Κάμντεν, Νιου Τζέρσεϊ, 1980. Ερημωμένα σπίτια, κλειστές βιομηχανίες, φτωχές συνοικίες. Ένας έφηβος, ο Πητ, εξαφανίζεται, και η μάνα του η Λουίσα πεθαίνει το επόμενο πρωί από στεναχώρια. Η αδερφή του, η δωδεκάχρονη Μίνι, ορφανή από γονείς, εισβάλλει άθελά της στη ζωή της συμμαθήτριάς της Λητώς και ανατρέπει τις βεβαιότητες της οικογένειάς της. Ανοίγει ρωγμές που δύσκολα θα κλείσουν έχουν τις ρίζες τους στο παρελθόν, στο αμερικανικό όνειρο, σε δεύτερες και τρίτες γενιές μεταναστών, στην παρακμή και τη φθορά της πόλης, σε χαμένες ευκαιρίες και σε επιλογές που λάθεψαν. Κι όσο ο θετός πατέρας της Λητώς, ο Μπέιζελ Καμπάνης, ψάχνει να βρει τι στράβωσε στη διαδρομή, τόσο αναμετριέται με τα φαντάσματα και τους φόβους της παιδικής του ηλικίας κι όσο η γυναίκα του η Σούζαν απομακρύνεται από κοντά του κι από την κοινή κι ανέμπνευστη ζωή τους, τόσο η Μίνι και η Λητώ μοιάζουν να ενηλικιώνονται σε έναν κόσμο σκληρά κι άδικα καμωμένο. Ο χρόνος, σαν τις νιφάδες του χιονιού, τους ξεγελά, ξεγλιστρά και χάνεται. Μαζί του κι αυτοί.
Ρούνεϋ Σάλλυ
Πέρα από το γεγονός ότι είναι αδέλφια, ο Πίτερ και ο Ίβαν Κούμπεκ ελάχιστα κοινά φαίνεται να έχουν μεταξύ τους. Ο Πίτερ είναι δικηγόρος στο Δουβλίνο, γύρω στα τριάντα, επιτυχημένος, ικανός και φαινομενικά άτρωτος. Όμως, μετά τον θάνατο του πατέρα τους, χρειάζεται υπνωτικά για να κοιμηθεί και πασχίζει να διαχειριστεί τη σχέση του με δύο πολύ διαφορετικές γυναίκες – την παντοτινή πρώτη του αγάπη, τη Σύλβια, και τη Ναόμι, μια φοιτήτρια η οποία αντιμετωπίζει τη ζωή σαν μια μεγάλη φάρσα. Ο Ίβαν είναι επαγγελματίας σκακιστής, είκοσι δύο ετών. Πάντα θεωρούσε τον εαυτό του κοινωνικά αδέξιο, μοναχικό, το αντίθετο από τον γοητευτικό και δημοφιλή μεγαλύτερο αδελφό του. Διανύοντας τις πρώτες εβδομάδες του πένθους του, ο Ίβαν γνωρίζει τη Μάργκαρετ, γυναίκα μεγαλύτερή του σε ηλικία, που βγαίνει από το δικό της ταραχώδες παρελθόν, και οι ζωές τους συνδέονται ακαριαία και έντονα. Για τα αδέλφια που πενθούν και τους ανθρώπους που αγαπούν, η περίοδος αυτή είναι ένα μεσοδιάστημα, ένα ιντερμέδιο, μια περίοδος πόθου και απελπισίας, ανοιχτή σε κάθε πιθανότητα, μια ευκαιρία να ανακαλύψουν πόσα μπορεί να βαστάξει μια ζωή χωρίς να διαλυθεί…
Μαρκ Μπρέι
Από τότε που υπάρχει φασισμός, υπάρχει και αντιφασισμός – γνωστός επίσης ως «antifa». Γεννημένο από την αντίσταση εναντίον του Μουσολίνι και του Χίτλερ τις δεκαετίες του 1920 και του 1930, το αντιφασιστικό κίνημα αναπτύχθηκε τις επόμενες δεκαετίες και σήμερα αποτελεί την αιχμή του δόρατος απέναντι στην ξενοφοβία, τον ρατσισμό και τον φασισμό.
Το antifa κίνημα στερεί από τους φασίστες την ευκαιρία να διασπείρουν τον δηλητηριώδη λόγο τους και υπερασπίζεται ευάλωτες κοινότητες απέναντι σε πράξεις βίας που υποκινούνται από τους φασίστες. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το φίμωμα του φασιστικού λόγου είναι αντιδημοκρατικό, όμως οι antifa είναι απόλυτοι: δεν πρέπει να δοθεί ποτέ στον φασιστικό τρόμο η παραμικρή ευκαιρία να θριαμβεύσει ξανά!
Σε αυτή τη συναρπαστική έρευνα, ο ιστορικός και ακτιβιστής Μαρκ Μπρέι μάς δίνει μια λεπτομερή επισκόπηση της συνολικής ιστορίας του αντιφασισμού από τη γέννησή του ως τις μέρες μας. Βασισμένο σε συνεντεύξεις αντιφασιστών από όλο τον κόσμο, το Antifa παρουσιάζει τις τακτικές του κινήματος και τη φιλοσοφία που το διέπει, δίνοντάς μας μια καθαρή εικόνα της αντίστασης ενάντια στον φασισμό με όποια μορφή κι αν εμφανίζεται.
Ένα βιβλίο-εργαλείο για κάθε αντιφασίστα και αντιφασίστρια!
Ανδρέας Καρκαβίτσας
Σε ένα χωριό του θεσσαλικού κάμπου που έχει μόλις προσαρτηθεί στο ελληνικό κράτος, εμφανίζεται ένας επαγγελματίας ζητιάνος που εκμεταλλεύεται τις εσωτερικές συγκρούσεις, την ευπιστία και τη δεισιδαιμονία των χωρικών. Η δυσοίωνη ματιά του Καρκαβίτσα στην ελληνική ύπαιθρο, η ένταση με την οποία περιγράφει τη δαιμονική και πρωτεϊκή μορφή του ζητιάνου αλλά και το άγριο τοπίο του χωριού, το οποίο καταστρέφεται ολοκληρωτικά, κάνουν τον Ζητιάνο ένα εκπληκτικό μυθιστόρημα, μια ανελέητη σάτιρα της ελληνικής πραγματικότητας.
Στο επίμετρό του ο Σωτήρης Παρασχάς αναδεικνύει τη μεταφορά του παράσιτου πάνω στην οποία στήνει ο Καρκαβίτσας το έργο του, ανατρέχοντας στη λογοτεχνική της παράδοση, συνδέοντάς τη με την εξέλιξη της επιστημονικής γλώσσας της εποχής και προτείνοντας μια ερμηνευτική γραμμή που υπερβαίνει τη λογική της ηθογραφίας.




