Βλέπετε 529–540 από 675 αποτελέσματα

Ξένη λογοτεχνία

Γράμμα στον δικαστή μου

Ζωρζ Σιμενόν

14.00
Ένας επαρχιακός γιατρός, που ζει μια συμβατική οικογενειακή ζωή, προβαίνει, μετά την καταδίκη του, σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση στον δικαστή του, χωρίς την αναζήτηση κανενός οίκτου. Γράφει για ό,τι τον οδήγησε στον φόνο, για ένα εκτός ορίων και ελέγχου πάθος ερωτικό. Ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματα  του Σιμενόν, με τη συγκλονιστική ανατομία ενός φόνου.

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκελ

12.96

Ένας σταχτής σκύλος με μια λευκή τούφα στο κούτελο όρμησε στα κακοτράχαλα στενοσόκακα της αγοράς την πρώτη Κυριακή του Δεκεμβρίου. Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, στην Καρνταχένα ντε Ίντιας, ένα λυσσασμένο σκυλί δαγκώνει στον αστράγαλο ένα λευκό κορίτσι, τη Σιέρβα Μαρία. Πρόκειται για την κόρη του μαρκησίου του Κασαλντουέρο, που έχει μεγαλώσει στα παραπήγματα των σκλάβων του αρχοντικού, μιλάει τις γλώσσες τους και συμπεριφέρεται όπως εκείνοι.

Το κορίτσι πέφτει στα νύχια της Ιεράς Εξέτασης. Ο νεαρός ιερωμένος ερευνητής Καγετάνο Ντελάουρα αναλαμβάνει να διαπιστώσει αν η κοπέλα διακατέχεται πράγματι από δαιμόνια, και αναπόφευκτα καταλαμβάνεται ο ίδιος από το δαιμόνιο του έρωτα για κείνη.

Το δουλεμπόριο, τα φέουδα, η εκκλησιαστική παντοδυναμία, η ελευθεριότητα και ο διονυσιασμός του έρωτα, οι κυνηγημένοι Εβραίοι διανοούμενοι, η ιατρική της εποχής, οι δεισιδαιμονίες και οι εξορκισμοί πρωταγωνιστούν σ’ αυτό το χρονικό της συνάντησης δυο ανθρώπων που αγαπήθηκαν βαθιά.

Ελληνική λογοτεχνία

Ουρανός απ’ άλλους τόπους

Σωτήρης Δημητρίου

19.98

Αφηγείται µια σχεδόν εκατόχρονη γυναίκα από την Ήπειρο. Δεν της φτάνει –κατά τα λόγια της– ο ουρανός για χαρτί, θέλει ουρανούς κι απ’ άλλους τόπους. Πολλές φορές έχεις την αίσθηση πως τη γλώσσα της την κινεί ουράνιος υποβολέας. Τραγουδιστή πηγή πλαγιάς που άνθισε κάποια µακρινή άνοιξη και µαράθηκε στις µέρες µας. Το παρόν βιβλίο είναι ο απόηχος αυτής της γλώσσας. Αφολοή, όπως συχνά πυκνά λέει η αφηγήτρια.

Ξένη λογοτεχνία

Σικελικό Ειδύλλιο

Σώτη Τριανταφύλλου

13.41

Το “Σικελικό ειδύλλιο” δεν είναι ειδύλλιο. Είναι το χρονικό της συνάντησης δύο ανθρώπων σε µια µικρή πόλη της Σικελίας, στα µέσα της δεκαετίας του 1950. Με την πρώτη µατιά, ο αστυνόµος Λούκα Ντε Ματέις και η νεαρή Κοντσέττα Βιτάλε δεν έχουν τίποτα κοινό εκτός από τη σικελική τους καταγωγή: αλλά, καθώς αφηγούνται τα γεγονότα της ζωής τους, φανερώνουν όλο και περισσότερες οµοιότητες· είναι και οι δυο τους, ο καθένας µε τον τρόπο του, ξένοι στον γενέθλιο τόπο· µοιάζουν µε τα αντίθετα είδωλα του ίδιου καθρέφτη.

Για τον Ντε Ματέις, ο τίτλος αυτού του βιβλίου ίσως να ήταν Σικελικό γοτθικό — ιστορία τρόµου δυτικά των Συρακουσών· στην Κοντσεττίνα ίσως να ταίριαζε περισσότερο ο τίτλος Κουκλοθέατρο σε τοπίο του Νότου· της άρεσαν οι µαριονέτες· άλλοτε έµοιαζε µικρότερη από την ηλικία της, άλλοτε πολύ µεγαλύτερη. Το Σικελικό ειδύλλιο τοποθετείται στο επαρχιακό περιβάλλον του νησιού εκείνη την όχι και τόσο µακρινή εποχή: µαφιόζικες δολοφονίες, εγκλήµατα τιµής, βιασµοί και επανορθωτικοί γάµοι.

Ο Ντε Ματέις και η Κοντσέττα Βιτάλε δεν βρίσκουν τη θέση τους σ’ αυτόν τον κόσµο. Αν και η προτροπή για τον εαυτό τους είναι Ζήσε!, όλα πάνε στραβά, σχεδόν όλα: ο Ντε Ματέις βρίσκει τον σικελικό τρόπο θανάτου και η Κοντσέττα αρνείται να συµµορφωθεί µε τον σικελικό τρόπο ζωής.

Σούλα Μπόζη

19.00

Η πλούσια και ανεξάντλητη διατροφική παράδοση των Ρωμιών της Πόλης, όπως και οι αντίστοιχες παραδόσεις και μνήμες των Μικρασιατών, ολοκλήρωσαν τον κύκλο των επισιτιστικών παραδόσεων μιας τεράστιας σε έκταση γεωγραφικής περιοχής, όπου έζησε και πρόκοψε ο Ελληνισμός αδιάλειπτα επί χιλιετίες. Μετά την καταστροφή του 1922 και τη συνθήκη της Λωζάνης (1924), οι Μικρασιάτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις προγονικές τους εστίες.

Παρά τις κακουχίες, την απόρριψη και την υποτίμηση που βίωσαν τα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, μετέφεραν στην Ελλάδα μια πλούσια πολιτισμική παράδοση, εμπειρίες, γνώσεις και πρακτικές πρωτόγνωρες για την τότε νεοελληνική πραγματικότητα, αναζωογονώντας την με νέα έθιμα, συνταγές και συμπεριφορές γύρω από την “ιεροτελεστία του τραπεζιού”. Αναμφισβήτητα, η Πολίτικη κουζίνα με τις τοπικές κουζίνες της Θράκης, της Ιωνίας, της Καππαδοκίας και του Πόντου, εμπλούτισε, μετά το 1922-1924, τον κορμό της λιτής νεοελληνικής κουζίνας με νέες πρωτόγνωρες γεύσεις.

Σάιμον Κρίτσλεϊ

19.80

Μπορεί να νοµίζουµε ότι έχουµε ξεµπερδέψει µε το παρελθόν, αλλά το παρελθόν δεν έχει ξεµπερδέψει µε εµάς. Η αρχαία τραγωδία µάς επιτρέπει να έρθουµε πρόσωπο µε πρόσωπο µε ό,τι δε γνωρίζουµε για τον εαυτό µας.

Στο βιβλίο αυτό ο Simon Critchley εξετάζει ό,τι νοµίζαµε πως γνωρίζαµε για τους ποιητές, δραµατουργούς και φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας και µας τους παρουσιάζει υπό ένα φως καινούριο, απροσδόκητο και πρωτότυπο. Με τρόπο προκλητικό και επίκαιρο περιγράφει πώς η τραγωδία εξακολουθεί να εκφράζει τις συγκρούσεις και αντιφάσεις του κόσµου στον οποίο ζούµε σήµερα.
Η τραγωδία παρουσιάζει έναν κόσµο όπου η ιδιωτική και η δηµόσια ζωή συγκρούονται και καταρρέουν. Έναν κόσµο οργής, θλίψης και πολέµου. Έναν κόσµο όπου η ηθική είναι αµφίσηµη και οι δυνατοί ταπεινώνουν και καταστρέφουν τους αδύναµους. Έναν κόσµο όπου το δίκαιο µοιάζει πάντοτε να βρίσκεται και στις δυο πλευρές και όπου ωραιοποιηµένες λέξεις λειτουργούν ως προκάλυµµα για κρυφές επιχειρήσεις βίας. Έναν κόσµο µάλλον σαν τον δικό µας.

Πρέπει να προσπαθήσουµε να κάνουµε τους αρχαίους να ζήσουν ξανά στην εποχή µας. Στον καθρέφτη τους, βλέπουµε όλη την απόγνωση και πλάνη της ζωής µας, αλλά και την τροµακτική οµορφιά και ένταση της ύπαρξης. Αν θέλουµε να καταλάβουµε καλύτερα τον εαυτό µας, τότε πρέπει να επιστρέψουµε στο θέατρο και στην αρχαία τραγωδία, που µε το δριµύ και αυστηρό της βλέµµα µάς επιτρέπει να δούµε φευγαλέα τι σηµαίνει να είµαστε ζωντανοί.

Βιογραφία - Μαρτυρίες

Ένας Αθηναίος για την πόλη του

Βασίλης Σγούτας

13.50

Το βιβλίο αυτό είναι γραμμένο από έναν αρχιτέκτονα που γεννήθηκε στην Αθήνα και ζει στην Αθήνα. Χωρίς δεσμεύσεις και πολιτικά ορθές αναστολές, λέει αλήθειες που συχνά μένουν κάτω από το χαλί.

Γιατί γράφτηκε αυτό το βιβλίο όταν διαχρονικά έχουν γραφτεί τόσα πολλά για την Αθήνα; Είναι ανεξάντλητο το κεφάλαιο «Αθήνα»; Ναι, είναι ανεξάντλητο. Και πάντα θα είναι. Μέσα από τις σελίδες του ο αναγνώστης θα βρει σκέψεις για το παρόν, αλλά και για το άμεσο και το απώτερο μέλλον της Αθήνας. Διαβάζοντάς τις, και παρά τις όποιες αρνητικές πτυχές της καθημερινότητας, είναι πιθανό να ενισχυθεί η πεποίθηση των περισσοτέρων από εμάς ότι είμαστε τυχεροί που ζούμε σε αυτή τη μοναδική πόλη. Και ότι αυτή πάντα θα μας χαμογελάει μέσα από εικόνες και οπτικές γωνίες που μιλάνε στον καθένα μας διαφορετικά.

Χωρισμένο σε ενότητες και σε φαινομενικά ανεξάρτητα μεταξύ τους επιμέρους θέματα, όλα τα κείμενα μαζί συνθέτουν, αθροιστικά, μια συνολική εικόνα και μια συνολική θεώρηση. Στόχος της εικονογράφησης είναι να συμπληρωθούν τα κείμενα με ματιές στον περίγυρό μας, ματιές σε γνωστά και σε λιγότερο γνωστά σημεία της πόλης. Γραμμένο για όλους τους Αθηναίους που νοιάζονται για την πόλη τους, το βιβλίο περιλαμβάνει και απόψεις για έργα που έχουν γίνει ή που προγραμματίζονται, καθώς και για την πολεοδομική, λειτουργική και κοινωνική πραγματικότητα της Αθήνας. Αν η ανάγνωση όλων αυτών των επιμέρους παρατηρήσεων αποτελέσει έναυσμα για δράσεις προς όφελος αυτής της πόλης, ο σκοπός του βιβλίου θα έχει επιτευχθεί.

Βασίλης Σγούτας

Ελληνική λογοτεχνία

Ο Αμερικάνος

Νίκος Αραπάκης

15.00

1890, Κρήτη. O νεαρός Ισμαήλ, γιος Τούρκου μεγαλοκτηματία, μεγαλώνει υπό τη σκέπη του προστατευτικού, φιλελεύθερου για τα δεδομένα της εποχής πατέρα του. Στο νησί μορφώνεται και αποκτά ευρεία καλλιέργεια   χάρη σε έναν κοσμογυρισμένο Ιρλανδό δάσκαλο που βρίσκεται εκεί τυχαία.

Όμως, λίγο μετά την ενηλικίωσή του, ο Ισμαήλ αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του, ταξιδεύοντας με πλαστά έγγραφα πρώτα στην Ελλάδα και τελικά στις ΗΠΑ, ως Ηρακλής Συναξάκης. Τον πρώτο καιρό στις ΗΠΑ εργάζεται στον οίκο ανοχής ενός Έλληνα μετανάστη στη Νέα Υόρκη, συνδέεται με μια νεαρή Ιταλίδα βιολίστρια και τελικά πιάνει δουλειά στην εφημερίδα της ομογένειας Ατλαντίς.

Η εφημερίδα τον στέλνει σε διάφορες πολιτείες και ο Ισμαήλ, που πλέον τον αποκαλούν Ερκ, αποκτά πλήρη εικόνα για τις συνθήκες υπό τις οποίες ζουν και εργάζονται μετανάστες από την Ελλάδα και άλλες χώρες, γεγονός που καλλιεργεί την ταξική συνείδησή του. Αναγκάζεται όμως να εγκαταλείψει τη Νέα Υόρκη και καταλήγει στο Ντένβερ του Κολοράντο. Εκεί συναντά τον γνωστό συνδικαλιστή Λούις Τίκας και γίνεται άτυπο μέλος του συνδικάτου των ανθρακωρύχων. Το τελευταίο ετοιμάζει μεγάλη απεργία στα ορυχεία της περιοχής, η οποία ξεκινάει το 1913 και τον Απρίλιο του 1914 καταλήγει στη «σφαγή του Λάντλοου», όπως έμεινε στην Ιστορία…

 

Μανουέλ Μποντ-Μποβί

26.24

Το 1955 ο Manuel Baud-Bovy ανακάλυψε στο πρώτο ταξίδι του στην Τήνο τους περιστεριώνες του νησιού, με τον καθένα να ξεπερνά τον προηγούμενο σε ομορφιά και περηφάνια.

O Baud-Bovy εντόπισε περί τους οκτακόσιους περιστεριώνες σε όλο το νησί, που σχεδίασε σε τέσσερα άλμπουμ τα οποία υπέβαλε στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης.

Για πρώτη φορά εκδίδεται μια αντιπροσωπευτική επιλογή της αδημοσίευτης μελέτης του διακεκριμένου αρχιτέκτονα, μαζί με εισαγωγικό κείμενο και χάρτη με τη θέση των περιστεριώνων στο πεζοπορικό δίκτυο της Τήνου.

Βασίλης Βασιλικός

13.05

Εκείνη την εποχή που γύριζα άσκοπα στην Ευρώπη έκπτωτος – το γιατί δεν είναι της ώρας – δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τη φίλη μου τη Ζωή που ζούσε χρόνια εγκαταστημένη στο Παρίσι. Μου ζητούσε να τη βοηθήσω στην επίλυση ενός πολύ λεπτού, όπως μου είπε, γι’ αυτήν προβλήματος. Επρόκειτο, δεν άργησα να το καταλάβω μόλις την επισκέφτηκα στο διαμέρισμά της στο Πασσύ, για το βιβλίο που ήθελε να γράψει με τα απομνημονεύματά της για τη Μεγάλη Φίλη της, τη Μεγάλη Ντίβα, την Divina, όπως την αποκαλούσαν, που είχε πεθάνει σ’ αυτό το ίδιο μελαγχολικό μα ολοζώντανο Παρίσι εννέα χρόνια πριν.

Ο Βασίλης Βασιλικός, μετά από μεγάλο αριθμό βιβλίων, επιστρέφει στο χρονικό, το είδος που τον έκανε διεθνώς γνωστό και που καλλιέργησαν συγγραφείς σαν τον Νόρμαν Μέιλερ και τον Τρούμαν Καπότε. Μόνο που αυτή τη φορά το χρονικό δεν γράφτηκε ποτέ. Η νουβέλα Ντίβα είναι, λοιπόν, η ιστορία μιας ακύρωσης. Αλλά, καμιά φορά, όσα δεν ειπώθηκαν τον καιρό που έπρεπε συμβαίνει να λέγονται με πιο αποκαλυπτικό τρόπο λίγο αργότερα.

Χαρίλαος Τρουβάς

13.49

Δυο βαλίτσες στο καράβι. Στη μία μια φλοκάτη και στην άλλη όλα μας τα υπάρχοντα. Μόλις φτάσαμε, δεν ξέραμε κανέναν. Δύσκολα χρόνια, και οικονομικά και συναισθηματικά. Ήμασταν και με τα δύο πόδια να γυρίσουμε πίσω. Χωρίς μέλλον, χωρίς τίποτα. Αλλά ήμασταν πολύ νέοι”. (Νίκη Αναστασέα)
“Ο Λάκης σιωπηλός στις συνεδριάσεις, ενώ ο Ναυπλιώτης σκίτσαρε για τη Μαμή. Και οι δυο τους δεν ήταν από αυτούς που θα παίρνανε μέρος σας κόντρες”. (Γιώργος Βότσης)
“Μόλις είδε ο Λάκης την κιθάρα ενθουσιάστηκε. Κι όταν κατάλαβα ότι αυτός ο άνθρωπος μ’ αυτό θέλει ν’ ασχοληθεί, να τραγουδάει με μια καλή κιθάρα, του είπα: “Κράτησέ την όσο θέλεις”. Και τότε το ‘πα στο σπίτι μου ότι τη χάρισα την κιθάρα. Είπα ότι τη χάρισα σε έναν άνθρωπο που είχε ταλέντο”. (Αλέκα Παπαρήγα)

Γνήσιος λαϊκός δημιουργός, εν πολλοίς αυτοδίδακτος, γι’ αυτό και γοητευτικός δάσκαλος, που με δάνεια από την παράδοση εξοφλεί το μέλλον. Ζει στο πλάι της κοινωνίας -ίσως για να τη βλέπει ολόκληρη- και ασκεί ήσυχος κι απερίσπαστος την τέχνη του χωρίς να τον νοιάζει να βγει στο προσκήνιο. Ένας άνθρωπος χαρισματικός και ισχυρά επιδραστικός στο οποίο κοινό του.

Μια έκφανση αυτού του τύπου δημιουργού υπήρξε ο συνθέτης και σκηνοθέτης Λάκης Καραλής.
Από την πολυτάραχη ζωή του περνάνε ένα σωρό προσωπικότητες. Μεγάλοι σταθμοί στην τέχνη του, η συμμετοχή του στα Τραγούδια του Αγώνα του Μίκη Θεοδωράκη, η ηχογράφηση του ιστορικού Supermarket στο Λονδίνο, η Θεατρική Λέσχη Βόλου, όπου και η βυζαντινή Αντιγόνη, το Εργαστήρι στο Λαύριο και το Θέατρο “Βαφείο” στον Βοτανικό.

Το βιβλίο αυτό είναι ένα πείραμα βιογραφίας και εργογραφίας μέσα από προφορικές αφηγήσεις συγγενών, συντρόφων, φίλων και συνεργατών του καθώς και μέσα από δημοσιεύματα και γραπτά ντοκουμέντα.

Γιώργος Σεφέρης

16.20

Οι επιστολές του Σεφέρη στην αδελφή του Ιωάννα Τσάτσου, ουσιαστικά συνιστούν μιαν «αδιατάραχτη στρωματογραφία» ολόκληρης της ενήλικης ζωής του ποιητή. Παρουσιάζουν αντιστικτικά, για κάθε μια διακριτή περίοδο, ανάγλυφη την εξέλιξη της προσωπικής, της ποιητικής και της υπηρεσιακής του ζωής, περισσότερο από τα ημερολόγιά του ή άλλη αλληλογραφία του.

Απευθυνόμενος στην κατά δύο χρόνια μικρότερη αδελφή του, της γράφει για όλα, σημαντικά και ασήμαντα, εντελώς αυθόρμητα, χωρίς αναστολές, ιδιαίτερα για τα προσωπικά του θέματα, τα βαθιά του συναισθήματα, για όλες τις μικρές χαρές του, για όλους τους δισταγμούς και τους καημούς του, προσωπικούς και υπηρεσιακούς.

Πολλές φορές της γράφει εξομολογητικά, με έναν τόνο απογοήτευσης και πικρού παράπονου, ενώ άλλοτε, κάνοντας τους προσωπικούς του απολογισμούς, εκφράζει τις ενδόμυχες σκέψεις του με αισθήματα βαθιάς μελαγχολίας ή και απόγνωσης. Όμως, άλλες φορές, λιγότερο συχνά, γράφει με ένα χαριτωμένο χιούμορ ή έναν παιγνιώδη αυτοσαρκασμό αποφορτίζοντας το τραγικό κλίμα των επιστολών.