαλισμός” αποτελεί τον τρίτο τόμο με τον οποίο και ολοκληρώνονται “Οι Υπνοβάτες” του Χέρμαν Μπροχ. Το βιβλίο αρχίζει με τη λιποταξία του Χουγκενάου, ενός αλσατού επιχειρηματία. Στην προσπάθειά του να απομακρυνθεί από το μέτωπο και να βρει καταφύγιο σε ασφαλές μέρος, μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος, ο Χουγκενάου φτάνει σε μια μικρή πόλη. Εκεί θα συναντήσει τους ήρωες των δύο προηγούμενων τόμων, τον Γιόαχιμ φον Πάσενοβ, στρατιωτικό διοικητή, και το Ες, που έχει γίνει διευθυντής τοπικής εφημερίδας. Η σύγκρουση του Χουγκενάου τόσο με τον πρώτο όσο και με τον δεύτερο θα έχει τραγικές συνέπειες.

Εκτός όμως από αυτή την ιστορία, που συνιστά τον κορμό του μυθιστορήματος, ταυτόχρονα εξελίσσονται και άλλες παράλληλες ιστορίες. Ο κατακερματισμός της αφήγησης, η οποία στους προηγούμενους τόμους ήταν συνεκτική, εκδραματίζει το θέμα του μυθιστορήματος, από την άποψη της δομής. Οι συμβατικές απαιτήσεις του είδους αποδυναμώνονται, καθώς αυτό εμπλουτίζεται με στοιχεία φιλοσοφικού δοκιμίου, ποίησης και θεατρικής δράσης. Οι Υπνοβάτες, με την ενοποίηση όλων αυτών των στοιχείων, δεν δημιουργούν μόνο ένα νέο τύπο μυθιστορήματος που βασίζεται στο ιστορικο-φιλοσοφικό τους περιεχόμενο, την ποιητική ματιά, την επιστημονική ακρίβεια και την προφητική διορατικότητα, αλλά αποτελούν ορόσημο και καμπή στην τέχνη της μυθιστορηματικής αφήγησης.

16.97

Ξένη λογοτεχνία

Οι υπνοβάτες (β τόμος)

Χέρμαν Μπροχ

Με το δεύτερο τόμο των Υπνοβατών, αρχίζει να διαφαίνεται το μυθιστορηματικό οικοδόμημα που επιχειρεί να στήσει ο Μπροχ. Γιατί, πέρα από τις επιμέρους λογοτεχνικές αρετές του έργου, ο αναγνώστης διακρίνει πλέον τους αρμούς της σύνθεσης του συγγραφέα. Ο Ες μοιάζει με τον Γιόαχιμ φον Πάσενοβ, στο βαθμό που νιώθει χαμένος σε έναν κόσμο που δεν τον αντιπροσωπεύει και προσπαθεί να αλλάξει τη μοίρα του. Διαφέρει γιατί, αντίθετα με αυτόν, δεν διαθέτει κανενός είδους στήριγμα.

Έτσι, επιχειρεί να δημιουργήσει ο ίδιος ένα σύστημα αξιών, που οι δυο κύριοί του άξονες είναι η δικαιοσύνη και ο έρωτας. Ο Μπροχ, παρουσιάζοντας ανάγλυφα το αδιέξοδο της λογικής του παραλογισμού προλειαίνει το έδαφος για τον τρίτο τόμο, στον οποίο, κατακερματίζοντας τη συμβατική αφήγηση, θα αναλύσει τις βαθύτερες συνέπειες της κατάρρευσης του συστήματος των αξιών.

13.75

Ξένη λογοτεχνία

Οι υπνοβάτες (α τομος)

Χέρμαν Μπροχ

Οι Υπνοβάτες, η τριλογία του Χέρμαν Μπροχ που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1932, θεωρείται σήμερα ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της σύγχρονης λογοτεχνίας και ο συγγραφέας της ισάξιος των Προυστ και Τζόυς. Πρόκειται για μια τεράστια νωπογραφία που καλύπτει 30 χρόνια (1888-1918) από την ιστορία της Γερμανίας και όπου έρχονται να συναντηθούν η μυθιστορηματική αφήγηση με την ποίηση και τη φιλοσοφία. Ο Μπροχ στον πρώτο τόμο ζωντανεύει με απαράμιλλη δεξιοτεχνία το τέλος του 19ου αιώνα και το λογοτεχνικό στυλ της εποχής αφηγούμενος την ιστορία του Γιόαχιμ Φον Πάσενοβ, που η οικογένειά του τον αναγκάζει να γίνει αξιωματικός παρά τη θέλησή του. Ο ήρωας όταν αρχίζει το βιβλίο έχει πλέον ενστερνιστεί τα σαθρά ιδεώδη του Πρωσικού μιλιταρισμού και ζει σε μια ατμόσφαιρα νοσηρού ρομαντισμού. Η γνωριμία του με μια γυναίκα ελευθερίων ηθών, τη Ρουτσένα, η φιλία του με τον Φον Μπέρτραντ, που εγκατέλειψε το στρατό για να γίνει επιχειρηματίας, καθώς και η επιθυμία του πατέρα του να παντρευτεί την κόρη των γειτόνων τους, την Ελίζαμπετ, και να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι, τον φέρνουν αντιμέτωπο με ορισμένα διλήμματα. Μέσα από αυτά τα τυραννικά για τον ήρωα ερωτήματα ο Μπροχ αφήνει να διαφανεί το ρήγμα που έχει δημιουργηθεί στην κοινωνική συνοχή ενός κόσμου που αργοπεθαίνει και προαγγέλλει την επερχόμενη αποσύνθεση.

Οι Υπνοβάτες, μυθιστόρημα επιβλητικό μα και προφητικό, καθώς το κεντρικό του θέμα, η κατάρρευση των ηθικών αξιών, προοιωνίζεται την άνοδο του Ναζισμού, είναι ένα πολυσύνθετο έργο που ο Μίλαν Κούντερα το χαρακτηρίζει ως “τον ακρογωνιαίο λίθο της παράδοσης του σύγχρονου Ευρωπαϊκού μυθιστορήματος”.

14.35

Ελληνική λογοτεχνία

Το καλό θα ‘ρθει από τη θάλασσα

Χρήστος Οικονόμου

“Χάσαμε τις δουλειές μας, χάσαμε τα σπίτια μας, χάσαμε τη ζωή μας – γιατί να μη χάσουμε και τη μνήμη μας; Γιατί; Γιατί μας πήραν όλα τ’ άλλα και μας άφησαν τη μνήμη; Γιατί δεν την άρπαξαν κι αυτή;”

Το “Καλό θα ‘ρθει από τη θάλασσα” είναι το πρώτο μέρος μιας τριλογίας διηγημάτων για τους εμφύλιους που διεξάγονται σ’ ένα νησί του Αιγαίου. Η Άρτεμη και ο Σταύρος, που πετάνε χαρταετό τον Ιούλιο, πάνω στα αποκαΐδια ενός καμένου ονείρου, ο Χρόνης στο καρότσι, που πολεμάει με ζωντανούς και αναστημένους εφιάλτες, ο Τάσος, που χάνεται χορεύοντας έξω από μια σπηλιά, ο Λάζαρος το Τόξο, που το στόμα του αγαπάει το όνομα του γιου του: τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν είναι εσωτερικοί μετανάστες – άνθρωποι, δηλαδή, που τα τελευταία χρόνια εγκατέλειψαν αναγκαστικά την Αθήνα ή άλλες μεγάλες πόλεις και εγκαταστάθηκαν στο νησί, παλεύοντας να σταθούν ξανά όρθιοι, να ξεφύγουν από ένα παρελθόν που αλλάζει διαρκώς και ένα μέλλον που μοιάζει αδιέξοδο για όλους.

Στην προσπάθειά τους αυτή θα βρεθούν αντιμέτωποι με τους ντόπιους κατοίκους, αφιλόξενους απέναντι στους “ξενομπάτες”, θα θέσουν σε δοκιμασία τις μεταξύ τους σχέσεις, θα αναμετρηθούν με τα φαντάσματα του χθες, αλλά και με τον φόβο και την αγωνία για το αύριο. Άνθρωποι σαν κομμένες γέφυρες, που αγωνίζονται να φτιάξουν από την αρχή τον εαυτό τους, τη ζωή τους, μια νέα χώρα, μια νέα πίστη, έναν καινούργιο κόσμο. Γιατί η αρχή δεν είναι ποτέ πίσω μας. Η αρχή είναι πάντα μπροστά μας.

16.00

Μάτση Χατζηλαζάρου

Σε περιβάλλω με μια μεγάλη αναμονή.
Σε περιέχω όπως τ’ αραχωβίτικο κιούπι το λάδι.
Σε ανασαίνω όπως ο θερμαστής του καραβιού ρουφάει
μες στα πλεμόνια του το δειλινό το μπάτη.
Σ’ αγρικώ με την ίδια διάθεση που ο Ερυθρίδερμος
κολλάει το αυτί του χάμω, για ν’ ακούσει
τον καλπασμό του αλόγου.

16.34

Ξένη λογοτεχνία

Γκρίζες μέλισσες

Αντρέι Κούρκοφ

Στο χωριό Μάλαγια Σταρογκράντοφκα, που βρίσκεται στη λεγόμενη «γκρίζα ζώνη» της Ανατολικής Ουκρανίας, έχουν απομείνει μονάχα ο σαρανταεννιάχρονος συνταξιούχος Σεργκέι Σεργκέγιτς και ο πρώην συμμαθητής του Πάσκα. Έχοντας διαμετρικά αντίθετες απόψεις για τη ζωή, είναι αναγκασμένοι να συμφιλιωθούν και το κατορθώνουν υπό νευραλγικές συνθήκες, δεχόμενοι μάλιστα επισκέψεις από διαφορετικούς ανθρώπους, ο ένας στρατιωτικούς του επίσημου κράτους και ο άλλος ρωσόφωνους αυτονομιστές.

Με τον ερχομό της άνοιξης, το βασικό μέλημα του Σεργκέγιτς είναι να μεταφέρει τις έξι κυψέλες με τις μέλισσές του όσο γίνεται πιο μακριά από τον πόλεμο, για να μην πάρει το μέλι του τη γεύση των όπλων. Όμως δεν μπορεί να φανταστεί τις δοκιμασίες που του επιφυλάσσει αυτό το ταξίδι. Ύστερα από μια ατυχή στάση κοντά στο Ζαπορόζιε, αποφασίζει να πάει στην Κριμαία και να βρει έναν Τατάρο τον οποίο είχε γνωρίσει παλιότερα σε ένα συνέδριο μελισσοκόμων. Το καλοκαίρι που θα περάσει εκεί θα μάθει στον Σεργκέγιτς να μην εμπιστεύεται κανέναν, ούτε καν τις μέλισσές του. Σε τούτο το μυθιστόρημα ο Αντρέι Κούρκοφ ακτινογραφεί την αβέβαιη μοίρα μιας ολόκληρης χώρας. Είναι διορατικός και συγκινητικός.

 

-Διαθέσιμο από 28.3.22

 

20.00

Όντεν Γουίσταν Χιου

Γραμμένο την δεκαετία του 1940, το ποίημα αρχικά μοιράστηκε δακτυλογραφημένο ανάμεσα σε φίλους του Ώντεν. Τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1965, σε περιοδικό της Νέας Υόρκης, και κυκλοφόρησε ταυτόχρονα σαν φυλλάδιο.

Αλλά λίγο καιρό αργότερα, μετά από έφοδο της αστυνομίας της Νέας Υόρκης, στο βιβλιοπωλείο του Ed Sanders, κατασχέθηκαν τα περισσότερα αντίγραφά του, μαζί με άλλο «άσεμνο» υλικό, και κατεστράφησαν.

Ξαναδημοσιεύθηκε στο Λονδίνο το 1967 και στο Άμστερνταμ το 1969 (στο ερωτικό δημοσίευμα Suck που αναφέρεται στο ποίημα του Σπέντερ). Το ποίημα, ωστόσο, δεν συμπεριλαμβάνεται στις Εκδόσεις των Ποιητικών Συλλογών του Ώντεν.

10.00

Σωτήρης Κακίσης

Ο μέσα κήπος

Όλυμπε, Κίσσαβε, βουνά της Κίνας,
άγνωστα ‘Εβερεστ της Ινδοκίνας,
ψηλά κι απάτητα, μικρά μπροστά μου,
μπρος στα αισθήματα τα πιο κρυφά μου.

Ο μέσα έρωτας, ο μέσα κήπος,
κόσμος ολόκληρος αυτός ο χτύπος.
Ο μέσα έρωτας, καρδιά, καρδιά μου,
βουνά κι ηφαίστεια όλα δικά μου!

Βουνά ρεμπέτικα της Αλαμπάμα,
Αίτνα της Θήρας μου και Φουτζιγιάμα,
ηφαίστεια άγρια, σβηστά μπροστά μου,
μπροστά στον έρωτα και την καρδιά μου.

13.78

Σωτήρης Κακίσης

Στην τσέπη μου μέσα μυρίζει ρίγανη, φυτεία ολόκληρη από κάθε ως τώρα μου εποχή, κάθε κόκκος της κι άλλη μυρωδιά, όλες σ’ όλους η μία καλύτερη από την άλλη, η μια εποχή πιο δική μου εδώ τώρα από το μέλλον όπως φαίνεται, από την άλλη. και χάδια στην τσέπη μου μέσα μαζί, κι από των ελάχιστων ηλικιών μέσα στην τσέπη μου εδώ φερμένα. κι όπερα ολόκληρη μες στην τσέπη μου υπέροχα ιδιωτική. όπερα με χάδια και ρίγανη αποκλειστικά.

7.63

Τζον Μακ Γκρέγκορ

“…και όλα τα αρχεία του κόσμου να είχε στη διάθεσή του, δεν θα τον βοηθούσαν σε τίποτα εάν δεν ήξερε ποιον ή τι θα αναζητούσε, ή έστω πού έπρεπε να ψάξει…”

Ο Ντέηβιντ είναι έφορος σε μουσείο στο Κόβεντρυ. Από παιδί έχει τη συνήθεια να συλλέγει κάθε λογής αντικείμενα για να συγκρατεί το παρελθόν. Το μεγάλο όνειρο του Ντέηβιντ είναι να διευθύνει κάποτε το δικό του μουσείο. Προηγουμένως χρειάζεται όμως να βάλει σε τάξη τη δική του ιστορία. Ξάφνου όμως, από τη μια μέρα στην άλλη, όλα του τα στηρίγματα καταρρέουν. Μαθαίνει πως δεν είναι γιος των γονιών του. Έτσι, αφιερώνει όλη του τη ζωή αναζητώντας τη μητέρα του, από το χάος που βασίλευε στο Λονδίνο γύρω στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ως την Ιρλανδία της νέας χιλιετίας. Ο γάμος του σχεδόν διαλύεται όσο ο ίδιος βυθίζεται όλο και περισσότερο στην απεγνωσμένη αναζήτηση της πραγματικής του μητέρας, ενώ η σύζυγός του Έληνορ ταλανίζεται εξίσου από κατάθλιψη και οικογενειακά προβλήματα – η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και η υιοθεσία, η κατάθλιψη και η άνοια και κυρίως η μνήμη και ο καταλυτικός της ρόλος στη ζωή μας. Κοινή η ανάγκη τους για συναισθηματική ασφάλεια, κοινή και η αδυναμία τους να συγχωρούν. Τίποτε δε μένει αλώβητο στο πέρασμα του χρόνου· κάθε μέρα που ξημερώνει ζητά μια νέα αρχή. Συνηθισμένα πράγματα, καθημερινά· που όμως ο λυρισμός και η συναισθηματική σοφία του ΜακΓκρέγκορ τα απογειώνουν. Όλα αυτά με φόντο το Κόβεντρυ, τον μικρόκοσμο της σύγχρονης Αγγλίας, με τις συνεχείς εναλλαγές οικονομικής ύφεσης και ανάκαμψης.

Με το ξεχωριστό ύφος που τον διακρίνει, ο ΜακΓκρέγκορ μάς αφηγείται την ιστορία του Ντέηβιντ, σε ένα συγκινητικό μυθιστόρημα γύρω από τις ανεξάντλητες δυνατότητες που προσφέρονται καθημερινά για μια νέα αρχή.

22.71

Ελληνική λογοτεχνία

Στα Δάση

Ιορδάνης Παπαδόπουλος

Ουσιαστικά, Στα ΔΑΣΗ διαβάζει κανείς ένα ημερολόγιο που άρχισε να γράφεται λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία. Μέσα τους μπορεί να διακρίνει εξομολογητικούς τόνους, ποιητικά κατάλοιπα, στοιχεία μυθοπλασίας και εκλαϊκευμένης θεωρίας.

Στα ΔΑΣΗ άλλοτε εμπλέκονται κι άλλοτε τρέχουν παράλληλα γνωστικά αντικείμενα δενδροκομίας, γεωμετρίας, μηχανικής και γεωγραφίας, υψηλής κουλτούρας, λαϊκών δοξασιών και βιντεοπαιχνιδιών.

Στα ΔΑΣΗ εναλλάσσεται η δαιδαλώδης, ίσως και αγχωτική, περιήγηση μ’ ένα ανακουφιστικό πανόραμα˙ προτείνεται ταυτόχρονα μια επιτομή δασικής οικολογίας και μια εκτεταμένη επισκόπηση της ποιητικής τους.

11.97

Ξένη λογοτεχνία

Η απόλαυση του κειμένου

Ρολάν Μπαρτ

Τι ξέρουμε για το κείμενο; Τον τελευταίο καιρό, η θεωρία επιχειρεί να δώσει κάποια απάντηση. Μένει όμως ένα ερώτημα: Τι απολαμβάνουμε από το κείμενο;

Το ερώτημα τούτο οφείλουμε να το θέσουμε έστω και μόνο για ένα λόγο τακτικής: οφείλουμε να καταξιώσουμε την απόλαυση του κειμένου ενάντια στην αδιαφορία της επιστήμης και στον πουριτανισμό της ιδεολογικής ανάλυσης∙ οφείλουμε να καταξιώσουμε την απόλαυση του κειμένου ενάντια στην ταπείνωση της λογοτεχνίας σαν απλής ψυχαγωγίας.

Πώς να θέσουμε το ερώτημα; Συμβαίνει το χαρακτηριστικό της απόλαυσης να είναι πως δεν μπορεί να ειπωθεί. Χρειάστηκε λοιπόν να προσφύγουμε σε μια άτακτη σειρά αποσπασμάτων: στιλπνές πλευρές, πινελιές, κουκκίδες – φυλακτήρια ενός αόρατου σχεδιάσματος: απλή σκηνοθεσία της ερώτησης, βλαστός εξωεπιστημονικός της κειμενικής ανάλυσης.

Ρολάν Μπαρτ

Αν διαβάζω κι απολαμβάνω τούτη τη φράση, τούτη την ιστορία ή τούτη τη λέξη, είναι γιατί έχουν γραφεί μες στην απόλαυση. Το αντίθετο όμως; Γράφοντας μες στην απόλαυση, εξασφαλίζω άραγε – εγώ, ο συγγραφέας – την απόλαυση του αναγνώστη μου; Καθόλου. Τον αναγνώστη αυτόν πρέπει να τον γυρέψω [να τον «ψαρέψω»], χωρίς να ξέρω πού είναι. Κι έτσι δημιουργείται ένας χώρος της ηδονής. Δεν είναι το «πρόσωπο» του άλλου που μου είναι αναγκαίο, είναι ο χώρος…

Ρολάν Μπαρτ

10.80

Ξένη λογοτεχνία

Απόψεις ενός κλόουν

Χάινριχ Μπελ

Ο Χανς Σνηρ, γόνος πλούσιας και ισχυρής οικογένειας, εγκαταλείπει το πατρικό του σπίτι, αηδιασμένος από την ψευτιά και την υποκρισία των δικών του και των “ισχυρών” που τους περιστοιχίζουν, και διαλέγει το μόνο επάγγελμα που τον αντιπροσωπεύει: γίνεται κλόουν, δίνει παραστάσεις από πόλη σε πόλη, κι έχει μαζί του τη Μαρί, την πρώτη και μοναδική του αγάπη.

Έπειτα από έξι χρόνια δύσκολης συμβίωσης, η Μαρί τον εγκαταλείπει για να παντρευτεί έναν σπουδαίο παράγοντα του γερμανικού καθολικισμού, κι ο Χανς, που δεν καταφέρνει να την ξεπεράσει, κατρακυλάει σταθερά. Ζητιάνος πια, θα καταλήξει στα σκαλιά του σιδηροδρομικού σταθμού της Βόννης, περιμένοντας τη Μαρί να επιστρέψει από το γαμήλιο ταξίδι της.

20.00

Όσκαρ Ουάιλντ

Σε τούτο το βιβλίο αναδεικνύονται οι στιβαρές ρίζες του Όσκαρ Ουάιλντ ως ενός κλασικού φιλολόγου από την Ιρλανδία, προτού ακόμη κατακτήσει τους θεατές με τις κωμωδίες του και το αναγνωστικό κοινό με το σκανδαλώδες Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι. Ο ίδιος είναι περισσότερο γνωστός σε όλους μας για το χιούμορ, την ευφυή ετοιμολογία και την προκλητικότητά του. Σε αυτόν τον ξεχωριστό, δίγλωσσο τόμο συναντούμε τον νεαρό φοιτητή και αρχαιολάτρη Ουάιλντ.

Στις Γυναίκες του Ομήρου (1876) τον παρακολουθούμε να ζωγραφίζει με τα δικά του χρώματα τις θηλυκές μορφές της Οδύσσειας και της Ιλιάδας, να θαυμάζει τη Ναυσικά και να παινεύει την Ελένη. Στον Ελληνισμό (1877) η λατρεία του για το κάλλος και η ωραιοπάθεια των αισθητιστών φαίνεται να υποχωρεί μπροστά στην προσπάθειά του να εξετάσει την αντανάκλαση της Ιμπεριαλιστικής Βρετανίας μέσω της αρχαίας Αθήνας και Σπάρτης.

Ο Ουάιλντ είχε γράψει και τα δύο δοκίμια κατά την περίοδο των διακοπών του. Νωρίτερα είχε ταξιδέψει στην Ελλάδα και είχε ντυθεί φιλέλληνας αγωνιστής του ’21. Τι σήμαινε όμως για αυτόν ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, τι ακριβώς θαύμαζε σε εκείνον τον κόσμο και τι κράτησε από τις σχετικές σπουδές του στην Οξφόρδη; Τα σπάνια πρωτόλεια ενός εκκολαπτόμενου καλλιτέχνη.

15.00