Ξένη λογοτεχνία
Μια συναρπαστική ναυτική περιπέτεια που καταλήγει σ’ έναν κρυπτογραφικό γρίφο, ένα ταξίδι στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, μια τελετουργία διάβασης προς το ανόσιο: μεσ’ από φουρτουνιασμένες θάλασσες, ανταρσίες, ναυάγια, κανιβαλισμούς και ξωτικά νησιά με επικίνδυνους κατοίκους, ένας ιδιοφυής συγγραφέας οδηγεί τον αναγνώστη του σε μια κάθοδο στο ασυνείδητο, σε μια πάλη του λευκού με το μαύρο, ή και σε μια λαζαρική ανάσταση, αφού ο νεκρός ήρωας, που είναι ζωντανός, διεκδικεί από τον συγγραφέα την πατρότητα του έργου.
Το πρώτο πεζογράφημα του Edgar Allan Poe, το “σημαντικότερο έργο του” κατά τον Borges, που επηρέασε πλήθος γνωστών συγγραφέων.
Ξένη λογοτεχνία
Για τις ανάγκες της διδακτορικής του διατριβής σχετικά με το τι σημαίνει να ζεις στην ύπαιθρο τον 21ο αιώνα, ο φοιτητής Εθνολογίας Νταβίντ Μαζόν εγκαταλείπει το Παρίσι και μετακομίζει σε ένα λιτό χωριό της γαλλικής επαρχίας. Εγκατεστημένος στο αγρόκτημα της Ματίλντ και του Γκαρύ, και γρήγορα εξοπλισμένος με ένα μηχανάκι, χρήσιμο για τη διεξαγωγή των ερευνών του, ο νεοφερμένος αρχίζει να κρατά ημερολόγιο, καταγράφοντας μικρά γεγονότα και τοπικά έθιμα, αποφασισμένος να ορίσει και να αποτυπώσει την πεμπτουσία της αγροτικής ζωής. Για να βυθιστεί καλύτερα στο πνεύμα του τόπου, ο Νταβίντ γίνεται συχνός επισκέπτης του Καφέ των Ψαράδων και του πληθωρικού δημάρχου Μαρσιάλ, ο οποίος ως ο ιδιοκτήτης του τοπικού γραφείου κηδειών είναι ο αμφιτρύωνας του ετήσιου Συμποσίου της Συντεχνίας των Νεκροθαφτών, μιας γιγαντιαίας τριήμερης γιορτής κατά τη διάρκεια της οποίας ο Θάνατος δίνει μια ανάπαυλα ώστε οι νεκροθάφτες —και οι αναγνώστες— να διασκεδάσουν χωρίς ενδοιασμούς.
Σε μια μυθική αφθονία φαγητού, σπονδών και λέξεων, σε ένα αδιάκοπο μπρος πίσω μεταξύ του παρόντος και του παρελθόντος, ακολουθώντας τις ιδιοτροπίες του Τροχού του Χρόνου στον οποίο ο Θάνατος ανασταίνει τις ψυχές που αιχμαλωτίζει, ο συγγραφέας της Πυξίδας (Βραβείο Goncourt 2015) αποκαλύπτει τον λαϊκό πολιτισμό σε όλο το βάθος του, επιστρατεύοντας τη μυθολογία, τη λογοτεχνία, την πολιτική και την επιστήμη για να ζωογονήσουν με τους χυμούς τους μια αφήγηση γεμάτη οίστρο, ιλαρότητα και χιούμορ.
Ξένη λογοτεχνία
Το μυθιστόρημα περιγράφει τη ζωή και τη σταδιοδρομία του Στόουνερ, ενός βαηθού καθηγητή της Αγγλικής Φιλολογίας: τη διδασκαλία του, τις σχέσεις του στο Πανεπιστήμιο, τις φιλίες του, την αποτυχία του γάμου του αλλά και τον έρωτά του για μια νεαρή καθηγήτρια, σχέση που θα εμπλακεί αναπόφευκτα στις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς της πανεπιστημιακής ζωής.
“Το σημαντικότερο στοιχείο του μυθιστορήματος, γράφει ο συγγραφέας, είναι η συνείδηση του έργου, του επαγγέλματος που έχει ο Στόουνερ… Η αγάπη για κάτι είναι αυτό που μετράει”.
Ξένη λογοτεχνία
Πού είναι οι γυναίκες φιλόσοφοι; Η απάντηση είναι ακριβώς εδώ!
Η ιστορία της φιλοσοφίας δεν έχει φερθεί δίκαια στις γυναίκες. Πιθανότατα γνωρίζετε τον Πλάτωνα, τον Καντ, τον Νίτσε και τον Λοκ, αλλά ισχύει το ίδιο και για την Υπατία, την Άρεντ, την Ολουγόλι και τη Γιανγκ;
Το ανά χείρας βιβλίο έλειπε εδώ και χρόνια από τη βιβλιογραφία, καθώς αφορά τη ζωή και το έργο γυναικών φιλοσόφων και το έχουν γράψει γυναίκες που ασχολούνται με τη φιλοσοφία. Αυτή η συλλογή κειμένων φέρνει στο προσκήνιο είκοσι σπουδαίες γυναίκες των οποίων οι ιδέες είχαν μεγάλο αντίκτυπο στον κόσμο – αν και κατά κύριο λόγο δεν έλαβαν την αναγνώριση που τους άξιζε.
Θα μάθετε για την Μπαν Τζάο, την πρώτη ιστορικό της Κίνας· την Άντζελα Ντέιβις, ίσως την πλέον εμβληματική φιγούρα του αμερικανικού κινήματος Μαύρη Δύναμη· την Αζίζα αλ-Χίμπρι, που έγινε γνωστή για τη διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στον ισλαμικό νόμο και την ισότητα των φύλων, αλλά και για πολλές άλλες.
Αν ενδιαφέρεστε να μάθετε για τη θέση των γυναικών στη φιλοσοφία ή για την εξέλιξη της ιστορίας των ιδεών, ήρθε η ώρα να γνωρίσετε τις βασίλισσες της φιλοσοφίας.
Ξένη λογοτεχνία
Το 1936, ο Βαρλάμ Σαλάμοφ, δημοσιογράφος και συγγραφέας, συλλαμβάνεται για αντεπαναστατική δράση και στέλνεται να εκτίσει την ποινή του στα σοβιετικά στρατόπεδα εργασίας – ένας από τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα των σταλινικών εκκαθαρίσεων.
Οι “Ιστορίες από την Κολυμά”, αυτό το αριστούργημα της λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, είναι μια επική σειρά από σύντομα διηγήματα στα οποία αποτυπώνονται τα συνολικά δεκαεπτά χρόνια που ο συγγραφέας πέρασε στα σοβιετικά γκουλάγκ : έξι χρόνια ως σκλάβος στα χρυσωρυχεία της Κολυμά και στη συνέχεια, σε μια λιγότερο ανυπόφορη συνθήκη, ως αμειβόμενο νοσηλευτικό προσωπικό στις φυλακές-στρατόπεδα.
Την αφήγησή του για τη ζωή στην Κολυμά άρχισε να τη γράφει μετά το θάνατο του Στάλιν το 1953. Είναι, αφενός, η βιογραφική κατάθεση ενός από τους λίγους επιζήσαντες των στρατοπέδων και, αφετέρου, μια ιστορική καταγραφή των ίδιων των γκουλάγκ· αλλά πρωτίστως είναι ένα λογοτεχνικό έργο ασύγκριτης δύναμης, διορατικότητας και πίστης.
Μέσα από τη γραφή του ο Σαλάμοφ θέτει στόχο να απαντήσει στα θεμελιώδη ηθικά ερωτήματα που τον βασάνιζαν στα χρόνια των στρατοπέδων, εκεί όπου μεταξύ άλλων γνώρισε από πρώτο χέρι και τον κόσμο του εγκλήματος όπως πραγματικά είναι, πολύ πιο κακός απ’ ό,τι στο Υπόγειο του Ντοστογέφσκι : «Πώς κάποιος παύει να είναι άνθρωπος; » «Πώς γίνονται οι εγκληματίες ; »
Το 1972, όταν έγραφε τις τελευταίες ιστορίες του, τα στρατόπεδα κατεδαφίζονταν, οι πύργοι φρούρησης και οι στρατώνες ισοπεδώνονταν. « Υπήρχαμε ; », ρωτάει ο Σαλάμοφ, και μετά, χωρίς δισταγμό: « Απαντώ: Υπήρξαμε ».
Ξένη λογοτεχνία
Στις “Μεγάλες προσδοκίες” ο Ντίκενς διηγείται την ιστορία του φτωχού και ορφανού Πιπ, ο οποίος θα γνωρίσει σταδιακά την υψηλή κοινωνία του Λονδίνου, αλλά και όλες τις σκοτεινές πλευρές των ανθρώπων που την αποτελούν. Τη μετάφραση σε μία γλώσσα ζωντανή και πιστή στο πρωτότυπο κείμενο έκανε η συγγραφέας Παυλίνα Παμπούδη.
Ξένη λογοτεχνία
«Καθώς περνούσα τον τρίτο όροφο, το κουνελάκι σάλευε μέσα στην παλάμη μου. Η Σάρα με περίμενε πάνω για να με βοηθήσει να βάλω μέσα τις βαλίτσες… Τι να της έλεγα; Ότι ήταν ένα καπρίτσιο, ότι είχα περάσει από ένα μαγαζί για κατοικίδια; Τύλιξα το κουνελάκι μέσα στο μαντίλι μου και το ’βαλα στην τσέπη του πανωφοριού μου αφήνοντας το πανωφόρι ξεκούμπωτο για να μην το συνθλίψω. Μόλις που κουνιόταν. Η μικρή του συνείδηση θα πρέπει να του αποκάλυπτε σημαντικά γεγονότα: πως η ζωή είναι μια ανοδική κίνηση μ’ ένα τελικό κλικ, αλλά κι ένας χαμηλός, λευκός και περίκλειστος ουρανός που μυρίζει λεβάντα, στον πάτο μιας χλιαρής τρύπας.»
Ζώον:κάθε έμβιο ον, εκτός από τα φυτά, κάθε οργανισμός με την ικανότητα της κίνησης και της συναίσθησης, π.χ. οι γάτες, τα κουνέ-λια, οι τίγρεις, οι μανκούσπιες κ.ά.
Ζωολογία:φυσιογνωστική επιστήμη, που περιγράφει, κατατάσσει και μελετά τα ζώα.
Ζωολόγιο:η πρώτη συλλογή διηγημάτων του Χούλιο Κορτάσαρ (1951), αυτή που τον συνέδεσε με την πρωτοπορία της νοτιοαμερικανικής λογοτεχνίας στην οποία έμελλε να εδραιωθεί με το μεγαλειώδες Κουτσό του, και αυτή που ξεκινάει με το αριστουργηματικό «Κατειλημμένο σπίτι», το πρώτο δημοσιευμένο διήγημά του και αυτό που προκάλεσε το θαυμασμό τού —συνήθως φειδωλού σε επαίνους συγχρόνων του— Χόρχε Λουίς Μπόρχες.
Ξένη λογοτεχνία
Ανάμεσα στον Σοπενάουερ και τον Κοντ, τελικά διάλεξα – και, βαθμηδόν, με ένα είδος διαψευσμένου ενθουσιασμού, έγινα θετικιστής και έτσι, έπαψα κατ’ αναλογία να είμαι σοπεναουερικός. Παρά ταύτα, ελάχιστα ξαναδιαβάζω Κοντ, και ποτέ με μιαν απόλαυση απλή, άμεση, αλλά περισσότερο μ’ εκείνη τη λιγάκι διεστραμμένη (σίγουρα έντονη, όταν της έχεις πάρει το κολάι) απόλαυση που νιώθουμε συχνά με τις υφολογικές παραξενιές των εκκεντρικών. Αντίθετα, κανένας φιλόσοφος, εξ όσων γνωρίζω, δεν είναι τόσο άμεσα ευχάριστο και ανακουφιστικό ανάγνωσμα όσο ο Άρτουρ Σοπενάουερ. Δεν πρόκειται καν για κάποια «τέχνη του γραψίματος» κι άλλες τέτοιες μωρολογίες: πρόκειται για τους όρους τους οποίους καθένας θα έπρεπε να μπορεί να πληροί πριν βρει το θράσος να προτείνει τη σκέψη του στο κοινό.
Το έργο του Μισέλ Ουελμπέκ σημαδεύεται από τη σκέψη του Σοπενάουερ. Ο Ουελμπέκ δεν παύει να επικαλείται τον φιλόσοφο για να αναγγείλει την παρακμή της ανθρωπότητας και τον τελικό αφανισμό της.
Ο μυθιστοριογράφος βρίσκει επίσης στη σκέψη αυτή μια επιβεβαίωση της θεώρησής του για την αγάπη ως ανέφικτη, ως απάτη. Συνολικά, ο κόσμος κατά Σοπενάουερ αποτελεί για τον Ουελμπέκ την πιο ενδεδειγμένη σύλληψη για να καταλάβουμε τι ζούμε, κι ακόμα περισσότερο τι μας περιμένει.
Σε αυτό το ανέκδοτο κείμενο, μπορούμε να δούμε τη σχέση που διατηρεί ο Ουελμπέκ με τη φιλοσοφία και πώς τροφοδοτεί αυτή το έργο του.
Ξένη λογοτεχνία
Τα τερατουργήματα και τα θαύματα της επιστήμης και της τεχνολογίας μάς παραλύουν· παλεύουμε να κρατηθούμε στην επιφάνεια παρά τα βίαια κύματα που σπρώχνει ασταμάτητα κατά πάνω μας η κοινωνική οργή· οι πολιτικά και οικονομικά ισχυροί απαιτούν την υποταγή μας· οι εταιρείες που είχαν υποσχεθεί «να μην κάνουν ποτέ κακό» μάς κατασκοπεύουν και μας παρακολουθούν μ’ ένα σμήνος αλγορίθμων. Κι εμείς τρέμουμε, όπως θα τρέμαμε αν βλέπαμε το κεφάλι ενός μυθολογικού πλάσματος να αναδύεται από τα νερά και να καταργεί τις κατηγορίες της σκέψης μας, και λαχταρούμε την ασφάλεια του παρελθόντος. Αναγκαζόμαστε να στραφούμε προς τα μέσα μας, να κλείσουμε τα μάτια και να προσευχηθούμε να μας προσπεράσει το τέρας, να μη μας καταβροχθίσει το βλέμμα του, να μας αφήσει να τουρτουρίζουμε έντρομοι μες στην ασφάλεια του εσωτερικού μας κόσμου. Θα θέλαμε ―θα το θέλαμε όσο τίποτα― να διώξουμε το τέρας, να το ξαποστείλουμε πίσω στην κόλαση απ’ την οποία ξεπήδησε. Αλλά δεν το μπορούμε.
Ξένη λογοτεχνία
Ξένη λογοτεχνία
Η πολυαναμενόμενη επιστροφή του κορυφαίου εν ζωή Αμερικανού συγγραφέα Κόρμακ Μακάρθι ολοκληρώνεται με το δεύτερο, αυτοτελές, μέρος του μυθιστορηματικού δίπτυχου που ξεκίνησε με τον Επιβάτη.
«Η ασθενής είναι είκοσι ετών, Εβραϊκής/Καυκάσιας καταγωγής. Ελκυστική, πιθανώς ανορεξική. Ήρθε στο ίδρυμα πριν από έξι ημέρες, με το λεωφορείο και χωρίς αποσκευές. Η ασθενής είχε μέσα στην τσάντα της μια πλαστική σακούλα γεμάτη χαρτονομίσματα των εκατό δολαρίων –συνολικά πάνω από σαράντα χιλιάδες δολάρια– τα οποία επιχείρησε να δώσει στην υπάλληλο υποδοχής. Η ασθενής είναι υποψήφια διδάκτορας μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Σικ?γο και έχει διαγνωστεί ως παρανοϊκή σχιζοφρενής με μακροχρόνιο ιστορικό οπτικών και ακουστικών παραισθήσεων. Έχει φιλοξενηθεί σε αυτό το ίδρυμα δύο ακόμη φορές στο παρελθόν».
Αυτό είναι η ιστορία της Αλίσια Γουέστερν, νέας, ωραίας, σπάνιας ιδιοφυίας στα μαθηματικά, κόρης ενός επίσης λαμπρού επιστήμονα, ο οποίος είχε συμβάλει στην κατασκευή της πρώτης ατομικής βόμβας. Προσέρχεται με τη θέλησή της στην ψυχιατρική κλινική Stella Maris και στις συνεδρίες με τον ψυχίατρό της συζητά για όλα τα σημαντικά ζητήματα της ζωής της: τα μαθηματικά, τη μουσική, τη φιλοσοφία, τον θεό, την αλήθεια, την τρέλα, τα παιδικά της χρόνια, τις παραισθήσεις της. Το πρόσωπο για το οποίο, αρχικά, αποφεύγει να μιλήσει είναι το σημαντικότερο για εκείνη, ο αδελφός της Μπόμπι.