Βλέπετε 325–336 από 483 αποτελέσματα

Ξένη λογοτεχνία

Προσκλητήριο Ηρώων

Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο II

8.40

Στις 2 Οκτωβρίου 1968, μόλις λίγες ημέρες πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Μεξικό, μια φοιτητική διαδήλωση στο Τλατελόλκο πνίγεται στο αίμα από την κυβέρνηση. Περισσότεροι από διακόσιοι φοιτητές και πολίτες σκοτώθηκαν από τα πυρά των αστυνομικών, ενώ εκατοντάδες τραυματίστηκαν. Το μεξικανικό κράτος φρόντισε να θάψει το γεγονός και κανείς δεν τιμωρήθηκε γι’ αυτό το έγκλημα.

Το Κίνημα του ’68 έχει καταρρεύσει και έχει οδηγηθεί σε μια οδυνηρή ήττα. Ο Νέστορ Ρίκα, ένας δημοσιογράφος που συμμετείχε στα γεγονότα, από το δωμάτιο ενός νοσοκομείου στην Πόλη του Μεξικού καλεί τους ήρωες της παιδικής του ηλικίας με σκοπό την εκδίκηση και την ανατροπή του καθεστώτος του Ντίας Ορντάς. Στο πλευρό του προστρέχουν, μεταξύ άλλων, ο Σάντοκαν και οι Τίγρεις της Μαλαισίας, οι Τρεις Σωματοφύλακες, οι Μάου Μάου, ο Σέρλοκ Χολμς και το σκυλί των Μπάσκερβιλ (αλλά όχι ο Γουότσον), ο Γουάιατ Ερπ και ο Ντοκ Χολιντέι για να συμμετάσχουν στη συνωμοσία…

Ξένη λογοτεχνία

Υποταγή

Μισέλ Ουελμπέκ

15.30

«Είναι η υποταγή», είπε απαλά ο Ρεντιζέ. «Η ανατρεπτική και απλή ιδέα, που ως τότε δεν είχε ποτέ εκφραστεί με τόση δύναμη, ότι το απόγειο της ανθρώπινης ευτυχίας έγκειται στην απόλυτη υποταγή».

Σε μια Γαλλία αρκετά κοντινή στή σημερινή, ένας άντρας ακολουθεί πανεπιστημιακή καριέρα. Η διδασκαλία τον ενδιαφέρει ελάχιστα, προσδοκά μια βαρετή αλλά ήρεμη ζωή, μακριά από τα μεγάλα ιστορικά δρώμενα. Ωστόσο, οι δυνάμεις που δρουν στη χώρα έχουν διασπάσει το πολιτικό σύστημα, επιφέροντας τελικά την κατάρρευσή του. Αυτή η εσωτερική ρήξη χωρίς αναταράξεις, χωρίς αληθινή επανάσταση, εξελίσσεται σαν εφιάλτης.

Το ταλέντο του συγγραφέα, η οραματική του δύναμη, μας παρασύρουν σε ένα αμφίσημο και ολισθηρό έδαφος το βλέμμα του στον γηράσκοντα πολιτισμό μας κάνει να συνυπάρχουν σε αυτό το μυθιστόρημα ποιητικές διοράσεις, κωμικές σκηνές και μια μοιρολατρική μελαγχολία.

Ένας συναρπαστικός πολιτικός και ηθικός μύθος.

Ξένη λογοτεχνία

Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος

Πρίμο Λέβι

16.45

Στις 22 Φεβρουαρίου 1944, 650 άνθρωποι στάλθηκαν στο Άουσβιτς στοιβαγμένοι σε δώδεκα τρένα για εμπορεύματα. Μόνο ο Πρίμο Λέβι και δύο άλλοι επέζησαν, έπειτα από παραμονή ενός έτους, πριν την απελευθέρωσή τους από τον ρωσικό στρατό τον Ιανουάριο του 1945. Στο στρατόπεδο ο Λέβι παρατηρεί τα πάντα, θα θυμηθεί τα πάντα, θα αφηγηθεί τα πάντα: το στρίμωγμα στους κοιτώνες τους συντρόφους που ανακάλυπταν το πρωί νεκρούς από την πείνα και το κρύο τους εξευτελισμούς και την καθημερινή εργασία, κάτω απ’ τα χτυπήματα των «Κάπος» τις περιοδικές «επιλογές» όπου ξεχώριζαν τους αρρώστους από τους υγιείς, για να τους στείλουν στο θάνατο τους απαγχονισμούς για παραδειγματισμό τα τρένα γεμάτα Εβραίους και τσιγγάνους, που οδηγούνταν με την άφιξή τους στα κρεματόρια…

Κι όμως, στην αφήγηση αυτή κυριαρχεί η πλέον εντυπωσιακή αξιοπρέπεια καμία εκδήλωση μίσους, καμία υπερβολή, καμία εκμετάλλευση των προσωπικών ταλαιπωριών, αλλά ένας ηθικός προβληματισμός πάνω στον πόνο, εξυψωμένος από ένα όραμα ζωής.

Το Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος, γραμμένο το 1947, θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέμα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μα και μία από τις πλέον συγκλονιστικές μαρτυρίες των καιρών μας. Στην Ιταλία από τη δεκαετία του ’60 διδάσκεται στα σχολεία.

Λουί-Φερντινάν Σελίν

24.19

«Αριστούργημα!»… «Ανοσιούργημα!» … «Μνημειώδες!»… «Ελεεινό!»… «Υψηλό!»… «Χυδαίο!»… «Κωμικό!»… «Τραγικό!»… «Κωμικοτραγικό!»… «Φιλάνθρωπο!»… «Απάνθρωπο!»… «Υπεράνθρωπο!»…

Μυριάδες λέξεις γράφτηκαν ήδη το 1932, όταν οι εμβρόντητοι αναγνώστες σαλπάρισαν γι’ αυτό το αναπάντεχο “Ταξίδι”, που άλλαξε τα τοπία της γλώσσας, της τέχνης, της ζωής! Μυριάδες γράφονται ακόμη, γιατί το ασύγκριτο μυθιστόρημα του Σελίν εξακολουθεί να μας συγκλονίζει, να μας μεταμορφώνει, να μας μετουσιώνει. Κανείς δεν επέστρεψε, κανείς δεν θα επιστρέψει αλώβητος από την «άκρη της νύχτας».

Ξένη λογοτεχνία

Οι υπνοβάτες (γ τόμος)

Χέρμαν Μπροχ

16.97

Το “1918, Χουγκενάου ή ο Ρεαλισμός” αποτελεί τον τρίτο τόμο με τον οποίο και ολοκληρώνονται “Οι Υπνοβάτες” του Χέρμαν Μπροχ. Το βιβλίο αρχίζει με τη λιποταξία του Χουγκενάου, ενός αλσατού επιχειρηματία. Στην προσπάθειά του να απομακρυνθεί από το μέτωπο και να βρει καταφύγιο σε ασφαλές μέρος, μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος, ο Χουγκενάου φτάνει σε μια μικρή πόλη. Εκεί θα συναντήσει τους ήρωες των δύο προηγούμενων τόμων, τον Γιόαχιμ φον Πάσενοβ, στρατιωτικό διοικητή, και το Ες, που έχει γίνει διευθυντής τοπικής εφημερίδας. Η σύγκρουση του Χουγκενάου τόσο με τον πρώτο όσο και με τον δεύτερο θα έχει τραγικές συνέπειες.

Εκτός όμως από αυτή την ιστορία, που συνιστά τον κορμό του μυθιστορήματος, ταυτόχρονα εξελίσσονται και άλλες παράλληλες ιστορίες. Ο κατακερματισμός της αφήγησης, η οποία στους προηγούμενους τόμους ήταν συνεκτική, εκδραματίζει το θέμα του μυθιστορήματος, από την άποψη της δομής. Οι συμβατικές απαιτήσεις του είδους αποδυναμώνονται, καθώς αυτό εμπλουτίζεται με στοιχεία φιλοσοφικού δοκιμίου, ποίησης και θεατρικής δράσης. Οι Υπνοβάτες, με την ενοποίηση όλων αυτών των στοιχείων, δεν δημιουργούν μόνο ένα νέο τύπο μυθιστορήματος που βασίζεται στο ιστορικο-φιλοσοφικό τους περιεχόμενο, την ποιητική ματιά, την επιστημονική ακρίβεια και την προφητική διορατικότητα, αλλά αποτελούν ορόσημο και καμπή στην τέχνη της μυθιστορηματικής αφήγησης.

Ξένη λογοτεχνία

Οι υπνοβάτες (β τόμος)

Χέρμαν Μπροχ

13.75

Με το δεύτερο τόμο των Υπνοβατών, αρχίζει να διαφαίνεται το μυθιστορηματικό οικοδόμημα που επιχειρεί να στήσει ο Μπροχ. Γιατί, πέρα από τις επιμέρους λογοτεχνικές αρετές του έργου, ο αναγνώστης διακρίνει πλέον τους αρμούς της σύνθεσης του συγγραφέα. Ο Ες μοιάζει με τον Γιόαχιμ φον Πάσενοβ, στο βαθμό που νιώθει χαμένος σε έναν κόσμο που δεν τον αντιπροσωπεύει και προσπαθεί να αλλάξει τη μοίρα του. Διαφέρει γιατί, αντίθετα με αυτόν, δεν διαθέτει κανενός είδους στήριγμα.

Έτσι, επιχειρεί να δημιουργήσει ο ίδιος ένα σύστημα αξιών, που οι δυο κύριοί του άξονες είναι η δικαιοσύνη και ο έρωτας. Ο Μπροχ, παρουσιάζοντας ανάγλυφα το αδιέξοδο της λογικής του παραλογισμού προλειαίνει το έδαφος για τον τρίτο τόμο, στον οποίο, κατακερματίζοντας τη συμβατική αφήγηση, θα αναλύσει τις βαθύτερες συνέπειες της κατάρρευσης του συστήματος των αξιών.

Ξένη λογοτεχνία

Οι υπνοβάτες (α τομος)

Χέρμαν Μπροχ

14.35

Οι Υπνοβάτες, η τριλογία του Χέρμαν Μπροχ που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1932, θεωρείται σήμερα ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της σύγχρονης λογοτεχνίας και ο συγγραφέας της ισάξιος των Προυστ και Τζόυς. Πρόκειται για μια τεράστια νωπογραφία που καλύπτει 30 χρόνια (1888-1918) από την ιστορία της Γερμανίας και όπου έρχονται να συναντηθούν η μυθιστορηματική αφήγηση με την ποίηση και τη φιλοσοφία. Ο Μπροχ στον πρώτο τόμο ζωντανεύει με απαράμιλλη δεξιοτεχνία το τέλος του 19ου αιώνα και το λογοτεχνικό στυλ της εποχής αφηγούμενος την ιστορία του Γιόαχιμ Φον Πάσενοβ, που η οικογένειά του τον αναγκάζει να γίνει αξιωματικός παρά τη θέλησή του. Ο ήρωας όταν αρχίζει το βιβλίο έχει πλέον ενστερνιστεί τα σαθρά ιδεώδη του Πρωσικού μιλιταρισμού και ζει σε μια ατμόσφαιρα νοσηρού ρομαντισμού. Η γνωριμία του με μια γυναίκα ελευθερίων ηθών, τη Ρουτσένα, η φιλία του με τον Φον Μπέρτραντ, που εγκατέλειψε το στρατό για να γίνει επιχειρηματίας, καθώς και η επιθυμία του πατέρα του να παντρευτεί την κόρη των γειτόνων τους, την Ελίζαμπετ, και να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι, τον φέρνουν αντιμέτωπο με ορισμένα διλήμματα. Μέσα από αυτά τα τυραννικά για τον ήρωα ερωτήματα ο Μπροχ αφήνει να διαφανεί το ρήγμα που έχει δημιουργηθεί στην κοινωνική συνοχή ενός κόσμου που αργοπεθαίνει και προαγγέλλει την επερχόμενη αποσύνθεση.

Οι Υπνοβάτες, μυθιστόρημα επιβλητικό μα και προφητικό, καθώς το κεντρικό του θέμα, η κατάρρευση των ηθικών αξιών, προοιωνίζεται την άνοδο του Ναζισμού, είναι ένα πολυσύνθετο έργο που ο Μίλαν Κούντερα το χαρακτηρίζει ως “τον ακρογωνιαίο λίθο της παράδοσης του σύγχρονου Ευρωπαϊκού μυθιστορήματος”.

Ξένη λογοτεχνία

Γκρίζες μέλισσες

Αντρέϊ Κούρκοφ

20.00

Στο χωριό Μάλαγια Σταρογκράντοφκα, που βρίσκεται στη λεγόμενη «γκρίζα ζώνη» της Ανατολικής Ουκρανίας, έχουν απομείνει μονάχα ο σαρανταεννιάχρονος συνταξιούχος Σεργκέι Σεργκέγιτς και ο πρώην συμμαθητής του Πάσκα. Έχοντας διαμετρικά αντίθετες απόψεις για τη ζωή, είναι αναγκασμένοι να συμφιλιωθούν και το κατορθώνουν υπό νευραλγικές συνθήκες, δεχόμενοι μάλιστα επισκέψεις από διαφορετικούς ανθρώπους, ο ένας στρατιωτικούς του επίσημου κράτους και ο άλλος ρωσόφωνους αυτονομιστές.

Με τον ερχομό της άνοιξης, το βασικό μέλημα του Σεργκέγιτς είναι να μεταφέρει τις έξι κυψέλες με τις μέλισσές του όσο γίνεται πιο μακριά από τον πόλεμο, για να μην πάρει το μέλι του τη γεύση των όπλων. Όμως δεν μπορεί να φανταστεί τις δοκιμασίες που του επιφυλάσσει αυτό το ταξίδι. Ύστερα από μια ατυχή στάση κοντά στο Ζαπορόζιε, αποφασίζει να πάει στην Κριμαία και να βρει έναν Τατάρο τον οποίο είχε γνωρίσει παλιότερα σε ένα συνέδριο μελισσοκόμων. Το καλοκαίρι που θα περάσει εκεί θα μάθει στον Σεργκέγιτς να μην εμπιστεύεται κανέναν, ούτε καν τις μέλισσές του. Σε τούτο το μυθιστόρημα ο Αντρέι Κούρκοφ ακτινογραφεί την αβέβαιη μοίρα μιας ολόκληρης χώρας. Είναι διορατικός και συγκινητικός.

 

-Διαθέσιμο από 28.3.22

 

Τζον Μακ Γκρέγκορ

22.71

“…και όλα τα αρχεία του κόσμου να είχε στη διάθεσή του, δεν θα τον βοηθούσαν σε τίποτα εάν δεν ήξερε ποιον ή τι θα αναζητούσε, ή έστω πού έπρεπε να ψάξει…”

Ο Ντέηβιντ είναι έφορος σε μουσείο στο Κόβεντρυ. Από παιδί έχει τη συνήθεια να συλλέγει κάθε λογής αντικείμενα για να συγκρατεί το παρελθόν. Το μεγάλο όνειρο του Ντέηβιντ είναι να διευθύνει κάποτε το δικό του μουσείο. Προηγουμένως χρειάζεται όμως να βάλει σε τάξη τη δική του ιστορία. Ξάφνου όμως, από τη μια μέρα στην άλλη, όλα του τα στηρίγματα καταρρέουν. Μαθαίνει πως δεν είναι γιος των γονιών του. Έτσι, αφιερώνει όλη του τη ζωή αναζητώντας τη μητέρα του, από το χάος που βασίλευε στο Λονδίνο γύρω στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ως την Ιρλανδία της νέας χιλιετίας. Ο γάμος του σχεδόν διαλύεται όσο ο ίδιος βυθίζεται όλο και περισσότερο στην απεγνωσμένη αναζήτηση της πραγματικής του μητέρας, ενώ η σύζυγός του Έληνορ ταλανίζεται εξίσου από κατάθλιψη και οικογενειακά προβλήματα – η ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη και η υιοθεσία, η κατάθλιψη και η άνοια και κυρίως η μνήμη και ο καταλυτικός της ρόλος στη ζωή μας. Κοινή η ανάγκη τους για συναισθηματική ασφάλεια, κοινή και η αδυναμία τους να συγχωρούν. Τίποτε δε μένει αλώβητο στο πέρασμα του χρόνου· κάθε μέρα που ξημερώνει ζητά μια νέα αρχή. Συνηθισμένα πράγματα, καθημερινά· που όμως ο λυρισμός και η συναισθηματική σοφία του ΜακΓκρέγκορ τα απογειώνουν. Όλα αυτά με φόντο το Κόβεντρυ, τον μικρόκοσμο της σύγχρονης Αγγλίας, με τις συνεχείς εναλλαγές οικονομικής ύφεσης και ανάκαμψης.

Με το ξεχωριστό ύφος που τον διακρίνει, ο ΜακΓκρέγκορ μάς αφηγείται την ιστορία του Ντέηβιντ, σε ένα συγκινητικό μυθιστόρημα γύρω από τις ανεξάντλητες δυνατότητες που προσφέρονται καθημερινά για μια νέα αρχή.

Ξένη λογοτεχνία

Διάλογοι προσφύγων

Μπέρτολτ Μπρεχτ

10.80

Στο εστιατόριο ενός σιδηροδρομικού σταθμού στο Ελσίνκι, στην Ευρώπη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, δύο πολιτικοί πρόσφυγες, ο βιοπαλαιστής Κόλε και ο αστός Τσίφελ, συναντιούνται σχεδόν τυχαία και συζητούν εφήμερα για θέματα φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους: Ξεκινώντας από την καθημερινότητα της προσφυγιάς, όπου τα πούρα είναι κακής ποιότητας, η μπίρα αραιωμένη και ο καφές δεν είναι καφές, αναλύουν σημαντικά ζητήματα της πολιτικής και της ηθικής, μιλώντας για τα διαβατήρια, τον υλισμό, τις αρετές, την πορνογραφία, τον πόλεμο, το σχολείο, τον πατριωτισμό και τη δημοκρατία.

Στους Διαλόγους προσφύγων ο Μπρεχτ αξιοποιεί βιωματικό υλικό από την περιπλάνησή του ανά την Ευρώπη, όπου βρέθηκε ως πρόσφυγας, διωκόμενος από το ναζιστικό καθεστώς, για να καυτηριάσει την υποκρισία των ισχυρών σε βάρος των ανίσχυρων. Οι δύο διαφορετικοί κόσμοι του εργάτη Κόλε και του διανοούμενου Τσίφελ συνθέτουν εν τέλει ένα αδιάσπαστο σύνολο, που φωτίζει πτυχές της ζωής του συγγραφέα και σκιαγραφεί την κοινωνία την εποχή του ναζισμού. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Ρολάν Μπαρτ

10.80

Τι ξέρουμε για το κείμενο; Τον τελευταίο καιρό, η θεωρία επιχειρεί να δώσει κάποια απάντηση. Μένει όμως ένα ερώτημα: Τι απολαμβάνουμε από το κείμενο;

Το ερώτημα τούτο οφείλουμε να το θέσουμε έστω και μόνο για ένα λόγο τακτικής: οφείλουμε να καταξιώσουμε την απόλαυση του κειμένου ενάντια στην αδιαφορία της επιστήμης και στον πουριτανισμό της ιδεολογικής ανάλυσης∙ οφείλουμε να καταξιώσουμε την απόλαυση του κειμένου ενάντια στην ταπείνωση της λογοτεχνίας σαν απλής ψυχαγωγίας.

Πώς να θέσουμε το ερώτημα; Συμβαίνει το χαρακτηριστικό της απόλαυσης να είναι πως δεν μπορεί να ειπωθεί. Χρειάστηκε λοιπόν να προσφύγουμε σε μια άτακτη σειρά αποσπασμάτων: στιλπνές πλευρές, πινελιές, κουκκίδες – φυλακτήρια ενός αόρατου σχεδιάσματος: απλή σκηνοθεσία της ερώτησης, βλαστός εξωεπιστημονικός της κειμενικής ανάλυσης.

Ρολάν Μπαρτ

Αν διαβάζω κι απολαμβάνω τούτη τη φράση, τούτη την ιστορία ή τούτη τη λέξη, είναι γιατί έχουν γραφεί μες στην απόλαυση. Το αντίθετο όμως; Γράφοντας μες στην απόλαυση, εξασφαλίζω άραγε – εγώ, ο συγγραφέας – την απόλαυση του αναγνώστη μου; Καθόλου. Τον αναγνώστη αυτόν πρέπει να τον γυρέψω [να τον «ψαρέψω»], χωρίς να ξέρω πού είναι. Κι έτσι δημιουργείται ένας χώρος της ηδονής. Δεν είναι το «πρόσωπο» του άλλου που μου είναι αναγκαίο, είναι ο χώρος…

Ρολάν Μπαρτ

Ξένη λογοτεχνία

Απόψεις ενός κλόουν

Χάινριχ Μπελ

20.00

Ο Χανς Σνηρ, γόνος πλούσιας και ισχυρής οικογένειας, εγκαταλείπει το πατρικό του σπίτι, αηδιασμένος από την ψευτιά και την υποκρισία των δικών του και των “ισχυρών” που τους περιστοιχίζουν, και διαλέγει το μόνο επάγγελμα που τον αντιπροσωπεύει: γίνεται κλόουν, δίνει παραστάσεις από πόλη σε πόλη, κι έχει μαζί του τη Μαρί, την πρώτη και μοναδική του αγάπη.

Έπειτα από έξι χρόνια δύσκολης συμβίωσης, η Μαρί τον εγκαταλείπει για να παντρευτεί έναν σπουδαίο παράγοντα του γερμανικού καθολικισμού, κι ο Χανς, που δεν καταφέρνει να την ξεπεράσει, κατρακυλάει σταθερά. Ζητιάνος πια, θα καταλήξει στα σκαλιά του σιδηροδρομικού σταθμού της Βόννης, περιμένοντας τη Μαρί να επιστρέψει από το γαμήλιο ταξίδι της.