Βλέπετε 97–108 από 1261 αποτελέσματα

Ποίηση

Λιποτάχτες

Γιάννης Θεοδωράκης

10.60

Αρχές της δεκαετίας του 1950, την εποχή που γράφονταν τα ποιήματα της συλλογής «Λιποτάχτες», ο Γιάννης Θεοδωράκης (1932 – 1996) ήταν τελειόφοιτος Γυμνασίου στον Γαλατά των Χανίων· εκεί, όπου ο αδελφός του, Μίκης, φτάνει στις 23 Αυγούστου του 1949 με το ατμόπλοιο «Ελένη», σοβαρά τραυματισμένος από τα βασανιστήρια της Μακρονήσου. Ο Εμφύλιος στην Κρήτη είχε λήξει ένα χρόνο νωρίτερα από τις τελευταίες μάχες στον Γράμμο και το Βίτσι, και η καταδίωξη των εναπομεινάντων Κρητικών ανταρτών συνεχιζόταν μέσα σε ένα καθεστώς φόβου και τρομοκρατίας του τοπικού
πληθυσμού από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων, της Χωροφυλακής, της Εθνοφυλακής και των παρακρατικών συμμοριών.

Τέσσερα από αυτά τα ποιήματά του –με τίτλους: «Θα γίνεις δικιά μου» (στο «Όμορφη Πόλις»), «Δακρυσμένα μάτια», «Σκέπασε ατμός τον έρωτά μας» και «Χάθηκα»– μελοποιήθηκαν από τον Μίκη την περίοδο 1952-1954 και ηχογραφήθηκαν το 1960 στο παλιό στούντιο της «Columbia», με τον ίδιο τον Μίκη Θεοδωράκη στο τραγούδι, τον Μανώλη Χιώτη στο μπουζούκι, τον Δημήτρη Φάμπα στην κιθάρα και τον Σπύρο Λιβιεράτο «Καζάνα» στα κρουστά. Τίτλος του πρώτου ολοκληρωμένου κύκλου τραγουδιών: «Λιποτάκτες».

Έναν χρόνο πριν από τη δισκογράφησή του σε 45άρι, με πρωτοβουλία του Μίκη, κυκλοφόρησε από τις «Εκδόσεις Δίφρος» του Γιάννη Γουδέλη –με τον οποίο ο Μίκης συνυπηρέτησε για ένα διάστημα στο Κέντρο Διερχομένων, στην Αθήνα– η ομώνυμη ποιητική συλλογή του αδελφού του. Εξήντα τέσσερα χρόνια μετά, οι «Λιποτάκτες» του Γιάννη Θεοδωράκη επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μετρονόμος. Το artwork του εξωφύλλου είναι του Πέτρου Παράσχη.

***

Α´
Αυγή αφράτη
τσεκουριά στην πλάτη
απ’ τις καμινάδες ξέφυγε η καπνιά
και κρεμάστηκε στα παράθυρά μας
σκέπασε ατμός τον έρωτά μας
τη νύχτα απόλυτη γαλήνη
στα κρεμαστάρια
σφαχτάρια
τα ρούχα μας.

Δ´
Δακρυσμένα μάτια
νυσταγμένοι κήποι
όνειρα κομμάτια
ας ήτανε να ζω
στους μεγάλους δρόμους
κάτω απ’ τις αφίσες
στα χιλιάδες χρώματα
ας ήταν να βρεθώ
να ’ταν η καρδιά μου
γελαστό αστέρι
να ’ταν η ματιά μου
δίκοπο μαχαίρι
αστραφτερό σπαθί
μες στο μεσημέρι.

Όλγα Τοκάρτσουκ

15.00

Τον χειμώνα η όμορφη Κοιλάδα του Κλότζκο μετατρέπεται σε ένα μέρος αρκετά ερημικό και μάλλον αφιλόξενο. Μεταξύ των λιγοστών κατοίκων που παραμένουν εκεί είναι η Γιανίνα Ντουσέικο, λάτρης της αστρολογίας, η οποία στον ελεύθερο χρόνο της προσέχει τα σπίτια των απόντων γειτόνων και μεταφράζει ποιήματα του Μπλέικ. Κάπως έτσι γεμίζει τις μέρες της αυτή η ώριμη και μοναχική γυναίκα. Από τους άλλους, πάλι, η ίδια θεωρείται ιδιότροπη και εκκεντρική, αν όχι τρελή, επειδή ακριβώς προτιμά την παρέα των ζώων παρά των ανθρώπων. Ώσπου κάποια στιγμή η γαλήνη του τόπου διαταράσσεται, γίνεται ένας φόνος. Δεν πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό. Τα πτώματα αυξάνονται και τα θύματα είναι κυνηγοί. Τι συμβαίνει; Η Γιανίνα κάτι υποψιάζεται και αναλαμβάνει να διερευνήσει την υπόθεση. Ακολουθεί όμως τα σωστά ίχνη; Η βραβευμένη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας Όλγκα Τοκάρτσουκ αφηγείται μια αντισυμβατική ιστορία μυστηρίου και αγωνίας με γρήγορο ρυθμό και παιγνιώδη διάθεση. Δημιουργεί ένα υπαρξιακό θρίλερ, με κοινωνικό και πολιτικό ορίζοντα, που προσλαμβάνει ωστόσο φιλοσοφικές και μεταφυσικές διαστάσεις. Ένα ακατάτακτο και απολαυστικό μυθιστόρημα για την αξία της ενσυναίσθησης.

Όλγα Τοκάρτσουκ

15.90

Υπάρχει ένα σχεδόν μυθικό χωριό που κατοικείται από εκκεντρικούς όσο και αρχέτυπους ανθρώπινους χαρακτήρες. Είναι ένας παράξενος τόπος, ένας συμπυκνωμένος μικρόκοσμος της κεντρικής Ευρώπης και του κόσμου. Το Αρχέγονο το φυλάσσουν ακροβολισμένοι τέσσερις αρχάγγελοι. Και μέσα από τα δικά τους μάτια, που είναι κρυστάλλινα και εκπέμπουν λυρισμό, παρακολουθούμε τις ζωές των απλών ανθρώπων του καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, από το 1914 ως τις δικές μας μέρες – την πολυτάραχη δηλαδή ιστορία της Πολωνίας υπό τη μορφή μιας επικής αλληγορίας που διαπερνά τον χώρο και τον χρόνο. Ο έρωτας και η πίστη, ο πόλεμος και η βία, η μοναξιά και ο θάνατος σημαδεύουν τις διαδρομές των μελών μιας οικογένειας απ’ την ακμή της μέχρι την τελική διάλυσή της. Το Αρχέγονο και άλλοι καιροί είναι το τρίτο μυθιστόρημα της Όλγκα Τοκάρτσουκ· εκδόθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και την καθιέρωσε ως την κορυφαία πεζογράφο της σύγχρονης πολωνικής λογοτεχνίας. Η πολυβραβευμένη συγγραφέας παρατηρεί και περιγράφει τα πράγματα με μια ειρωνική ουδετερότητα, χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις, με ένας ύφος απολύτως διακριτό, και αφήνει θαμπωμένους τους αναγνώστες, στο επίκεντρο μιας μεταφυσικής πανδαισίας.

Αντρέ Μπρετόν

11.66

Ο σουρεαλισμός δεν επιτρέπει σε εκείνους που επιδίδονται σε αυτόν να παραιτηθούν όταν τους ευχαριστεί. Τα πάντα οδηγούν στην πίστη ότι επενεργεί στο μυαλό με τον τρόπο των ναρκωτικών· όπως κι αυτά, δημιουργεί μια ορισμένη κατάσταση ανάγκης και μπορεί να ωθήσει τον άνθρωπο σε τρομερές εξεγέρσεις. Είναι ένας τεχνητός παράδεισος· κι ακόμη –η ανάλυση των μυστηριωδών επιπτώσεων και των ξεχωριστών απολαύσεων που μπορεί να προκαλέσει ο σουρεαλισμός– παρουσιάζεται σαν ένα καινούριο βίτσιο που δεν πρέπει να είναι ίδιο ορισμένων ανθρώπων.

Πολ Κάρτλετζ

29.90

Θήβα, πόλη του μύθου, πόλη της Ιστορίας. Στη σκιά της Αθήνας και της Σπάρτης, άλλοτε σύμμαχος, άλλοτε αντίπαλός τους, υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η ταραχώδης διαδρομή της μεταξύ ολιγαρχίας και δημοκρατίας, η επιλογή της αντιπαράθεσής της στον εκάστοτε ηγεμόνα του ελληνικού κόσμου, η σύντομη λάμψη της επικράτησής της επί των Σπαρτιατών τον 4ο αιώνα π.Χ., η εξέγερσή της κατά του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η καταστροφή της από τους Μακεδόνες το 335 π.Χ. συνέβαλαν στο να καλυφθούν τα χνάρια της από τον χρόνο και η ίδια να καταστεί η «ξεχασμένη πόλη της αρχαίας Ελλάδας». Στο νέο του βιβλίο ο Πολ Κάρτλετζ, ένας από τους λαμπρότερους σημερινούς ιστορικούς της αρχαιότητας, συγκεντρώνει πλήθος πηγών, γραπτών και αρχαιολογικών, τη μαρτυρία των θραυσμάτων του παρελθόντος και τις πληροφορίες των επών, των ποιητών και των ιστορικών προκειμένου να ανασυστήσει την κοινωνία και τον πολιτισμό της. Από τον θηβαϊκό μυθολογικό κύκλο και τον Πίνδαρο ως τον Επαμεινώνδα και τον Πελοπίδα η θρησκεία, η πολιτική, η κουλτούρα και οι προσωπικότητες που σημάδεψαν την πόλη παρουσιάζονται σε μια συναρπαστική αφήγηση ανόδου και πτώσης, μεγαλείου και τραγωδίας. Με γλώσσα άμεση, σύγχρονη και κατανοητή που φροντίζει να επισημαίνει σε κάθε βήμα τις αναλογίες με την εποχή μας, ο Πολ Κάρτλετζ ανασυνθέτει δεξιοτεχνικά την εικόνα μιας άλλης εκδοχής της ελληνικής αρχαιότητας με τις φωτεινές και τις σκοτεινές στιγμές της, τους θριάμβους και τις αποτυχίες της, όμοιας και ταυτόχρονα διαφορετικής από εκείνες που μας είναι οικείες, περιγράφοντας γοητευτικά την πόλη του μύθου και της Ιστορίας.

 

 

Στέφανος Τραχανάς

16.00

Πώς συμβαίνει και σε μια εποχή υποτιθέμενου θριάμβου της επιστήμης, ένας διαρκώς μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων να παραδίδονται χωρίς ­αντίσταση στις πιο ακραίες μορφές ανορθολογισμού και ψευδοεπιστήμης; Και πώς συμβαίνει επίσης, η πιο επιτυχημένη επιστημονική θεωρία όλων των εποχών ‒η κβαντομηχανική‒ να χρησιμοποιείται σήμερα ως το κατ᾽ εξοχήν εργαλείο χειραγώγησης και εξαπάτησης εκατοντάδων εκατομμυ­ρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, κάτω από τη «σημαία» της περίφημης Νέας Εποχής (New Age) και του ανατολικού μυστικισμού που πάει μαζί της; Και μάλιστα η «βιομηχανία» αυτή να έχει την ενεργό υποστήριξη ενός αυξανόμενου αριθμού πανεπιστημιακών καθηγητών στις ΗΠΑ και όχι μόνο; Πώς τελικά συνέβη και, ενώ η επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα οδήγησε στον Διαφωτισμό, στην κατάργηση των «ελέω θεού» καθεστώτων και τελικά στην εγκαθίδρυση των δημοκρατικών πολιτευμάτων, η επιστημονική επανάσταση των αρχών του 20ού αιώνα να βρίσκει σήμερα απέναντί της ένα διογκούμενο ρεύμα εχθρότητας απέναντι στο ίδιο το πνεύμα της επιστήμης; Μια βαθιά εχθρότητα της ίδιας φύσεως με εκείνη της Καθολικής Εκκλησίας απέναντι σε ό,τι εκπροσωπούσε ο Γαλιλαίος; Τη στήριξη στην εμπειρία και τον ορθό λόγο ως τη μόνη έγκυρη πηγή γνώσης για τον φυσικό κόσμο; Και είναι άραγε τυχαίο ότι αυτή η διανοητική εχθρότητα προς τη θεμελιώδη επιστήμη και τον Δια­φωτισμό, που βρίσκεται σήμερα σε έξαρση στις δημοκρατικές χώρες ‒αλλά και η μαζική απήχηση του ανορθολογισμού και της ψευδοεπιστήμης‒, έχει χτυπητές ομοιότητες με αντίστοιχα φαινόμενα που κυριάρχησαν στη μεσοπολεμική Γερμανία;

Τελικά, γιατί η θεμελιώδης επιστήμη άνθησε ‒σύμφωνα με τον ιστορικό της επιστήμης Τόμας Κουν‒ «μόνο στους πολιτισμούς που προέρχονται από την αρχαία Ελλάδα»; Δηλαδή μόνο στους πολιτισμούς που πήραν πάνω τους το στοίχημα της δημοκρατίας και το έφεραν ώς εδώ;

Και αν όντως επιστήμη και δημοκρατία πήγαιναν πάντα μαζί, μήπως η εχθρότητα προς την επιστήμη ‒η εχθρότητα όχι προς τις τεχνολογικές εφαρμογές της, αλλά προς το ίδιο το πνεύμα της επιστήμης, τον ριζικό αντιδογματισμό της‒ ήταν πάντα ένα κακό σημάδι για το μέλλον της δημοκρατίας της ίδιας;

Τούτο το βιβλίο γράφτηκε κυρίως για να υποστηρίξει τη βασιμότητα ­αυτών των ερωτημάτων, με τα αναγκαία τεκμήρια, και απλώς να υπαινιχθεί πιθανές απαντήσεις τους. Απευθύνεται σε κάθε ανήσυχο πολίτη του καιρού μας.

14.40

Ο Paul Auster μεγάλωσε παίζοντας με πλαστικά εξάσφαιρα παριστάνοντας τους καουμπόηδες που έβλεπε σε γουέστερν δευτέρας διαλογής. Έζησε τα τραυματικά επακόλουθα του φόνου του παππού του από τη γιαγιά του όταν ο πατέρας του ήταν παιδί και ξέρει, από πρώτο χέρι, πώς καταστρέφονται οικογένειες από μία και μόνη περίσταση ένοπλης βίας. Σε αυτό το σύντομο και καυστικό βιβλίο, ο Όστερ ακολουθεί αιώνες ολόκληρους της κατάχρησης των όπλων στην Αμερική: από τον βίαιο εκτοπισμό του γηγενούς πληθυσμού στην καταναγκαστική σκλαβιά εκατομμυρίων ανθρώπων, από τον άσπονδο διχασμό ανάμεσα στα στρατόπεδα υπέρ και κατά της οπλοκατοχής στα μακελειά που κυριαρχούν στα δελτία ειδήσεων σήμερα. Από το 1968, περισσότερο από ενάμισι εκατομμύριο Αμερικανοί έχουν σκοτωθεί από όπλα. Οι αριθμοί είναι τόσο μεγάλοι, τόσο ολέθριοι, που αναγκάζεται κανείς να αναρωτηθεί γιατί η Αμερική είναι η πιο βίαιη χώρα του δυτικού κόσμου;

Το κείμενο διανθίζεται με απόκοσμες, αλησμόνητες φωτογραφίες του Spencer Ostrander από τους τόπους παραπάνω από τριάντα μακελειών ανά τη χώρα. Το Αιματοβαμμένο έθνος διατυπώνει το κεντρικό, φλέγον ερώτημα του καιρού μας: Σε τι κοινωνία θέλουμε να ζούμε;

Ξένη λογοτεχνία

Σπουδή στην υποταγή

Σάρα Μπέρνσταιν

14.35

Μια νεαρή γυναίκα μετακομίζει σε μια απομακρυσμένη χώρα του Βορρά, που ήταν κάποτε η χώρα των προγόνων της. Εδώ ζει τώρα ο πλούσιος αδελφός της, πρόσφατα χωρισμένος, κι εκείνη έρχεται να κάνει αυτό που έχει μάθει καλύτερα στη ζωή της: να τον υπηρετεί.

Απομονωμένη στο τεράστιο σπίτι του μέσα στο δάσος, ολομόναχη καθώς εκείνος λείπει για δουλειές, μέσα σε μια φύση σιωπηλή και επιβλητική, κοιτάζει από μακριά τη μικρή πόλη στην κοιλάδα. Οι ντόπιοι τη βλέπουν με καχυποψία. Είναι ξένη. Παρείσακτη. Επικίνδυνη.

Κάθε της προσπάθεια να είναι καλή μέσα στον τρομερό κόσμο αποτυγχάνει. Κάθε της κίνηση παρερμηνεύεται. Όταν παράξενα και μακάβρια γεγονότα αρχίζουν να συμβαίνουν -μια προβατίνα γεννάει το αρνάκι της νεκρό, οι αγελάδες τρελαίνονται και πρέπει να θανατωθούν όλες-, η ευθύνη αποδίδεται σ’ εκείνη.

Ένα μυθιστόρημα για θύτες και θύματα, για τη στοχοποίηση και την ενοχή, την εξουσία και την υποταγή. Και, εντέλει, την επιβίωση.

Οι συγγραφείς της σειράς Φωνές του κόσμου είναι νέοι δημιουργοί που το έργο τους έχει ήδη τραβήξει την προσοχή.
Προέρχονται από πολλές χώρες, εκπροσωπούν κουλτούρες και ρεύματα διαφορετικά, αλλά όλοι συλλαμβάνουν την ανθρώπινη κατάσταση με εντυπωσιακή ενάργεια και η ματιά τους μας κάνει να δούμε τα πράγματα αλλιώς.
Οι φωνές τους είναι οι φωνές του κόσμου μας σήμερα. Λένε κάτι που μας αφορά και το λένε με εξαιρετικό τρόπο.
Είναι συγγραφείς που αξίζει να γνωρίσουμε -και είναι σίγουρο πως θ’ ακούσουμε πολλές φορές στο μέλλον να μιλούν γι’ αυτούς.

 

Ξένη λογοτεχνία

Μέρα Απελευθέρωσης

Τζορτζ Σόντερς

17.70

Εννέα ιστορίες. Ιστορίες ανθρώπων. Κόρες, μητέρες, εγγόνια, έφηβοι, υπερήλικες· ήρωες άλλοτε δυστοπικοί και μακρινοί και άλλοτε υπερβολικά γνώριμοι μας παρασέρνουν στις μικρές και μεγάλες τους ζωές που άλλοτε συνθλίβονται από απόγνωση, καταπίεση και βάναυσο ρεαλισμό και άλλοτε πλημμυρίζουν χαρά, γενναιοδωρία και ελπίδα.

Έχοντας αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές, ένα βραβείο Booker και μια θέση στις λίστες των best sellers των NY Times, o δεξιοτέχνης της μικρής φόρμας George Saunders, μας παραδίδει μια ανατρεπτική συλλογή αδιαμφισβήτητης μαεστρίας που διερευνά θέματα εξουσίας, ηθικής και δικαιοσύνης και εξετάζει σε συγκινητικό βάθος την ουσία της ανθρώπινης (συν)ύπαρξης.

Μια διεισδυτική ματιά στην άβυσσο του αμερικανικού ψυχισμού. Μια γενναία σπουδή στον πολυπρισματικό χαρακτήρα της ανθρώπινης εμπειρίας.

 

Ελληνική λογοτεχνία

Οιμωγή

Στέφανος Αλεξιάδης

17.70

Οιμωγή σημαίνει κραυγή. Κραυγή σπαραχτική. Κραυγή εκκωφαντική.

Είναι, όμως, φορές που οι κραυγές γίνονται συνώνυμο της σιωπής. Ένας θάνατος που σπέρνει τη σιγή.

Ήρωες που κρύβουν το παρελθόν, αρνούνται το παρόν και αγνοούν το μέλλον.
Μια νηνεμία που επικρατεί λίγο, τόσο λίγο που δεν θα μπορέσει να συγκρατήσει την καταιγίδα που έρχεται.

Ποιος είπε ότι μια μάνα δεν μπορεί να σκοτώσει; Κι αν σκοτώσει, παύει να φέρει αυτή την ιδιότητα;

Λέξεις, υποσχέσεις και μυστικά σείουν το έδαφος. Ένα έδαφος που καταρρέει και τότε φθάνει αυτή.

Η ΟΙΜΩΓΗ.

Ελληνική λογοτεχνία

Το απαραίτητο φως

Ντορίνα Παπαλιού

17.01

Η Λουίζα Λασκαράτου επιστρέφει από την Οξφόρδη ύστερα από τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα της, αθηναίου δικηγόρου. Την περιμένει το τελευταίο του μήνυμα: η άγνωστη σ’ εκείνη φωτογραφία του πίνακα ενός διάσημου σκοτσέζου ζωγράφου του 19ου αιώνα, που είχε κλαπεί από την οικογένειά της στα χρόνια της Κατοχής. Σύντομα η Λουίζα θα ανακαλύψει πως η ιστορία του πίνακα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανεξήγητη εκτέλεση της νεαρής ζωγράφου Λουίζ Χατζηλουκά, μητέρας του πατέρα της, το 1944. Η αλήθεια όμως, όπως και η τύχη του πίνακα, αγνοούνται….

Μέσα από την αναζήτηση ενός χαμένου πίνακα, το μυθιστόρημα εξερευνά τους εύθραυστους δεσμούς που ενώνουν το παρελθόν με το παρόν, τη σχέση της απώλειας με τη μνήμη, αλλά και την απόσταση ανάμεσα σε αυτό που συνέβη και αυτό που μεταφέρεται, την αλήθεια και τις αφηγήσεις της.

Συλλογικό

15.90

Η παρούσα έκδοση παρουσιάζει τρεις συλλογές επιστολών, γράμματα που έστελναν τρεις Εβραίες μητέρες από το γκέτο της Θεσσαλονίκης στους γιους τους στην Αθήνα, μερικές εβδομάδες ή μέρες πριν την αναχώρησή τους προς το Άουσβιτς. Οι συγκλονιστικές αυτές μαρτυρίες δίνουν μια μοναδική ματιά στη ζωή των Εβραίων της Θεσσαλονίκης στην Κατοχή, μέσα από περιγραφές αυτόπτων μαρτύρων. Δείχνουν πώς οι ίδιες οι μητέρες αντιλαμβάνονταν και ζούσαν τα γεγονότα, μέσω μιας γυναικείας οπτικής που τόσο συχνά απουσιάζει από την ιστοριογραφία. Αυτό το σπάνιο υλικό, τόσο για τη Θεσσαλονίκη όσο και για όλη την Ευρώπη, ανοίγει το δρόμο για νέες προσεγγίσεις των γεγονότων από τους μελετητές και μας επιτρέπει να φωτίσουμε άγνωστες πτυχές της ιστορίας. Οι τελευταίες επιστολές των τριών μητέρων, γεμάτες πόνο και δάκρυ, είναι μια πραγματική παρακαταθήκη γεμάτη συμβολισμούς και μηνύματα, από την καρδιά των θυμάτων της μεγαλύτερης τραγωδίας που γνώρισε η ανθρωπότητα.