Ξένη λογοτεχνία
Το καλοκαίρι του 1979, ενώ η βία σαρώνει την Ιρλανδία, δυο ξένοι φτάνουν σ’ ένα μικρό νησί στα ανοιχτά των δυτικών ακτών της: ο κύριος Λόιντ, Άγγλος ζωγράφος, και ο Ζαν-Πιερ Μασόν, Γάλλος γλωσσολόγος.
Ο καθένας έχει μια αντίληψη για το τι είναι το νησί, και οι δυο ελπίζουν να συλλάβουν την ουσία του, ο ένας με τους πίνακές του, ο άλλος μελετώντας και διασώζοντας τη γλώσσα των ντόπιων.
Αλλά οι λιγοστοί κάτοικοι του νησιού έχουν δική τους γνώμη για το τι είναι καλό για τους ίδιους.
Δυο ξένοι με προκατασκευασμένες ιδέες, πεισματάρηδες ντόπιοι, μια όμορφη χήρα και ο γιος της συνδέονται, συγκρούονται, βάζουν ο ένας σε δοκιμασία τα πιστεύω του άλλου, καθώς οι μέρες του καλοκαιριού περνούν και το αιματοκύλισμα στην Ιρλανδία συνεχίζεται…
Μια δυνατή ιστορία για την τέχνη, τη γλώσσα, την ταυτότητα, τις καλές προθέσεις, που δεν αρκούν, και το βαθύ, αγιάτρευτο τραύμα της αποικιοκρατίας.
Ξένη λογοτεχνία
Μπορείς να εφαρμόσεις οποιοδήποτε ερμηνευτικό κλειδί στον Σαίξπηρ, και θα δεις ότι τα έργα θα φωτίσουν την ερμηνεία σου – όχι το αντίστροφο. Μολονότι οι επαγγελματίες μνησίκακοι επιμένουν πως η αισθητική στάση συνιστά από μόνη της άλλη μιάν «ιδεολογία», εγώ διαφωνώ, ασχολούμενος στο παρόν βιβλίο αποκλειστικά με το αισθητικό μέρος του Σαίξπηρ…
Ο Χάρολντ Μπλουμ, διεισδυτικός και κριτικός, χαρίζει στο αναγνωστικό κοινό του δραματουργού λεπτομερείς αναλύσεις όλων των σαιξπηρικών έργων, συνθέτοντας ένα βιβλίο-σταθμό για τη μελέτη του αγγλικού και του παγκόσμιου Θεάτρου, μα και της Λογοτεχνίας εν γένει.
Άπειρες αντιρρήσεις και συζητήσεις σηκώνουν οι απόψεις και τα συμπεράσματά του, ωστόσο έτσι είναι ο γόνιμος διάλογος, καθώς μας τον έμαθε η αρχαία ελληνική επαγωγική Σκέψη. Η κλασσική όσο και πολυπρισματική Οπτική του Αμερικανού κριτικού, διαποτισμένη από νιτσεϊκούς τόνους και πνεύμα, αλλά και από την πλούσια παράδοση του νεώτερου αγγλικού ιδεαλισμού, μας οδηγεί βήμα-βήμα, μες απ’ τους Άμλετ, τους Ιάγους και τους Φάλσταφ, τις Κλεοπάτρες, τις Ρόζαλιντ και τις Ιουλιέττες, μες απ’ Όνειρα θερινής νυκτός και Τρικυμίες, Ερρίκους και Ριχάρδους, στους θαυμαστούς κόσμους του Σαίξπηρ, αναζητώντας την πεμπτουσία της δημιουργίας του.
Ελληνική λογοτεχνία
«Και ο ψωραλέος ο απίστευτος ο καυχησιάρης στ’ αυγά του δεν κάθεται μοιράζει φυλλάδια τυπώνει βρισιές φτύνει τον εχτρό του το φίλο του χωρίς διάκριση καυγαδίζει με όλους όπου πηγαίνει αφήνει φαρμάκι δεν υπάρχει κακία που να μην την ξεστόμισε δεν υπάρχει γωνιά που να μην έσταζε το ύπουλο μίσος του μόνος του βελονιάζει και κεντρίζει το άχτι του ξεκλειδώνει συρτάρια για να μάθει τ’ ανήκουστα κλέβει χειρόγραφα φωτογραφίες και γράμματα αρρωστημένη συνείδηση που δεν ησυχάζει ποτέ αν δε βρει να καρφώσει το ανύποπτο θύμα του της προσβολής που φαντάστηκε το ψεύτικο είδωλο στήνει αδιάκοπα μιας αγιάτρευτης πληγής που μολύνθηκε γάγγραινα αν μπορούσε θα σκότωνε με τα λόγια μονάχα μα το θάρρος του λείπει να χτυπήσει μ’ εύστοχη σφαίρα το στόχο του του λόγου τ’ ανδρείκελο η θηλιά που κρεμάει τον αντίπαλο νοερά δεν του φτάνει δεν τολμάει να σκοτώσει στ αλήθεια και βαράει όπου τύχει κι όποιον πάρει της λέρας το βόλι».
Φωτεινός Αηγιάννης – Ανώνυμο Ποίημα (Νάνος Βαλαωρίτης για τον Λεωνίδα Χρηστάκη)
Ξένη λογοτεχνία
Ο κόσμος μας είναι παράξενος και ανοίκειος, αλλόκοτος και απόκοσμος, μια προσομοίωση: ένα τοπίο που έχει ερημώσει από το ανθρώπινο. Είναι πιο εύκολο να φανταστούμε το τέλος αυτού του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού. Αρνούμενος καταστατικά το διαχωρισμό ανάμεσα σε υψηλή και χαμηλή κουλτούρα, ο Φίσερ αναζητά μια διέξοδο στις ταινίες του Λυντς, του Ταρκόφσκι, του Κιούμπρικ, του Νόλαν και του Χίτσκοκ, στη μουσική των The Fall και του Brian Eno, στη λογοτεχνία του Λάβκραφτ, του Γουέλς, του Φίλιπ Ντικ και της Άτγουντ, στις αλλόκοτες και απόκοσμες εικόνες του κόσμου και του ανθρώπου στην τέχνη, προσπαθώντας να εξηγήσει γιατί μας γοητεύει τόσο ό,τι παραμονεύει πέρα από τα όρια της κοινής λογικής.
Ελληνική λογοτεχνία
Μεσοπόλεμος, πρώτο εξάμηνο του 1931. Ο ταγματάρχης Γόρδιος Κλήμεντος, επικεφαλής της αντικατασκοπίας στη Θεσσαλονίκη, αναλαμβάνει να «ενοποιήσει τις πεποιθήσεις» στη γοητευτική πόλη που σπαράσσεται από συγκρούσεις: εθνικιστές εναντίον αριστερών και Εβραίων, βενιζελικοί κατά βασιλικών, τροτσκιστές κατά κομμουνιστών, 140.000 πρόσφυγες, κομιτατζήδες, παρακρατικοί, πράκτορες ξένων δυνάμεων, απεργίες και δολοφονίες. Όλοι εναντίον όλων. Ο ταγματάρχης, που υποφέρει και από ένα ανεξέλεγκτο ερωτικό πάθος, προσπαθεί να κρατήσει τις αρχές του στον απελπισμένο αγώνα του να ελέγξει τη δυναμική των γεγονότων, που ωστόσο καταλήγουν, τον Ιούνιο του ’31, στην πρώτη μεγάλη επίθεση κατά των Ισραηλιτών στην Ευρώπη του 20ού αιώνα: στο πογκρόμ και στον εμπρησμό του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ.
Ελληνική λογοτεχνία
Αυτή την ιστορία δεν ήταν εύκολο να την πω. Φόνοι γίνονται κάθε μέρα. Άλλοι λύνονται, άλλοι πάλι όχι. Ελάχιστοι όμως καταλήγουν να σε στοιχειώνουν.
Ένα κουβάρι χωρίς άκρη. Ίσως φταίει που, όταν συνέβησαν όλα αυτά, ήμουν ακόμα παιδί. Πέρασαν χρόνια για να δω ξεκάθαρα τα πρόσωπα – κυρίως των φίλων μου. Ο πιο περίεργος μαθητής του σχολείου, ένας δάσκαλος που μιλούσε μια άλλη γλώσσα, μια μάνα που εξαφανίστηκε, ένας σιωπηλός δικηγόρος και ο γιος κάποιου Ρώσου μαφιόζου.
Το όπλο, ένα κουζινομάχαιρο, βρέθηκε στον βυθό του υδροβιότοπου πουλιών.
Και το πτώμα χαμογελούσε, σκεπασμένο όμορφα με το σεντόνι του. Πώς διάολο κάνεις έναν ετοιμοθάνατο να χαμογελά, μου λες;
Ξένη λογοτεχνία
Ο Σαμ Σπέιντ προσλαμβάνεται από την δεσποινίδα Γουόντερλι για να βρει τα ίχνη της αδερφής της που το έχει σκάσει με κάποιον αλήτη ονόματι Φλόιντ Θέρσμπι. Αλλά η μυστηριώδης και εύοσμη δεσποινίς Γουόντερλι, στην πραγματικότητα δεν είναι άλλη από την σκοτεινή Μπρίτζιτ Ο Σώνεσι κι όταν ο συνάδελφος του Σπέιντ δολοφονείται ενώ βρίσκεται στα ίχνη του Θέρσμπι, ο Σπέιντ βρίσκεται ξαφνικά να είναι κυνηγός και συνάμα κυνηγημένος: μπορεί να βρει το πολύτιμο γεράκι, έναν θησαυρό που θα άξιζε κανείς και να σκοτώσει ακόμη για να το αποκτήσει, πριν τον εντοπίσει ο Χοντρός;
Ξένη λογοτεχνία
Η συλλογή δοκιμίων Αποδείξεις και θεωρίες, βραβευμένη με το PEN/Martha Albrand Award του 1993 για πρώτο μη μυθοπλαστικό έργο, είναι μια διαφωτιστική συλλογή κειμένων της Λουίζ Γκλικ. Η πρόζα της Γκλικ διαθέτει την ίδια ακριβή γλώσσα, την ίδια διεισδυτικότητα και ενόραση που διακρίνουν την ποίησή της. Η δύναμη της σκέψης της είναι εμφανέστατη σε τούτα τα δοκίμια, από το πώς διερευνά το έργο άλλων ποιητών μέχρι το πώς στοχάζεται με σκεπτικισμό έννοιες της λογοτεχνικής κριτικής, όπως η «ειλικρίνεια» και το «θάρρος». Εδώ υπάρχουν ακόμα οι αποκαλυπτικές σκέψεις της Γκλικ για την προσωπική της εκπαίδευση και ζωή ως ποιήτριας, καθώς και ένας φόρος τιμής στον δάσκαλο και μέντορά της Στάνλεϊ Κούνιτς. Το βιβλίο Αποδείξεις και θεωρίες είναι η διαθήκη μιας κορυφαίας ποιήτριας.
Ξένη λογοτεχνία
Ο αφηγητής συναντά τον Γκαουστίν, έναν περιπλανώμενο στον χρόνο ταξιδιώτη, που έχει αποσυνδέσει τη ζωή του από τη σύγχρονη πραγματικότητα και έχει δημιουργήσει την «κλινική για το παρελθόν». Πρόκειται για ένα ίδρυμα που προσφέρει μια πρωτότυπη θεραπεία για τους πάσχοντες από Αλτσχάιμερ: κάθε όροφος αναπαράγει λεπτομερώς μια δεκαετία του περασμένου αιώνα. Οι ασθενείς χάνουν την αίσθηση του παρόντος και του μέλλοντος και μεταφέρονται πίσω στον χρόνο, ξεκλειδώνουν και αναβιώνουν τις αναμνήσεις τους.
Ο Γκοσποντίνοφ με την υπέροχα αποσπασματική γραφή του αποδεικνύει, ξανά, ότι μπορεί να μας ξαφνιάζει και να μας κρατά σε εγρήγορση. Τι σημαίνει άνοια, τι είναι το γήρας, πώς επιλέγει κανείς τον κόσμο που θα ζήσει αλλά και τι θα κρατήσει από τον εαυτό του πριν πεθάνει, τι σημαίνει Δύση και τι Ανατολή, πόσο απέχει το έθνος από τη μύγα; Τι είναι ο θάνατος;
Συνδυάζοντας την ειρωνεία και τη νοσταλγία, και εναλλάσσοντας διαφορετικά είδη γραφής ο συγγραφέας διερευνά το τέρας του παρελθόντος και πώς αυτό επηρεάζει μια ζωή με αβέβαιο μέλλον.
«Δεν είναι παράξενο, μου είπε κάποτε ο Γκαουστίν, πάντα πεθαίνουν οι άλλοι, εμείς οι ίδιοι όμως ποτέ».
Ιστορία
Περιφρονημένη για χρόνια από την ηγεμονική κουλτούρα, άγνωστη ακόμη και στον κοντινό περίγυρο, σήμερα η ελληνική γλώσσα της Καλαβρίας, γκρέκο/γκρεκάνικα, ανεξαρτήτως του εάν ομιλείται και σε ποιο βαθμό, με ανακτημένο το γλωσσικό κύρος και το κοινωνικό της γόητρο, έχει επανέλθει δυναμικά στο προσκήνιο της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής της Καλαβρίας. Ακόμη και οι εξαίσιοι Πολεμιστές του Ριάτσε σε αυτήν τη γλώσσα μας προσκαλούσαν την προηγούμενη χρονιά (2022) να γιορτάσουμε την 50ή επέτειο από την ανακάλυψή τους.
Από γλώσσα των «τελευταίων», των paddèki και tamari (άξεστοι, απολίτιστοι), όπως ο αστικός κόσμος του Ρηγίου της Καλαβρίας (Reggio di Calabria) χαρακτήριζε τους ορεσίβιους πληθυσμούς από τα ελληνόφωνα χωριά του Ασπρομόντε κάθε φορά που κατέβαιναν στην πόλη, τώρα έχει αναχθεί σε σύμβολο μιας ευγενούς παράδοσης κι ενός ένδοξου παρελθόντος με αναγωγές στη Μεγάλη Ελλάδα και στο Βυζάντιο σύμβολο, το οποίο όλοι προσπαθούν να οικειοποιηθούν: Δήμοι, Σύλλογοι, πολιτικά σχήματα, εταιρείες επιζητούν τον προσδιορισμό γκρεκάνικο/α. Οι χθεσινοί paddèki τώρα είναι «τα εγγόνια του Ομήρου» και η γλώσσα τους σύμβολο υπερηφάνειας για όλη την Επαρχία του Ρηγίου –αν όχι για όλη την Καλαβρία.
Η χρήση του παρελθόντος και πώς αυτό επιστρατεύεται για να καλύπτει ανάγκες του παρόντος δεν είναι πρωτοφανές στην ανθρώπινη ιστορία. Το ερώτημα είναι πώς φθάσαμε ως εδώ, στη σημερινή «αναγέννηση» του γκρέκο και στα ποικίλα τεκταινόμενα γύρω από αυτό. Απάντηση σε αυτό –και σε άλλα συναφή– έρχεται να δώσει το βιβλίο αυτό. Αφηγούμενο τις περιπέτειες της γλώσσας και του κόσμου της –μέσα από μία πολυετή επιτόπια έρευνα– έρχεται να προσθέσει μια μικρή ψηφίδα στο εξαιρετικά ενδιαφέρον ανθρωπολογικό μωσαϊκό του Νότου της γειτονικής μας χώρας, καθώς και στην Ανθρωπολογία της Μεσογείου.
Ξένη λογοτεχνία
Ο Αμορεζάνο ζει στη Νάπολη, είναι τριάντα χρονών και δεν έχει βρει ακόμα τη θέση του στον κόσμο. Οι μέρες του κυλούν αργά, ανάμεσα στην καθημερινότητα με τους γονείς του, το πάθος του για την ομάδα του τη Νάπολι, τις βραδιές με τον φίλο του τον Ρούσο και την αναζήτηση εργασίας. Δίνει ακόμα μία, εντελώς παράλογη, συνέντευξη. Ούτε αυτή καταλήγει στην πρόσληψή του, οπότε αποφασίζει να ξοδέψει όλα του τα χρήματα και ν’ αυτοκτονήσει. Γνωρίζει, όμως, μια όμορφη κοπέλα και την ερωτεύεται. Αυτή η συνάντηση αναζωπυρώνει τις ελπίδες και τις επιθυμίες του: θέλει να ζήσει, να γράψει, να είναι ευτυχισμένος. Και να συναντήσει τον Ραφαέλε Λα Κάπρια, τον λογοτεχνικό του μύθο. Αλλά ο έρωτας σκορπίζει ακόμα πιο γρήγορα τις δυνάμεις του και τα χρήματά του, κάνοντας τις επιθυμίες που ξαναβρήκε, και τις ελπίδες του για μια διαφορετική ζωή, να ξεγλιστρούν ευρώ το ευρώ.
Ο Αλέσιο Φορτζόνε μιλάει για μια Νάπολη πνιγηρή και γκρίζα από τη βροχή, σκοτεινή σαν τη Χιροσίμα της ομώνυμης ταινίας. Και με μια γλώσσα επίμονη, δυναμική μα και τρυφερή, υπογράφει το ντεμπούτο του, ένα λαμπερό κι ενίοτε πυρετικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης που έχει τον ρυθμό ενός αγώνα ταχύτητας μέσα στους γλυκόπικρους νόμους της ζωής και το κιαροσκούρο της αθωότητας.
Το Napoli mon amour είναι ένα βιβλίο για όσους λατρεύουν τη μυρωδιά της ασφάλτου μετά τη βροχή, για όσους έχουν βουτήξει στα κρυστάλλινα νερά της Πρότσιντα, για ένα πρώτο φιλί που ακούγεται σαν το “Brown Sugar” των Ρόλινγκ Στόουνς, και για όποιον τα χάνει όλα μέσα σε μια στιγμή, σαν βαλίτσα παρατημένη σ’ ένα τρένο που αναχωρεί.
Ελληνική λογοτεχνία
“Τα ζώα εισχώρησαν στη φαντασία μας καταρχήν ως αγγελιαφόροι και ως υποσχέσεις”, γράφει ο John Berger στο Γιατί να κοιτάμε τα ζώα;. Στο αξιοσημείωτο βιβλίο του Κάμπος ο Στρατής Βογιατζής επιστρέφει στη φαντασία μας ένα εξαιρετικό εύρος από ζώα. Είτε όμως βλέπουμε ένα παγόνι να ανοίγει σαν βεντάλια τα φτερά του είτε μια κατσίκα να κοιτάζεται στον καθρέφτη, οι υποσχέσεις που μας δίνουν αυτά τα ζώα είναι ανεξιχνίαστες. Όπως και για τις μοναχικές μορφές που περιπλανιούνται στα μαγικά τοπία του Βογιατζή, ένα μόνο μήνυμα μπορούμε να λάβουμε: Είμαστε χαμένοι στον παράδεισο.