Ελληνική λογοτεχνία
Τα χιλιάδες ερημονήσια του Αιγαίου δίνουν την ευκαιρία στο σημερινό ανθρωποειδές των μεγαλουπόλεων να συρθεί έξω από τον πρωτογονισμό της μεγάλης σπηλιάς, όπου ζει, και ξεπερνώντας τον τρόμο του να βρεθεί μόνος μες στη φύση και να ξαναγοητευτεί απ’ αυτήν. Και τριγυρίζοντας κι αποθαυμάζοντας το τοπίο χίλιες δυο σκέψεις αρχίζουν να σπινθηρίζουν στο μυαλό, ενώ οι επιθυμίες και τα απραγματοποίητα όνειρα ζητούν την πραγμάτωσή τους…
Κατά κάποιο τρόπο, όλα φαίνονται να συγκλίνουν στο ότι ο παράδεισος με κατοίκους την Εύα και τον Αδάμ σ’ ένα τέτοιο ερημονήσι έλαβε χώρα. Γιατί εδώ ξεδιπλώνεται ο μη τόπος, η ουτοπία…Εάν, λοιπόν, αποφασίσουν να ταξιδέψουν εδώ εκείνες οι γυναίκες που είναι φτιαγμένες από την πάστα της προσφοράς και της δοτικότητας, θα τις ακολουθήσουν και οι άντρες. Γιατί αυτές οι ακατοίκητες βραχονησίδες ανήκουν σε όλα τα περαστικά πλάσματα που θέλουν να ξαποστάσουν, να περιεργαστούν και να ανακαλύψουν, να καταλάβουν, να κατανοήσουν πώς ξεκινάει η ζωή, μιας και όλα συνηγορούν στο ότι αυτές οι ακατοίκητες νησίδες ανήκουν στα φυτά, στα μεταναστευτικά πουλιά και σε όσους ελεύθερους κι απάτριδες θελήσουν να τις κατοικήσουν για λίγο ή για πάντα…
“…αφορισμένοι περιθώριοι, εξοστρακισμένοι καν διαφορετικοί, αποκαμωμένοι από κτηνώδεις κι ανούσιες δουλειές, απ’ τα ξενύχτια, τις απόπειρες αυτοκτονίας… τα μούτρα τους σκαμμένα βαθιά από πρόωρα γεράματα, τα πρόσωπα κιτρινισμένα από χολή και οινοποσίες, στα μάτια τους μια ρέμβη που μοιάζει με άνοια γεροντική, ανίκανοι να συμμαζέψουν τα διαλυμένα απ’ τα χάπια και τ’ αλκοόλ μυαλά τους… αιωρούμενοι σε μιαν άβυσσο που την έχουνε έντεχνα επιλέξει… σιωπηλοί, χαμένοι, μοναχικοί άνθρωποι που σέρνουν τα βήματά τους αφήνοντας πίσω αιματοκηλίδες, τις υπερόριες γραφές από τις ανοιγμένες φλέβες τους, καταλήγουνε στα άσυλα και στα τρελάδικα… οι Ζωές, οι Έρωτες, ιστορίες που μοιάζουνε πιότερο με παραμιλητό παρά με ιστορίες συγγραφέων…”
Ελληνική λογοτεχνία
Τηλεφυματίωση, με κείμενα των μπητ συγγραφέων Κλωντ Πελιέ (Γαλλία), Καρλ Βάισνερ (Γερμανία) και Ουίλιαμ Μπάροουζ (Ηνωμένες Πολιτείες). Κυκλοφόρησε το 1967, υπό τον τίτλο So Who Owns Death TV?, από τις εκδόσεις Beach Books στο Σαν Φρανσίσκο. Τα κείμενα αυτά, μεταφρασμένα από τον Τέο Ρόμβο, εκδόθηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1976, από τις ιστορικές εκδόσεις Πολιτεία. Στην έκδοση ο Τέος Ρόμβος προσθέτει και ένα δικό του κείμενο, με τον τίτλο Midillu. Τα κείμενα είναι γραμμένα με την τεχνική του cut-up και του fold-in, τεχνικές που ανέπτυξε και χρησιμοποίησε ο Ουίλιαμ Μπάροουζ και υιοθετήθηκαν από πολλούς μπητ συγγραφείς. […]
Ελληνική λογοτεχνία
Το πρώτο μυθιστόρημα του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη. Όπως ο ίδιος το χαρακτήριζε, πρόκειται για μια «εικόνα της ερωτικής απαλλοτριώσεως του εγώ». Ο ήρωάς του είναι ένας εικοσάχρονος Έλληνας φοιτητής από τη Θεσσαλονίκη -γενέθλια πόλη του Πεντζίκη- ο οποίος περιδιαβάζει στο Στρασβούργο χωρίς να καταφέρει τίποτε με τις φιλίες ή τον έρωτα με τη Ρενέ Σεγκέρ. Βασανίζεται και στο τέλος πνίγεται «στο ρεύμα του μεγάλου ποταμού». Ο Δημακούδης διέπεται από ένα οντολογικό χάος το οποίο δεν μπορεί να βάλει σε τάξη. Το ίδιο χάος είχε και ο συγγραφέας του όταν έγραφε τη νουβέλα αυτή, αλλά αυτός είχε το χρόνο και το θάρρος να το διευθετήσει περνώντας σ’ αυτό που είχε ανάγκη, στην χριστιανική οντολογία.
Ελληνική λογοτεχνία
Αυτή η έκδοση της Πάπισσας Ιωάννας του Εμμανουήλ Ροΐδη δεν μοιάζει με καμιά άλλη που εκδόθηκε έως σήμερα ή είναι εν κυκλοφορία. Και αυτό γιατί:
- Έχει ελεγχθεί και έχει αποκατασταθεί το κείμενο της πρώτης έκδοσης του 1866 σύμφωνα με τη βούληση του συγγραφέα.
- Έχουν διορθωθεί τα τυπογραφικά λάθη και έχουν ενσωματωθεί τα παροράματα, καθώς και οι ιδιόχειρες διορθώσεις του Ροΐδη.
- Έχουν εξομαλυνθεί οι πολυτυπίες, οι ασυνέπειες και οι ανακρίβειες.
- Συμπληρώθηκαν βιβλιογραφικά οι συντομογραφίες και συνδέθηκαν οι Σημειώσεις με το κείμενο του μυθιστορήματος.
- Σχολιάζεται το κείμενο (με γλωσσικές και πραγματολογικές πληροφορίες) υποσελιδίως.
- Έχουν προστεθεί δύο Παραρτήματα: το πρώτο περιέχει κορυφαία κείμενα του Ροΐδη στην αντιπαράθεσή του με την Εκκλησία και την Πολιτεία, ενώ στο δεύτερο ανακοινώνονται καινούρια σημαντικά ευρήματα για την καταδίωξη και τον αφορισμό του.
- Η έκδοση συνοδεύεται από Χρονολόγιο και Βιβλιογραφία καθώς και από λεπτομερές Γλωσσάρι για να διευκολύνεται η ανάγνωση.
- Μια τέτοια έκδοση συνοδεύεται επίσης από συστηματικά Προλεγόμενα που καλύπτουν τόσο το ιστορικό δίλημμα «υπήρξε όντως η Πάπισσα;» όσο και τις πιο σημαντικές πλευρές του μυθιστορήματος του Ροΐδη.
Υπ’ αυτή την έννοια η παρούσα έκδοση μπορεί τεκμηριωμένα να ισχυριστεί ότι είναι: νέα, πλήρης, αναθεωρημένη, σχολιασμένη, βελτιωμένη και φιλολογικά αποκατεστημένη.
Ελληνική λογοτεχνία
Ο Άρης Χειµωνίτης, νεαρός φιλόλογος στην Αθήνα της δεκαετίας του ’90, γιος γνωστού αρχιτέκτονα και µιας αφοσιωµένης διορθώτριας λογοτεχνικών βιβλίων, έχει πρόσφατα εγκαταλείψει την οικογενειακή εστία και φιλοδοξεί να γίνει συγγραφέας. Κάθε βεβαιότητά του, όµως, για τη ζωή θα διασαλευτεί όταν θα ανακαλύψει τη δράση της µητέρας του στη διάρκεια της δικτατορίας, γεγονός που θα συµβάλει στην πνευµατική του ενηλικίωση. Καταλυτικά επίσης θα τον επηρεάσουν δύο άντρες και οι αλλόκοτες ιστορίες τους στις οποίες κυριαρχούν η Ιταλία του ’60, ο Νίκος Γκάτσος και το καφέ Μπραζίλιαν, ένας µεγάλος και συγκινητικός έρωτας και µια επονείδιστη προδοσία.
Ένα µυθιστόρηµα για τις αποσιωπήσεις της Ιστορίας και το πώς τα τραύµατα περνούν από γενιά σε γενιά, για το δέος προς το παρελθόν που µπορεί να γίνει βρόγχος ή εφαλτήριο, για την αναζήτηση της προσωπικής ταυτότητας µέσα από «τις ιστορίες των άλλων».
Ελληνική λογοτεχνία
Πήρε το μονοπάτι για τον δρόμο και το αμάξι της.
Ανεβαίνοντας το μονοπάτι γύρισε πίσω να κοιτάξει και συνειδητοποίησε πως από το ύψωμα έβλεπε καλύτερα προς τον κάβο. Κοντοστάθηκε. Άφησε κάτω την τσάντα της κι ανέβηκε σ’ έναν δύσμορφο βράχο. Μισόκλεισε τα μάτια της και προσπάθησε να διακρίνει στις ρυτίδες της θάλασσας κάποια αλλαγή, κάτι να επιπλέει, τίποτε. Ο αέρας σφύριζε μονότονα στ’ αυτιά της.
Στα βράχια θα είναι. Εκεί θα τον βρούμε. Στα βράχια να ξεκουράζεται ή να γυρνάει τώρα που έφεξε κόντρα στο ρέμα προς την παραλία.
Θα κοιτάω περισσότερο στα βράχια. Άσε τ’ ανοιχτά. Παράτα τα. Τυφλώνεσαι, δεν έχει νόημα. Αν είναι στ’ ανοιχτά, δεν θα είναι ζωντανός. Δεν έχει δουλειά στ’ ανοιχτά. Δίπλα στα βράχια πάντα ψαρεύει. Θα τον βρούμε.
Μέχρι να φτάσουμε στην παραλία, θα τον βρούμε.
Ελληνική λογοτεχνία
«Καμιά φορά, όταν το φως χαμηλώνει και μεγαλώνουν οι σκιές, μου φαίνεται ότι κυκλοφορώ σ’ αυτούς τους δρόμους χρόνια και χρόνια ατέλειωτα, ολόκληρο αιώνα, ότι ξέρω πια κάθε δέντρο, κάθε λακκούβα, κάθε σπίτι, πηγαίνω πια με τα μάτια κλειστά, είμαι πια δρόμος κι εγώ, πότε άδειος πότε γεμάτος, πότε με φως πότε σκοτεινός, για να βρεις τον δρόμο πρέπει να γίνεις δρόμος, ναι, αλλά ο δρόμος είναι δρόμος αν δεν τον περπατήσεις, η λαμπάδα είναι λαμπάδα αν δεν ανάψει, το μαχαίρι είναι μαχαίρι αν δεν κόψει; Πες της σ’ αγαπάω πολύ και δεν θα το ξανακάνω».
Εφτά χρόνια τώρα έχω δει πολλά κι έχω ακούσει άλλα τόσα, είναι η φύση της δουλειάς τέτοια, είναι και η δική μου, πάω πάντα παντού, ό,τι ώρα και μέρα να ‘ναι, κοντά ή μακριά, με βροχή, καύσωνα ή χιόνι.
Το “Πες της” είναι η ιστορία μιας κούριερ που περιπλανιέται σαν αερικό σε χιονισμένα βουνά και ασημένιες θάλασσες, σε δρόμους άδρομους, απέραντους, χωρίς αρχή και τέλος, χωρίς σημάδια και χαρακιές, μπαινοβγαίνει σε μεζονέτες με εσωτερικό ασανσέρ και πολυκατοικίες χωρίς ασανσέρ, και κάνει παραδόσεις σε καλούς και κακούς ανθρώπους, αγενείς και ευγενικούς, βασανισμένους και καλοζωισμένους – σε ανθρώπους που μοιάζουν έτοιμοι να βάλουν τα κλάματα κι άλλους που μοιάζουν να μην ξέρουν τι θα πει κλάμα.
Μια ιστορία ειπωμένη με γλώσσα που πότε αντιλαλεί και πότε σωπαίνει, ευφραίνεται και συστέλλεται, κρύβεται και φανερώνεται, παλεύοντας ν’ ακολουθήσει τα ματωμένα χνάρια που αφήνουν οι άνθρωποι και τα πράγματα στο χιόνι. Μια ιστορία για το μυστήριο, τον πόνο, την τραγικότητα, την τρέλα, αλλά και την ανθρωπιά, την ελπίδα, την κρυμμένη ομορφιά και την ποίηση της σύγχρονης ζωής.
Ελληνική λογοτεχνία
Η Εύα, έχοντας χάσει τα δύο πιο αγαπημένα της πρόσωπα στη ζωή, τη μητέρα της και την αδερφή της, μεγαλώνει σε ίδρυμα από την ηλικία των έξι. Χρόνια αργότερα, ο θάνατος του άντρα της στέκεται η αφορμή ώστε να επιστρέψει στο νησί της και να συναντήσει ξανά πρόσωπα και μέρη των παιδικών της χρόνων. Η μοναδική της έγνοια είναι να μάθει τι πραγματικά συνέβη στη μικρή της αδερφή, πριν αυτή εξαφανιστεί από προσώπου γης.
Σε έναν τόπο άγριας ομορφιάς, αλλά και αφιλόξενο τώρα πια, όπου νεκρά πουλιά ξεβράζονται στην παραλία, μαυροκόρακες πετούν πάνω από απότομους γκρεμούς και φαράγγια, παιδιά εξαφανίζονται μυστηριωδώς, όπου ντόπιοι γνωρίζουν αλλά δεν μιλάνε και δυνατοί άνεμοι σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους, η Εύα προσπαθεί να ενώσει τα κομμάτια και να μάθει επιτέλους την αλήθεια. Εξάλλου, σύμφωνα με το πώς εκείνη αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω της, καθετί που ανοίγει πρέπει και να κλείνει, ό,τι αρχίζει πρέπει και να τελειώνει.
Το “Αθώο” είναι ένα βιβλίο που διερευνά ζητήματα όπως η απώλεια και το τραύμα, η ενοχή και η εξιλέωση, οι πάσης φύσεως εγκλεισμοί, το διαφορετικό, η διαρκής αναζήτηση για τις ρίζες που μας κρατούν συνδεδεμένους με το παρελθόν, και πάνω απ’ όλα η ανάγκη για αποδοχή, αγάπη, δικαιοσύνη.
Ελληνική λογοτεχνία
«Και ο ψωραλέος ο απίστευτος ο καυχησιάρης στ’ αυγά του δεν κάθεται μοιράζει φυλλάδια τυπώνει βρισιές φτύνει τον εχτρό του το φίλο του χωρίς διάκριση καυγαδίζει με όλους όπου πηγαίνει αφήνει φαρμάκι δεν υπάρχει κακία που να μην την ξεστόμισε δεν υπάρχει γωνιά που να μην έσταζε το ύπουλο μίσος του μόνος του βελονιάζει και κεντρίζει το άχτι του ξεκλειδώνει συρτάρια για να μάθει τ’ ανήκουστα κλέβει χειρόγραφα φωτογραφίες και γράμματα αρρωστημένη συνείδηση που δεν ησυχάζει ποτέ αν δε βρει να καρφώσει το ανύποπτο θύμα του της προσβολής που φαντάστηκε το ψεύτικο είδωλο στήνει αδιάκοπα μιας αγιάτρευτης πληγής που μολύνθηκε γάγγραινα αν μπορούσε θα σκότωνε με τα λόγια μονάχα μα το θάρρος του λείπει να χτυπήσει μ’ εύστοχη σφαίρα το στόχο του του λόγου τ’ ανδρείκελο η θηλιά που κρεμάει τον αντίπαλο νοερά δεν του φτάνει δεν τολμάει να σκοτώσει στ αλήθεια και βαράει όπου τύχει κι όποιον πάρει της λέρας το βόλι».
Φωτεινός Αηγιάννης – Ανώνυμο Ποίημα (Νάνος Βαλαωρίτης για τον Λεωνίδα Χρηστάκη)
Ελληνική λογοτεχνία
Μεσοπόλεμος, πρώτο εξάμηνο του 1931. Ο ταγματάρχης Γόρδιος Κλήμεντος, επικεφαλής της αντικατασκοπίας στη Θεσσαλονίκη, αναλαμβάνει να «ενοποιήσει τις πεποιθήσεις» στη γοητευτική πόλη που σπαράσσεται από συγκρούσεις: εθνικιστές εναντίον αριστερών και Εβραίων, βενιζελικοί κατά βασιλικών, τροτσκιστές κατά κομμουνιστών, 140.000 πρόσφυγες, κομιτατζήδες, παρακρατικοί, πράκτορες ξένων δυνάμεων, απεργίες και δολοφονίες. Όλοι εναντίον όλων. Ο ταγματάρχης, που υποφέρει και από ένα ανεξέλεγκτο ερωτικό πάθος, προσπαθεί να κρατήσει τις αρχές του στον απελπισμένο αγώνα του να ελέγξει τη δυναμική των γεγονότων, που ωστόσο καταλήγουν, τον Ιούνιο του ’31, στην πρώτη μεγάλη επίθεση κατά των Ισραηλιτών στην Ευρώπη του 20ού αιώνα: στο πογκρόμ και στον εμπρησμό του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ.