Βλέπετε 277–288 από 670 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Πικρία χώρα

Κωνσταντία Σωτηρίου

5.60

– Εβάρεσεν.
– Ψυχομασσιεί.
– Αντελλοσσιάζεται.
– Παλλιώνει με τον Χάρον.
– Αντζελοθωρεί.
– Βαρκαρίζει.
– Σιωπάτε! Εν ήρτεν η ώρα της ακόμα.

Στην τελευταία της νύχτα στον κόσμο, καθώς παραδίδει το πνεύμα και ψυχορραγεί, η Σπασούλα συνοδεύεται στην άλλη όχθη από τις φίλες και γειτόνισσές της, που τη συντρόφευαν σε όλη της τη ζωή. Μέσα από μύθους, παραμύθια και δοξασίες, μέσα από πικρές ιστορίες και αληθινά φαντάσματα που μόνο οι γυναίκες μπορούν να δουν και να διηγηθούν, ξεδιπλώνεται η ιστορία των μανάδων των αγνοουμένων της Κύπρου, η ματαίωση, η αναμονή, οι αλήθειες και τα ψέματα της ζωής.

Με την “Πικρία χώρα” η Κωνσταντία Σωτηρίου ολοκληρώνει την τριλογία που ξεκίνησε με τα βιβλία “Η Αϊσέ πάει διακοπές” και “Φωνές από χώμα”, με μοτίβο την αφήγηση των γυναικών για την ιστορία του πολέμου στην Κύπρο. Των γυναικών που περίμεναν, που προδόθηκαν, που δεν δικαιώθηκαν. Γιατί τόσα χρόνια, όλο τούτο που έζησα, τόσα χρόνια που τόσα για τους χαμένους τα βίωσα, ένα πράμα μόνο αν ένιωσα, αν υπάρχουν αθώοι είμαστε εμείς, εγώ, η Σπασούλα και οι άλλες που περιμέναμε, εγώ, η Σπασούλα και οι άλλες που καρτερούσαμε, εγώ και η Σπασούλα και οι άλλες. Αθώες. Μόνο εμείς.

Ελληνική λογοτεχνία

Η Αϊσέ πάει διακοπές

Κωνσταντία Σωτηρίου

4.87

«Είκοσι Ιουλίου, το θυµάσαι πολύ καλά, είχε γίνει η µεγάλη καταστροφή. Ξύπνησες το πρωί και ήταν η λεκάνη στη ρίζα της συκιάς σου γεµάτη µε σύκα ανοιγµένα. Με το νυχτικό βγήκες έξω τα χαράµατα, πήρες το φαράσι και τη σκούπα να τα µαζεύεις. Μάζευες, µάζευες και τελειωµό δεν είχαν. Τα συκαλάκια σου, σκεφτόσουν, τα µελένια σου τα σύκα και µαράζωνες τη συκιά. Και έλεγες τι θα τρώµε τώρα τον Αύγουστο που δεν θα είχες τα συκαλάκια τα γλυκά, τι θα τρώµε τον Αύγουστο που δεν θα έχουµε σύκα.

Αν δει το πλάσµαν τα σύκα να ψήννουνταιεποχήν που ’εν ένι του τζαιρού τους, σηµαίνει µεγάλον µαράζιν. Σηµαίνεικαβκάδες, καρκασαλλίκκιν, κακόν. Που τζείνα τα κακά που ’εν ηµπορεί να βάλει το σέριν του ούτε ο ίδιος ο Θεός. Τίποτε ’εν θα ηµπόρει να κάµει ο Πλάστης.

Έτσι σε βρήκε η γειτόνισσα το πρωί. Ήρθε καταχαρούµενη να σου πει τα νέα. Σωθήκαµε, σου φώναξε. Σωθήκαµε. Ήρθε η µάνα µας να µας σώσει. Ήρθε η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. “Τι κάνεις εκεί µε τα σύκα;” “Σκάσανε όλα” της είπες. “Ανοίγουνε τα συκαλάκια µου τον Ιούλιο, τα µελένια µου τα σύκα που ζηλεύει όλη η γειτονιά. Σκάνε και πέφτουνε στην αυλή. Δεν θα έχουµε σύκα να τρώµε τον Αύγουστο” είπες και βούρκωσες. Άφησες µετά τη γειτόνισσα στην αυλή και έτρεξες να ξυπνήσεις τον γιο σου. “Μάνα, τι γίνεται;” σου φώναξε. “Ήρθε” του είπες “η Αϊσέ να κάνει εδώ διακοπές. Και εµάς µας αρρώστησε η συκιά µας. Δεν θα έχουµε κάτι να την τρατάρουµε. Δεν θα µπορέσουµε τον Αύγουστο να τρώµε σύκα”. Και άρχισες ύστερα να κλαις».

Το βιβλίο βραβεύτηκε από το Πετρίδειο Ίδρυμα και το Διαδικτυακό Περιοδικό “Ζωή και Τέχνη” στο πλαίσιο του 2ου Πανελλήνιου Διαγωνισμού Λογοτεχνικών Βραβείων στην μνήμη των μ.Χριστόδουλου και Μαρίας Πετρίδη. Η συγγραφέας βραβεύτηκε το 2019 με το Βραβείο της Κοινοπολιτείας της Περιφέρειας Ευρώπης και Καναδά.

Ελληνική λογοτεχνία

Ένα άλμπουμ ιστορίες

Αντώνης Γεωργίου

19.08

Ένα κουβάρι ιστορίες “έλα τζαί η γιαγιά σου έννεν’ καλά”

έλα τζαί η γιαγιά σου έννεν’ καλά, ετηλεφώνησέν μου η Μύντα πριν λλίον, “μάνταμ, μαντάμ, γρήγορα η γιαγιά έφτυσεν γαίμαν”, έκαμεν εμετόν γαίμαν, έτσι μου ‘πεν, ήμασταν στην ψησταριάν με την Αγάθην, ο κόσμος πολλύς, που να έφευκα τζείνην την ώραν; ετηλεφώνησα στον θκειόν σου να πάει να την φέρει κάτω, νναι λαλώ σου, επήεν, εν με εκάνεν η στεναχωρία μου, το τηλέφωνον απάντησέν μου το η θκειά σου, “κόρη, γλήορα δώσ’ μου τον αρφόν μου”, είπα της άλλα που να καταλάβει, “τι κάμνεις, Μαρούλλα μου;” άρκεψεν, τζαί ότι επήαν στες ελιές, τζαί έτσι, τζ’ αλλιώς, είσεν όρεξην για κουβένταν, “δώσ’ μου τον, κόρη, τζ’ η μάνα μας έννεν’ καλά”, έτοιμη ήμουν να της βάλω τες φωνές, ευτυχώς εκατάλαβέν το τζαί εφώναξέν του, έστειλα τον λαλώ σου τζαί εφέραν την στο νοσοκομείον, πάμεν τζαί εμείς τωρά, εννά ‘ρτεις; […]

Ελληνική λογοτεχνία

Ώπα-ώπα, μπλάτιμοι

Κωνσταντίνος-Δομηνίκ Πιπιλής

8.90

Ακολουθάω τρέχοντας, μέχρι το παρεκκλήσι του γκαβού, ένα σμήνος από φυγόκεντρα μελίσσια. Και τα βλέπω έκθαμβος, με το που μπαίνω, να γλυκοπλέκουνε, μπροστά στο Άγιο Βήμα, μια δεύτερη, δική τους, θεόρατη κηρήθρα-τέμπλο. Όπου το κάθε κελί της κηρήθρας, αποτελεί κι από έναν ζυμωτό, εξαπτέρυγο μικρόκοσμο – ιστορίες αλλόκοτες, του Φέγγου, που δουλεύουνε με φοβικά. Αίφνης, μπαίνω στο νόημα: Ότι σαν με πλακώσει κι ο τελευταίος μπαξές, με αυτές θα ανοίξω δρόμο – άλλο δεν έχω. 

Ο Κωνσταντίνος-Δομηνίκ Πιπίλης, γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1988 και ζει στην Κατερίνη. Η συλλογή διηγημάτων «Ώπα-ώπα μπλάτιμοι» είναι το πρώτο του βιβλίο.

Ελληνική λογοτεχνία

Λυκοχαβιά

Κώστας Μπαρμπάτσης

9.90

«Θα φύγω, ξάδερφε», έλεγε και ξανάλεγε ο Πάνος, μπας και τελικά το έπαιρνε απόφαση και γύριζε στο χωριό.

Σπάραζε όλη μέρα η Σεβαστή, ζητώντας να της φέρουν πίσω τον Ζαχαρία. Τον πατέρα του παιδιού που είχε στην κοιλιά.

Μόνο το λύκο είχε για παρέα ο Τσίλιας στο λόγγο. Κι ό,τι κι αν έλεγαν οι άλλοι, δε θα άφηνε κανέναν να τον πάρει από κοντά του.

Ο Λευτέρης, λοχαγός στο αλβανικό μέτωπο, είχε υποσχεθεί πως ακόμη κι ένας φαντάρος να έμενε ζωντανός, θα τον πήγαινε στον τόπο του.

Είκοσι τόσα χρόνια βολοδέρνει στα λεωφορεία η Γιωργία, ξεροσταλιάζοντας για μια κουβέντα, για ένα βλέμμα του Κωσταντή.

Βροντερά γέλαγε ο Λόλος. Και κάθε που τον άκουγαν οι καλιακούδες, παράταγαν τις καλαμποκιές και πέταγαν τρομαγμένες μακριά.

Έξι ιστορίες για την απώλεια. Την απώλεια των συναισθημάτων, της λογικής, της ίδιας της ζωής. Κυρίαρχο σκηνικό η Αιτωλοακαρνανία και η Ήπειρος κατά τη διάρκεια του πολέμου, της Κατοχής, του Εμφυλίου, της μετανάστευσης.

Άνθρωποι εύθραυστοι που, αδυνατώντας να αντιμετωπίσουν τη σκληρότητα που τους περιβάλλει, βλέπουν ως μόνη διέξοδο τη φυγή.

Ελληνική λογοτεχνία

Μάκινα

Ανδρέας Νικολακόπουλος

10.00

“Μάκινα” ονομάζεται ο διαλογέας της σταφίδας. Μια μεγάλη ξύλινη μηχανή, που στο επάνω μέρος της ρίχνονται οι σταφίδες και στο κάτω βγαίνουν διαχωρισμένοι οι καρποί από τα κλωνάρια. Σ’ αυτή τη χάρτινη Μάκινα ρίχνονται άνθρωποι και μοίρες ανακατεμένοι με μεγάλα ιστορικά γεγονότα, αλλά και καθημερινές σκληρές ιστορίες και το αποτέλεσμα που βγαίνει στο κάτω μέρος της μηχανής είναι ζωές ρημαγμένες και ανθρώπινα ερείπια διαχωρισμένα από το αρχικό όνειρο, που έγινε εφιάλτης.

Δεκατρείς ιστορίες, που εκτυλίσσονται σε μια περίοδο εξήντα χρόνων. Όσο δηλαδή κράτησε η σταφιδική κρίση, που μάστισε τα χωριά της ορεινής Αιγιάλειας και τάραξε τη χώρα στις αρχές του περασμένου αιώνα παράλληλα με σημαντικά γεγονότα όπως το πρώτο μεγάλο Μεταναστευτικό Κύμα, η Μικρασιατική Εκστρατεία, ο Μεσοπόλεμος και οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι.

Ελληνική λογοτεχνία

Αποδοχή κληρονομιάς

Ανδρέας Νικολακόπουλος

11.25

Ένα νυχτερινό ταξίδι δεκαέξι στάσεων με συνεπιβάτες έναν λευκοντυμένο ζωγράφο χωρίς πατρίδα, έναν στοιχειωμένο εχθρό της θάλασσας, έναν σύγχρονο αποθέτη, κάποιον άθεο ιερέα, τους καλλιεργητές μιας γης γεμάτης κροταλίες, ένα λευκό, παρασημοφορημένο άλογο, κάποιον σφουγγαρά που δεν βουτάει για σφουγγάρια, μια κόρη με καουμπόικες μπότες, ένα σκιάχτρο με κίτρινο ζωνάρι, έναν ασυνόδευτο αργαλειό, έναν άνθρωπο των σπηλαίων που τρώει μαρέγκες, ένα φίδι φωλιασμένο σε μια μαξιλαροθήκη, έναν επαναπατρισμένο χιονάνθρωπο, κάποιον θεό που τρέχει με ενενήντα δύο μίλια την ώρα, έναν αντάρτη πόλης με αϋπνίες και έναν κουτσό λυκάνθρωπο.

Ένα ταξίδι με δεκαέξι σταθμούς επιβίβασης, μα με έναν και μοναδικό σταθμό αποβίβασης. Τον τερματικό.

Ελληνική λογοτεχνία

Χάθηκε βελόνι

Χρήστος-Αρμάντο Γκέζος

13.95

Ένας άντρας που περνάει τη ζωή του στιγματισμένος από τη μοίρα στην άκρη του λόφου. Μια μητέρα που αφιερώνεται στη γεμάτη αντιξοότητες πορεία της οικογένειάς της. Ένας γιος που ψάχνει τον μικρό του αδερφό στην άλλη μεριά του κόσμου. Ένα πολυστρωματικό μυθιστόρημα που ξεκινάει από την Αλβανία των αρχών του προηγούμενου αιώνα, διατρέχει την Ελλάδα της ύστερης μεταπολίτευσης και καταλήγει στην καρδιά της αμερικανικής ηπείρου.

Το Δρεπένι: α, το Δρεπένι, τι όνομα κι αυτό! Αν θυμάται καλά, το είχε πάρει από έναν δευτερεύοντα ημίθεο της ελληνικής μυθολογίας, τον Δρέπανο, που υποτίθεται ότι είχε εξοριστεί από τον Δία για να ζήσει ολομόναχος κι αποκλεισμένος βαθιά μέσα στις αφιλόξενες κοιλότητες των βουνών της περιοχής. Γιατί αλήθεια πόσο άγονος και σκληρός ήταν ο τόπος που τον γέννησε, πόσο ασύμμετρα μοιρασμένη στον κόσμο η τρυφερότητα του χώματος.

Ζαν Λακουτύρ

27.70

Λίγες συλλογικές περιπέτειες σημάδεψαν τόσο έντονα τον πολιτισμό μας όσο η περιπέτεια των Ιησουιτών, που σε διάστημα πέντε αιώνων ξεδίπλωσαν τη δράση τους σε όλο τον κόσμο.

εταρρυθμιστές που μπήκαν αμέσως στο στόχαστρο της Ιεράς Εξέτασης, θαρραλέοι κήρυκες του Ευαγγελίου στην Ιαπωνία, την Κίνα ή το Βιετνάμ, δημιουργοί της ουτοπίας της Παραγουάης, παγκόσμιοι πρεσβευτές του Βατικανού, εξομολόγοι ηγεμόνων, εχθροί των γιανσενιστών, παιδαγωγοί των “ελίτ”, οι Ιησουίτες ενσάρκωσαν, στο πέρασμα των αιώνων, έναν χριστιανισμό ικανό να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις των καιρών, ανοιχτό στην επιστήμη και τολμηρά εμπλεκόμενο στην πολιτική διαμάχη για το καλύτερο και το χειρότερο.

Από την ίδρυση του Τάγματος από τον Ιγνάτιο Λογιόλα, το 1540, μέχρι την κατάργησή του το 1773 από τον πάπα Κλήμη ΙΔ’, ο Ζαν Λακουτύρ αναψηλαφεί αυτή την εκπληκτική ιστορία και παρουσιάζει τους πρωταγωνιστές μιας αέναης σταυροφορίας “προς μείζονα δόξα του Θεού”.

Μενέλαος Χαραλαμπίδης

15.90

ο βιβλίο αυτό παρακολουθεί τις διαδρομές ανθρώπων από τα χρόνια του Μεσοπολέμου ώς το τέλος της Κατοχής στην Αθήνα. Η εγκατάσταση των μικρασιατών προσφύγων στις παρυφές της πόλης, η οικονομική και κοινωνική τους περιθωριοποίηση, η πολιτική τους συμπεριφορά, τα διαφορετικά πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά και οι αντιπαραθέσεις τους με τους γηγενείς κατοίκους της πρωτεύουσας, αποτελούν τα κύρια ζητήματα της πραγμάτευσης που επιχειρεί να αποδώσει το κλίμα της μεσοπολεμικής Αθήνας. Μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην πρωτεύουσα, η προσοχή στρέφεται στις συνέπειες της Κατοχής. Μέσα από μαρτυρίες καταγράφεται ο αντίκτυπος που είχε στην καθημερινότητα των Αθηναίων η κατάρρευση της οικονομίας, η τρομοκρατία των κατακτητών και ο κατοχικός λιμός. Παράλληλα εξετάζονται οι στρατηγικές που ανέπτυξαν οι κάτοικοι της πόλης στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν και οι πολιτικές, κοινωνικές και ψυχολογικές διεργασίες που τους οδήγησαν στην απόφαση να ενταχθούν στην Αντίσταση.

Η μελέτη εστιάζει στο εαμικό αντιστασιακό κίνημα στην Αθήνα και ιδιαίτερα στις προσφυγικές συνοικίες και εξηγεί γιατί οι πρόσφυγες της Καισαριανής και του Βύρωνα, με τη συνδρομή συναγωνιστών τους από το Παγκράτι, τη Γούβα και τον Υμηττό, μετέτρεψαν τις γειτονιές τους σε προπύργια του ΕΑΜ. Εξετάζει τους λόγους ένταξης στις εαμικές οργανώσεις και τις πρακτικές στρατολόγησης και κινητοποίησης των μαζών που χρησιμοποίησε το ΕΑΜ. Δείχνει πώς μέσα από τις μάχες στους δρόμους ή τη συμμετοχή στις διαδηλώσεις και στα συνεργεία αναγραφής συνθημάτων, η αντιστασιακή εμπειρία συγκροτεί μια νέα πολιτική ταυτότητα και ένα νέο συλλογικό υποκείμενο.

Στη βάση αυτή, η έρευνα του Μενέλαου Χαραλαμπίδη παρακολουθεί τη διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης ολόκληρων κοινωνικών ομάδων (φοιτητές, δημόσιοι υπάλληλοι, εργάτες) και τον τρόπο με τον οποίο αυτή συνέβαλε στη μετατροπή του αγώνα για την επιβίωση σε αντιστασιακό αγώνα. Αναδεικνύει τις οργανωτικές πρακτικές του εαμικού αντιστασιακού κινήματος, την προσαρμογή τους στις εκάστοτε πολιτικές συνθήκες και τους διαφορετικούς τρόπους εκδήλωσης της αντιστασιακής δράσης σε εκπαιδευτικά ιδρύματα, δημόσιες υπηρεσίες και συνοικίες. Τονίζει τον κεντρικό ρόλο που διαδραμάτισαν τα συγγενικά ή φιλικά δίκτυα που ενεργοποιήθηκαν στις γειτονιές, η χωροταξία της πόλης, τα δίκτυα πληροφοριών και ο παράνομος Τύπος στην ανάπτυξη της Αντίστασης. Επισημαίνει την τεράστια βαρύτητα που είχε η αντιστασιακή δράση, ως πράξη, στην ενεργοποίηση της νεολαίας και τους τρόπους μέσα από τους οποίους οι νέοι αναδείχτηκαν σε πρωταγωνιστές του αντιστασιακού κινήματος στην Αθήνα. Το βιβλίο παρακολουθεί τη διαδικασία επέκτασης της πολιτικής επιρροής του ΕΑΜ στην Αθήνα, τις μεγάλες πολιτικές του νίκες με τις μαζικές διαδηλώσεις στο κέντρο της πόλης και την προσπάθειά του να εδραιώσει την εξουσία του στις συνοικίες υποκαθιστώντας τα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης με τις εαμικές Λαϊκές Επιτροπές. Διερευνά τους λόγους κλιμάκωσης της πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στο ΕΑΜ, τις γερμανικές αρχές κατοχής και τις διορισμένες από αυτές κυβερνήσεις, τις συγκρούσεις στο εσωτερικό των αντιστασιακών οργανώσεων και τη στάση που τήρησαν τα Σώματα Ασφαλείας. Εξετάζει το ρόλο που διαδραμάτισε η βία στο μετασχηματισμό της πολιτικής σε ένοπλη σύγκρουση και τις πρακτικές που χρησιμοποίησε κάθε πλευρά για να επιτύχει τους στόχους της: τα μπλόκα των Ταγμάτων Ασφαλείας, οι βασανισμοί και οι εκτελέσεις της Ειδικής Ασφάλειας, οι έφοδοι της οργάνωσης «Χ», οι καταδόσεις των μυστικών πρακτόρων των γερμανικών υπηρεσιών ασφαλείας, οι μάχες του ΕΛΑΣ και οι δολοφονίες της ΟΠΛΑ, συνέθεταν την πολυμορφία της βίας που δίχασε την αθηναϊκή κοινωνία.

 

 

Γιώργος Α. Καζαμίας

11.70

Γιατί συμμετείχε η Ελλάδα στον Πόλεμο της Κορέας το 1950-1953; Πώς ήταν η εμπειρία του πολέμου με αντίπαλο έναν “πολιτισμικά άλλο”, σε μια περιοχή όπου η Ελλάδα δεν είχε κάποια πληθυσμιακή παρουσία ή διεκδίκηση; Πώς μάθαιναν τα νέα του πολέμου οι Έλληνες; Ποιο ήταν το ανθρώπινο κόστος του πολέμου της Κορέας για την Ελλάδα; Γιατί σήμερα ελάχιστοι θυμούνται την ελληνική εμπλοκή στον πόλεμο; Και τι έμεινε από τη συμμετοχή των περίπου 5.000 ελλήνων στρατιωτικών στις επιχειρήσεις στο πλευρό της Νότιας Κορέας; Ποια ίχνη άφησε τελικά ο πόλεμος αυτός στη συλλογική μνήμη της χώρας;

Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα στα οποία προσπαθεί να απαντήσει το βιβλίο αυτό. Βασισμένο σε γενικές ιστορίες του Πολέμου της Κορέας, σε ελληνικές και ξένες ειδικές μελέτες, αλλά και σε απομνημονεύματα και μαρτυρίες Ελλήνων που συμμετείχαν, το βιβλίο ανασυστήνει τον Πόλεμο της Κορέας και την καθημερινή ζωή των Ελλήνων στρατιωτών στην πρώτη γραμμή αφηγούμενο τις μνήμες, 70 χρόνια μετά την ανακωχή του Ιουλίου 1953.

Ξένη λογοτεχνία

Ένα μακρύ Σάββατο

Λωρ Αντλέρ, Τζωρτζ Στάινερ

13.50

Προς το τέλος της ζωής του και κατά παράβαση των συνη­θειών του, ο Τζωρτζ Στάινερ δέχτηκε να παραχωρήσει μια σειρά συνεν­τεύξεων στη διακεκριμένη Γαλλίδα δημοσιογράφο Λωρ Αντλέρ.

 

Οι συζητήσεις τους περιέλαβαν σχεδόν όλα τα θέματα που απασχόλησαν τον Στάινερ στη μακρόχρονη πνευματική του περιπλάνηση: τη μοίρα του εβραϊσμού, τη σημασία των κλασικών κειμένων, το μυστήριο της ανθρώπινης δημιουργικότητας.

 

Συναισθηματικός, διαυγής και χωρίς κανένα φόβο πια, ο Τζωρτζ Στάινερ μιλά για τη ζωή του, από τα παιδικά του χρόνια στο Παρίσι, την εξορία και τις σπουδές στην Αμερική, μέχρι τη μετακόμισή του στο Πρίνστον και κατόπιν την επιστροφή του στην Ευρώπη. Ο Στάινερ δίνει απαντήσεις, ενώ δεν παύει να θέτει ερωτήματα, συχνά προκλητικά, για το «μακρύ Σάββατο» της ανθρώπινης ύπαρξης, την ατέρμονη προσμονή, τον τρόμο της ματαιότητας και την αβέβαιη λύτρωση.

 

Ένα βιβλίο που διαβάζεται τόσο σαν πανόραμα ενός πνευματικού σύμπαντος και εισαγωγή στη σκέψη ενός μεγάλου στοχαστή του 20ού αιώνα, όσο και σαν επίλογος μιας ζωής αφιερωμένης στις ιδέες, στα κείμενα, στα γράμματα.