Ιστορία
Ο Paul Auster μεγάλωσε παίζοντας με πλαστικά εξάσφαιρα παριστάνοντας τους καουμπόηδες που έβλεπε σε γουέστερν δευτέρας διαλογής. Έζησε τα τραυματικά επακόλουθα του φόνου του παππού του από τη γιαγιά του όταν ο πατέρας του ήταν παιδί και ξέρει, από πρώτο χέρι, πώς καταστρέφονται οικογένειες από μία και μόνη περίσταση ένοπλης βίας. Σε αυτό το σύντομο και καυστικό βιβλίο, ο Όστερ ακολουθεί αιώνες ολόκληρους της κατάχρησης των όπλων στην Αμερική: από τον βίαιο εκτοπισμό του γηγενούς πληθυσμού στην καταναγκαστική σκλαβιά εκατομμυρίων ανθρώπων, από τον άσπονδο διχασμό ανάμεσα στα στρατόπεδα υπέρ και κατά της οπλοκατοχής στα μακελειά που κυριαρχούν στα δελτία ειδήσεων σήμερα. Από το 1968, περισσότερο από ενάμισι εκατομμύριο Αμερικανοί έχουν σκοτωθεί από όπλα. Οι αριθμοί είναι τόσο μεγάλοι, τόσο ολέθριοι, που αναγκάζεται κανείς να αναρωτηθεί γιατί η Αμερική είναι η πιο βίαιη χώρα του δυτικού κόσμου;
Το κείμενο διανθίζεται με απόκοσμες, αλησμόνητες φωτογραφίες του Spencer Ostrander από τους τόπους παραπάνω από τριάντα μακελειών ανά τη χώρα. Το Αιματοβαμμένο έθνος διατυπώνει το κεντρικό, φλέγον ερώτημα του καιρού μας: Σε τι κοινωνία θέλουμε να ζούμε;
Ιστορία
Η άνθηση της ιστορικής έρευνας για τον ελληνικό εβραϊσμό τα τελευταία χρόνια επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στην προπολεμική παρουσία των εβραϊκών κοινοτήτων και κυρίως στο Ολοκαύτωμα την περίοδο του πολέμου. Αντίθετα υπάρχουν αναπάντητα ερωτήματα που αφορούν τη μεταπολεμική εποχή, ιδίως το ζήτημα των εβραϊκών περιουσιών, που αποτελεί θέμα συζήτησης στη δημόσια ιστορία.
Την άνοιξη του 1943, με την εφαρμογή της Τελικής Λύσης στη Θεσσαλονίκη, οι ναζί φρόντισαν να ανοίξουν τον κύκλο της συνενοχής στη λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών, κάτι που έπραξαν σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Το ελληνικό κράτος ενεπλάκη στην υπόθεση με τη δημιουργία της Υπηρεσίας Διαχειρίσεως Ισραηλιτικών Περιουσιών (ΥΔΙΠ), ενώ χιλιάδες Έλληνες χριστιανοί έσπευσαν, άλλοι από ανάγκη και πολλοί από καιροσκοπισμό, να συμμετάσχουν στη διαδικασία εκμετάλλευσης ως μεσεγγυούχοι.
Ακόμη και μετά την απελευθέρωση, το ζήτημα των εβραϊκών περιουσιών εξακολούθησε να αποτελεί ένα ακανθώδες θέμα που εξέθετε διεθνώς τη χώρα. Ποια ήταν η δημόσια στάση έναντι των επιζώντων Ελλήνων Εβραίων; Πώς αντιμετωπίστηκαν οι δωσίλογοι και όσοι εκμεταλλεύτηκαν και διασπάθισαν τις εβραϊκές περιουσίες; Γιατί καθυστέρησε η εφαρμογή των νόμων και τι συνέβη το 1949; Τι έγινε τελικά;
Το βιβλίο του Δρ. Ανδρέα Μπουρούτη παρακολουθεί την προπολεμική εποχή, την Κατοχή και τη μεταπολεμική περίοδο και δίνει σαφείς και στοιχειοθετημένες απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με τις εβραϊκές περιουσίες, κινητές και ακίνητες, αξιοποιώντας πρωτογενές αρχειακό υλικό που παρουσιάζεται για πρώτη φορά. Μέσα στους δρόμους του κέντρου, της ανατολικής και της δυτικής Θεσσαλονίκης βλέπουμε να εκτυλίσσονται οι ιστορίες ανθρώπων, οι περισσότεροι από τους οποίους χάθηκαν με τραγικό τρόπο στα στρατόπεδα θανάτου.
Η Βουλγαρική Κατοχή αφάνισε την εβραϊκή κοινότητα της Καβάλας· κανείς δεν γύρισε από την Τρεμπλίνκα. Επέστρεψαν, μονάχα, ναυαγοί της Shoah, μερικές δεκάδες Εβραίοι που είχαν καταφέρει να διαφύγουν πριν από την εκτόπιση, ή επέζησαν από τα καταναγκαστικά έργα στη Βουλγαρία. Μέσα από την έρευνα σε ένα μεγάλο επιστολικό αρχείο, το βιβλίο αυτό ζωντανεύει τους βίους, τις φωνές και τις διαδρομές των μελών μιας σημαντικής οικογένειας Εβραίων καπνεμπόρων, αλλά και άλλων Καβαλιωτών Εβραίων. Οι ιστορίες τους φέρνουν στην επιφάνεια διλήμματα και επιλογές που σφράγισαν τον μεταπολεμικό κόσμο. Η αφήγηση του βιβλίου παρακολουθεί τους επιζώντες να σχετίζονται, να παντρεύονται, να συνεργάζονται επαγγελματικά, να παραμένουν στον τόπο τους ή να μεταναστεύουν. Διερωτάται για τους τρόπους με τους οποίους γράφουν για όλα αυτά και εκφράζουν τα συναισθήματά τους. Για τις μεγάλες αλλά και τις μικρές χειρονομίες, για «ένα μικρό ναι, ένα μικρό όχι, που αρκούν για να εξοντώσουν ένα σύνταγμα από δραγόνους», όπως έγραφε ο Μπέκετ. Χειρονομίες που έρχονται από μια μακρά πολιτισμική παράδοση. Τρόποι που κλονίστηκαν από το ναυάγιο και όμως επιβιώνουν για να κρατούν το νήμα μιας συνέχειας με τα προπολεμικά χρόνια, μέχρις ότου υποχωρήσουν για να δώσουν τη θέση τους σε νέους τρόπους, νέες συνήθειες, νέες μόδες, μέσα στα χρόνια εκείνα που οι δυσκολίες ήταν ευθέως ανάλογες με τις προσπάθειες και τις ελπίδες των ανθρώπων.
Πώς διαχειρίστηκε η ελληνική κοινωνία τη μνήμη του Ολοκαυτώματος στο πλαίσιο του διχασμού που κληροδότησε ο Εμφύλιος πόλεμος τόσο στην πολιτική όσο και στην κουλτούρα της μνήμης; Όπως δείχνει τεκμηριωμένα ο Δημήτρης Ελευθεράκης, η μνήμη του αφανισμού της εβραϊκής ζωής στην Ελλάδα καθυποτάχτηκε πολύ γρήγορα στις ανάγκες νομιμοποίησης διάφορων ενεργών παραγόντων, από το Κ.Κ.Ε. μέχρι την Εκκλησία, που διαγκωνίζονταν μεταξύ τους για μια θετική απεικόνιση του ρόλου τους στην Κατοχή. Μετά το τέλος της δικτατορίας, η αναδυόμενη ανάγκη συμφιλίωσης προσέκρουσε σε μια προβληματική συζήτηση για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων. Κατά τη σκιαγράφηση της ελληνικής κοινωνίας του Β’ Παγκόσμιου πολέμου, οι Εβραίοι δεν εντάχθηκαν ως κοινότητα μνήμης στην αλληλέγγυα κοινότητα η οποία πάλεψε ως Δαβίδ ενάντια στον Γολιάθ που συνιστούσαν οι Γερμανοί κατακτητές. Για να φτάσουμε λοιπόν στην πλήρη αναγνώριση της σημασίας του Ολοκαυτώματος στην Ελλάδα, είναι απαραίτητο, όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας, να ξεπεραστούν οι επικρατούσες ακόμη και σήμερα παραδόσεις που τοποθετούν στο επίκεντρο της ενθύμησης της εξόντωσης δράσεις αντίστασης και διάσωσης που έχουν περάσει στη σφαίρα του μύθου.
Η πρωτοποριακή αυτή μελέτη (που εκδίδεται ταυτόχρονα στη Γερμανία) έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό όχι μόνο στη σχετική ελληνική έρευνα αλλά και στη διερεύνηση της μνημονικής κουλτούρας του Ολοκαυτώματος συνολικά, έτσι ώστε αυτό να πάρει τη βαρύνουσα θέση που του αρμόζει στην ελληνική κουλτούρα μνήμης. Μεταξύ άλλων, δείχνει ότι η ως τώρα απουσία του από αυτήν επιτεύχθηκε μάλλον με τον επιλεκτικό λόγο παρά, όπως πιστεύεται, με τη σιωπή.
Ιστορία
Η Θεσσαλονίκη των τελευταίων ετών πριν από τον Β’ΠΠ προσπαθούσε να απορροφήσει τις αναταράξεις της περασμένης 15ετίας: την έλευση των προσφύγων σε μια κατεστραμμένη από πυρκαγιά πόλη, την οικονομική κρίση, τον διάχυτο αντισημιτισμό, τα συνεχή πραξικοπήματα κ.ο.κ. Η 5ετία της Δικτατορίας του Ι.Μεταξά έφερε την διάλυση της ΕΕΕ και των χαλυβδόκρανων, των προσκόπων και παρεμφερών οργανώσεων, μια οικονομική σταθερότητα και μια επιβαλλόμενη κοινωνική γαλήνη που βασίζονταν στην εκτόπιση-εξορία των αριστερών «ταραξιών» του μεσοπολέμου, παράλληλα με μυστική προετοιμασία της χώρας εν όψει ενός προβλεπόμενου πολέμου. Πώς ανατράπηκαν όλα με τη Γερμανική Κατοχή 1941-1944; Πώς αντέδρασε η κοινωνία και οι πολιτικές δυνάμεις της πόλης στον αφανισμό των Εβραίων κατοίκων της; Πού βρέθηκαν τόσες ύαινες να πέσουν πάνω στην εβραϊκή περιουσία; Ποιοι ήταν οι δοσίλογοι που συνεργάστηκαν με κάθε τρόπο με τον κατακτητή, πώς έδρασαν και τι απεκόμισαν; Πώς συμπεριφερθήκαν τα θεσμικά όργανα της πόλης σε όλη αυτή την κρίσιμη περίοδο; Πώς αντιμετώπισε τον δοσιλογισμό η Δικαιοσύνη μετά την Απελευθέρωση; Τι απέγινε με τους «κατά την Κατοχήν πλουτίσαντας»; Ποιοι ήταν οι νέοι «εύποροι» στο τέλος της δεκαετίας 1941-1949; Έγινε μια αναδιανομή του πλούτου στην πόλη; Λειτούργησαν πάλι οι παλιές Ισραηλιτικές επιχειρήσεις; Ιδρύθηκαν νέες; Τις απαντήσεις επιδιώκει να δώσει το ιστορικό αυτό δοκίμιο, το οποίο βασίζεται στη Διδακτορική Διατριβή του συγγραφέα που εγκρίθηκε από το Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ τον Ιούλιο 2022.
Ψυχοπαθολογικαί εκδηλώσεις εξ αντιδράσεως, αλαλίαι και τρόμοι εκτοπισθέντων εις Μακρόνησον.
ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΕΡΕΥΝΑ-ΜΕΛΕΤΗ εξετάζονται οι συνθήκες στις οποίες εμφανίστηκε και εξελίχθηκε το φαινόμενο της «μακρονησιώτικης τρέλας», κατά την περίοδο που στο νησί «φιλοξενήθηκαν»
πολιτικοί εξόριστοι. Χωρίς δραματοποιήσεις ή στερεοτυπικές αντιλήψεις για τις ψυχικές παθήσεις και τους πάσχοντες εξόριστους, αναζητούνται τα χαρακτηριστικά των προσώπων. Ποιοί ήταν οι «τρελοί» της Μακρονήσου, οι προσωπικές τους ιστορίες, η «τρέλα» που τους βασάνισε και η «μετα- αναμορφωτική» τους ζωή. Διερευνώνται ακόμη οι πολιτικές, κοινωνικές, ψυχολογικές, κλινικές συνθήκες που όρισαν την αντιμετώπισή τους, όπως και οι αναπαραστάσεις της «μακρονησιώτικης τρέλας» στην καλλιτεχνική δημιουργία.
Γίνεται μια απόπειρα να λυθεί η «σιωπή» και να τεθεί προς «συζήτηση» το θέμα. Μόνο μέσα από τη νοηματοδότηση της «μακρονησιώτικης τρέλας» και την κατανόησή της μπορεί εντέλει να επέλθει και
η κάθαρση. Διαδικασία που μάλλον συνέβη με όλες τις έως τώρα μελέτες που έγιναν για τη Μακρόνησο αλλά και τον Εμφύλιο γενικότερα.
Η διενεργηθείσα έρευνα στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στο σύνολο της υπάρχουσας βιβλιογραφίας για τη Μακρόνησο, στο αρχειακό υλικό του Δημόσιου Ψυχιατρείου στο Δαφνί, στο οποίο εισήχθη μεγάλος αριθμός «τρελών» Μακρονησιωτών, και του Δρομοκαΐτειου. Συμπληρωματικά στοιχεία εντοπίστηκαν στον Τύπο, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και στο μητρώο της Πανελλήνιας Ένωσης Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου.
Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης: κατάλογο «τρελών» Μακρονησιωτών, σχετικό δημοσίευμα του ποιητή Γιώργου Μυλωνογιάννη, έως πρόσφατα άγνωστα στοιχεία για τον «ψυχίατρο της Μακρονήσου» Αντώνη Παλαιολόγο και αδημοσίευτο πρωτογενές φωτογραφικό υλικό.
Οι καταστροφές είναι, από τη φύση τους, δύσκολο να προβλεφθούν. Οι πανδημίες, όπως άλλωστε οι σεισμοί, οι πυρκαγιές, οι οικονομικές κρίσεις και οι πόλεμοι, δεν κατανέμονται με κανονικότητα – δεν υπάρχει κάποια κυκλικότητα στην ιστορία που να μας βοηθά να προβλέψουμε την επόμενη καταστροφή. Αλλά όταν χτυπάει θα έπρεπε να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι απ’ ό,τι οι Ρωμαίοι όταν εξερράγη ο Βεζούβιος ή οι Ιταλοί του Μεσαίωνα όταν τους χτύπησε ο Μαύρος Θάνατος. Στο κάτω κάτω, σήμερα έχουμε την επιστήμη με το μέρος μας. Ωστόσο, το 2020 οι αντιδράσεις πολλών αναπτυγμένων χωρών, ανάμεσά τους και οι Ηνωμένες Πολιτείες, σ’ έναν νέο ιό από την Κίνα δεν έδειξαν σωστή προετοιμασία. Γιατί; Γιατί είδαμε ότι λίγες μόνο ασιατικές χώρες είχαν πάρει τα σωστά μαθήματα από τα σύνδρομα SARS και MERS; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποιοι λαϊκιστές ηγέτες τα πήγαν πολύ άσχημα, όμως ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι εμπλέκονται και πιο βαθιές παθολογίες ή δυσλειτουργίες, ήδη εμφανείς από τις αντιδράσεις μας σε προηγούμενες καταστροφές.
Σε προηγούμενα έργα του ο Νάιαλ Φέργκιουσον έχει μελετήσει τις αδυναμίες του δυτικού κόσμου, από την «αυτοκρατορική ύβρη» μέχρι τη γραφειοκρατική αρτηριοσκλήρυνση και τον διαδικτυακό κατακερματισμό. Αντλώντας στοιχεία από πολλούς επιστημονικούς κλάδους, όπως τα οικονομικά, η κλειωδυναμική και η επιστήμη των δικτύων, προσφέρει εδώ όχι απλώς μια ιστορία αλλά μια γενική θεωρία των καταστροφών, δείχνοντας γιατί τα όλο και πιο γραφειοκρατικά και πολύπλοκα συστήματά μας γίνονται όλο και πιο δύσκολα στον χειρισμό τους.
Ιστορία
Η “αναζήτηση νοήματος” έχει εκπέσει σε εμπόριο στα χέρια των ψυχοθεραπευτών και των “κόουτς”. Κάποτε ήταν υπόθεση των θεολόγων, που έψαχναν το χέρι του Θεού στην Ιστορία. Ανάμεσα στον Διαφωτισμό (18ος αιώνας) και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (αρχές του 20ού), η θεολογία έδωσε τη θέση της στην πολιτική: στη Δύση της “απομάγευσης” (Μαξ Βέμπερ) και της απόσυρσης του Θεού, το νόημα αναζητήθηκε στις “κοσμικές θρησκείες” (Ρεϊμόν Αρόν), τον κομμουνισμό, τον φασισμό και τον ναζισμό, όπως επίσης στον φιλελευθερισμό και τις παραλλαγές του (υπερ-, νεο-…), αλλά και, ολοένα και περισσότερο κατά τα φαινόμενα, στη συνωμοσιολογία, από τότε που οι “μεγάλες αφηγήσεις” (Ζαν-Φρανσουά Λυοτάρ) έμειναν ορφανές.
Η αναζήτηση νοήματος είναι επίσης μια μανία του ιστορικού – όταν μιλάμε για το νόημα των πράξεων στις οποίες προέβησαν οι δρώντες μιας εποχής, για εκφράσεις μιας “κοσμοθεωρίας” που χαρακτηρίζει έναν χρόνο, έναν τόπο, μια ανθρώπινη ομάδα (τάξη, φυλή, έθνος, ή αστυνομική μονάδα, σώμα δημοσίων υπαλλήλων, θρησκευτικό τάγμα), νομιμοποιώντας και δικαιολογώντας καμιά φορά τα χειρότερα.
Δύο μεγάλα επαναστατικά γεγονότα άλλαξαν τη μορφή της Μέσης Ανατολής: η Μεγάλη Αραβική Εξέγερση στην Παλαιστίνη (1936-1939) και η Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράν (1979).
Κανένα γεγονός δεν επηρέασε τόσο τον αραβικό κόσμο στον Μεσοπόλεμο και στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο όσο η Μεγάλη Αραβική Εξέγερση στην Παλαιστίνη. Διαμόρφωσε τα βασικά χαρακτηριστικά ενός υπερεθνικού πολιτικού Ισλάμ, αποτέλεσε το κέντρο ενός μεγάλου παναραβικού ρεύματος που εισχώρησε στα νεότευκτα αραβικά κράτη και εγκλώβισε τα κράτη αυτά στην αραβο-ισραηλινή σύγκρουση.
Η Ισλαμική Επανάσταση αποτέλεσε παράδειγμα –το μοναδικό στην περιοχή– επιτυχημένης λαϊκής εξέγερσης που συγκρότησε μια εναλλακτική μορφή κρατικής οργάνωσης. Η Επανάσταση συνδέθηκε με διεθνή κινήματα και ιδεολογικά ρεύματα που αμφισβητούσαν το διεθνές status quo και τις ανισότητες που αυτό παρήγε και άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στη διεθνή πολιτική όπου συμμαχίες κρατών και μη κρατικών δρώντων θα παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Συνδέοντας τις Διεθνείς Σχέσεις και τη θεωρία των επαναστάσεων, το βιβλίο αναλύει τους παράγοντες που οδήγησαν σε αυτά τα επαναστατικά γεγονότα και τις συνθήκες που τα διαμόρφωσαν, έτσι ώστε να ερμηνευτεί η αποφασιστική επίδρασή τους στους περιφερειακούς συσχετισμούς.
Ιστορία
Από τις αναμνήσεις Γερμανών για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έως τις μαρτυρίες Ελλήνων για τη χούντα, και από τους βετεράνους της μεταπολεμικής Ευρώπης έως τη γενιά των μιλένιαλ, που κλήθηκε να διαχειριστεί την κληρονομιά του 1989 και της πτώσης του Τείχους, η εξιστόρηση του Τίμοθι Γκάρτον Ας χωράει δεκάδες Ευρωπαίους, διάσημους και λιγότερο γνωστούς, δεκάδες τόπους, μνημεία και αφηγήσεις για μία μεγάλη ιδέα: το μέλλον μιας ηπείρου που έπρεπε να ανασυγκροτηθεί μέσα από τα ερείπια του 1945, να αφήσει πίσω της τον εφιάλτη και να φτάσει στο μεγάλο όραμα της ενοποίησης.
Ο συγγραφέας ταξιδεύει στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και σε όσα επιθυμούν να ενταχθούν σε αυτή, συναντάει τους βασικούς παίκτες που χάραξαν την πολιτική της –από τον Χέλμουτ Κολ και τη Μάργκαρετ Θάτσερ έως τον Τόνι Μπλερ–, αναρωτιέται για το κόστος των πολέμων και του Brexit, δηλώνει τη συμπαράστασή του στην Ουκρανία και συνεχίζει να ελπίζει.
Αν χρειάζεται κάτι η Γηραιά Ήπειρος σε αυτή τη διαδικασία ενοποίησης είναι «περισσότερη και δίκαιη Ευρώπη». Και ο ίδιος είναι από τους λίγους Ευρωπαίους που δεν έπαψαν ποτέ να τη μελετούν και να επιδιώκουν τη μεταμόρφωσή της.
Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν είχε συγκρίνει την επανάσταση με την πυρηνική σχάση: μια έκρηξη ικανή να απελευθερώσει και να πολλαπλασιάσει την ενέργεια που περιέχεται στο παρελθόν. Τούτο το βιβλίο δεν αφηγείται την ιστορία των επαναστάσεων σε χρονολογική σειρά: τις ερμηνεύει σαν συλλογικά ξεσπάσματα που καταστρέφουν την κατεστημένη τάξη πραγμάτων και ανοίγουν νέους ορίζοντες προσμονής. Είναι εργοστάσια ουτοπιών.
Ο Έντσο Τραβέρσο χρησιμοποιεί την έννοια της επανάστασης σαν ερμηνευτικό κλειδί για να κατανοήσουμε τη νεοτερικότητα, και όχι μόνο τις κοινωνικές και πολιτικές της δομές αλλά και τις ιδέες της και το συλλογικό φαντσσιακό της, ή ακόμα και τις αισθητικές της μορφές. Αυτό σημαίνει να συλλάβουμε τις διανοητικές και συγκινησιακές διαστάσεις των επαναστάσεων, που έχουν εναποτεθεί σε κείμενα και εικόνες, θεωρίες και βιώματα, υλική κληρονομιά και συλλογικές μνήμες.
Η “Επανάσταση” του Τραβέρσο καλύπτει τους δύο τελευταίους αιώνες αναταραχών αναλύοντας ένα ευρύ και ποικίλο φάσμα υλικών, ξαναδιαβάζοντας τα κανονιστικά κείμενα, ανακαλύπτοντας και πάλι λησμονημένες μορφές. Το αποτέλεσμα είναι ένα γοητευτικό ιστορικό τοπίο φτιαγμένο από «διαλεκτικές εικόνες»: ατμομηχανές, σώματα, οδοφράγματα, σημαίες, τελετές, υλικές τοποθεσίες, ζωγραφικούς πίνακες, αφίσες και συμβολικά ορόσημα. Η διεργασία του παρελθόντος είναι απαραίτητη για να πορευτούμε στα ταραγμένα νερά του παρόντος και για να τροφοδοτήσουμε ένα νέο πολιτικό φαντασιακό για τον 21ο αιώνα.