Βλέπετε 337–348 από 675 αποτελέσματα

Ξένη λογοτεχνία

Λατρεία

Χάνα Κεντ

16.92

1836, Πρωσία. Η Χάνε Νουσμπάουμ είναι σχεδόν δεκαπέντε χρονών και οι περιορισμοί της γυναικείας ζωής στο Κάι την πνίγουν, μέχρι που συναντά την Τέα και δίπλα της βρίσκει την αποδοχή. Οι Νουσμπάουμ είναι Παλαιολουθηρανοί και η προσευχή τους γίνεται στα κρυφά ‒ είναι μια κοινότητα υπό απειλή. Προκειμένου να ξεφύγουν από το κράτος και την Ένωση της Εκκλησίας, οι κάτοικοι του χωριού στριμώχνονται ασφυκτικά σ’ ένα πλοίο με προορισμό τη Νότια Αυστραλία, όπου θα μπορούν να ζουν χωρίς φόβο, ελεύθεροι. Ανάμεσα στις κακουχίες του ταξιδιού, το τραγούδι των φαλαινών μπαίνει στην καρδιά της Χάνε, μαζί με το θαύμα της αγάπης για την Τέα. Ο δικός τους δεσμός είναι τόσο ισχυρός, που είναι αδύνατο να σπάσει.

1838, Νότια Αυστραλία. Μια νέα αρχή γίνεται σε μια παλιά γη. Ο Θεός, η κοινωνία και η ίδια η φύση αποφασίζουν ότι η Χάνε και η Τέα δεν μπορούν να είναι μαζί. Η ηρωίδα ταλαντεύεται ανάμεσα στα άκρα, στους κανόνες, στην αγάπη του Θεού και το φόβο του Ανθρώπου, ταλαντεύεται ακόμα κι ανάμεσα στο Πριν και το Μετά του Θανάτου. Αλλά μέσα στο αδύνατο κρύβεται η λατρεία…

Ξένη λογοτεχνία

Άλλες ζωές

Αμπντουλραζάκ Γκούρνα

19.98

Δραπετεύοντας από το χωριό όπου γεννήθηκε, από μια περιοχή ταλανισμένη από τη φτώχεια, την πείνα και τους λοιμούς, ο νεαρός Ιλιάς φτάνει σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη όπου έκθαμβος παρακολουθεί την παρέλαση των Δυνάμεων Ασφαλείας στη Γερμανική Ανατολική Αφρική. Χρόνια αργότερα, το 1914, ενώ επίκειται ο μεγάλος πόλεμος μεταξύ των Βρετανών και των Γερμανών, στην Τάνγκα της Τανζανίας, o Ιλιάς αποφασίζει να καταταγεί στον γερμανικό στρατό, που αποτελείται κυρίως από Αφρικανούς μισθοφόρους, υποσχόμενος στη μικρή του αδελφή πως σύντομα θα επιστρέψει.

Η υπόσχεσή του δε θα εκπληρωθεί ποτέ και το μυστήριο για το τι απέγινε ο Ιλιάς θα σκιάζει τη ζωή της Αφίγια ώσπου να γνωρίσει τον Χάμζα, έναν γενναιόδωρο και ονειροπόλο λιποτάκτη ο οποίος κατάφερε να διαφύγει από τη φρίκη του πολέμου. Οι δυο τους θα ζήσουν μια αναπάντεχη ιστορία αγάπης που θα ενώσει δυο οικογένειες αλλά και δυο ηπείρους, την Αφρική με την Ευρώπη. Συνδυάζοντας ιστορικά στοιχεία σε μια συγκινητική μυθοπλασία, ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα μάς προσφέρει ένα σπουδαίο λογοτεχνικό έργο για την Αφρική, την κληρονομιά της αποικιοκρατίας, τις φρικαλεότητες του πολέμου, καθώς και για τις απροσμέτρητες αντιφάσεις της ανθρώπινης φύσης.

Ξένη λογοτεχνία

Νύχτες πανούκλας

Ορχάν Παμούκ

21.96

Άνοιξη του 1901, στο -φανταστικό- νησί Μίνγκερ, μεταξύ Κρήτης και Κύπρου. Στο νησί ξεσπά επιδημία πανούκλας και επιβάλλεται καραντίνα. Για να αναχαιτιστεί η επιδημία, ο σουλτάνος Αμπντουλχαμίτ Β’ στέλνει στο Μίνγκερ τον αρχιεπιθεωρητή υγείας Μπονκόφσκι πασά, σύντομα όμως εκείνος δολοφονείται. Ο σουλτάνος αναθέτει τότε στον νεαρό γιατρό Νουρί το καθήκον να αναλάβει δράση. Αλλά το κακό έχει ριζώσει, η πανούκλα εξαπλώνεται ταχύτατα παρά τα αυστηρά μέτρα, δημιουργώντας επιπλέον εντάσεις ανάμεσα στους μουσουλμάνους και στους χριστιανούς κατοίκους του νησιού.

Η ανικανότητα της τοπικής διοίκησης και η άρνηση του λαού να σεβαστεί τις απαγορεύσεις καταδικάζουν το εγχείρημα σε αποτυχία, ενώ κυριαρχούν ο παραλογισμός του φόβου, οι ίντριγκες και οι εθνικιστικές προκαταλήψεις. Αντιμέτωπος με τον κίνδυνο της ανεξέλεγκτης εξάπλωσης της επιδημίας, ο σουλτάνος υποκύπτει στις διεθνείς πιέσεις και αποφασίζει τον αποκλεισμό του νησιού. Οι κάτοικοι του Μίνγκερ πρέπει πια να βρουν μόνοι τους τρόπο να νικήσουν την πανούκλα…

Οι Νύχτες πανούκλας πρωτοκυκλοφόρησαν στην Τουρκία τον Μάρτιο του 2021· τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου ασκήθηκε δίωξη κατά του συγγραφέα με την κατηγορία της προσβολής του Κεμάλ Ατατούρκ και της τουρκικής σημαίας.

Ξένη λογοτεχνία

Ξένος στη χώρα μου

Χανς Φάλαντα

15.30

Το ημερολόγιο του Χανς Φάλαντα γραμμένο μέσα στη φυλακή.

1944: Σε ένα κελί ναζιστικής φυλακής, τριγυρισμένος από ψυχασθενείς δολοφόνους και μονίμως υπό το άγρυπνο βλέμμα των SS, ο Χανς Φάλαντα γράφει με κίνδυνο της ζωής του τις αναμνήσεις του από τα δώδεκα χρόνια εθνικοσοσιαλισμού.

Ο Φάλαντα, αντίθετα με άλλους μεγάλους συγγραφείς, αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία του Τρίτου Ράιχ, γιατί “αγαπούσε αυτόν τον λαό”, ο οποίος του είχε γίνει πια ξένος. Του είχε απαγορευτεί να δημοσιεύει και είχε εθιστεί στα ναρκωτικά.

Στη φυλακή ξαναβρίσκει τον παλιό του εαυτό. Γράφει με φρενήρη ρυθμό λογοτεχνικά κείμενα και, κυρίως, καταγράφει τις εμπειρίες του επί εθνικοσοσιαλισμού. Αυτές οι καταγραφές συγκεντρώνονται και εκδίδονται για πρώτη φορά στο Ξένος στη χώρα μου, ημερολόγιο φυλακής 1944. Στις σελίδες του απελευθερώνει το μίσος του για τους ναζί, περιγράφει πρόσωπα και γεγονότα της εποχής, μιλά για τις ταλαιπωρίες που υπέστη, αλλά δεν κρύβει και τους συμβιβασμούς που αναγκάστηκε να κάνει.

Ξένη λογοτεχνία

Σαν την βροχή πριν πέσει

Τζόναθαν Κόου

18.25

Ο Τζόναθαν Κόου, στο βιβλίο του αυτό, εστιάζει τη ματιά του στις ανθρώπινες σχέσεις, γράφοντας ένα δυνατό, συγκινητικό, υποβλητικό και μελαγχολικό μυθιστόρημα που κυριαρχείται από γυναικείες φωνές και αποτυπώνει με εξαιρετικό τρόπο την πορεία μιας οικογένειας κατά το δεύτερο ήμισυ του εικοστού αιώνα.

Μια ηλικιωμένη κυρία αποφασίζει, πριν πεθάνει, να καταγράψει σε μαγνητόφωνο, όχι μόνο τη δική της ιστορία, αλλά και την ιστορία ενός τυφλού κοριτσιού που εμφανίστηκε ξαφνικά στο πάρτι των πεντηκοστών της γενεθλίων πριν από πολλά πολλά χρόνια.

Περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια είκοσι ξεθωριασμένες φωτογραφίες που δεν απεικονίζουν κάτι το ιδιαίτερο: ένα τροχόσπιτο, ένα πικνίκ, ένα σπίτι στα προάστια…

Πόσες, όμως, απογοητεύσεις και ματαιώσεις μπορεί να κρύβει ένα αποτυπωμένο χαμόγελο ή ένα εορταστικό ενσταντανέ; Προχωρώντας από φωτογραφία σε φωτογραφία, αποκαλύπτεται μια οικογενειακή ζωή γεμάτη μυστήριο. Είναι η ιστορία τριών γενεών, σημαδεμένων από παιδικά χρόνια δίχως αγάπη, εγκλωβισμένων στην ίδια τραγική μοίρα, καθώς το φορτίο του πόνου μεταφέρεται αδιάλειπτα από μητέρα σε κόρη.

Προκόπιος

15.50

“Εδώ θα καταγραφούν με κάθε λεπτομέρεια όλα όσα έτυχε να συμβούν σε κάθε σημείο της Ρωμαϊκής Επικράτειας. Ο λόγος είναι ότι ήταν αδύνατο να καταγραφούν οι πράξεις με τον πρέποντα τρόπο όσο οι αυτουργοί τους ήταν ακόμη στη ζωή, γιατί, αν με ανακάλυπταν, δεν θα μπορούσα να γλιτώσω από τον πιο οικτρό θάνατο και δεν μπορούσα να είμαι σίγουρος ούτε καν για την ασφάλεια των πιο στενών μου συγγενών.” (Προκόπιος)

Η Απόκρυφη ιστορία του Προκόπιου [500 (;) – 565 μ.Χ.] είναι ένα παράξενο συμπλήρωμα των Ιστοριών και του Περί Κτισμάτων του ίδιου συγγραφέα. Η εξιστόρηση των τριών πολέμων -εναντίον των Περσών, των Βανδάλων και των Γότθων- είχε σχεδόν ολοκληρωθεί όταν ο συγγραφέας, φανερά αηδιασμένος, αποφάσισε να χαρίσει εκ του ασφαλούς σε κάποιες απομακρυσμένες μέλλουσες γενεές το κουτσομπολιό των παρασκηνίων που ήταν του συρμού ενόσω ο Ιουστινιανός και η Θεοδώρα έπαιζαν τους αυτοκρατορικούς τους ρόλους και ο Βελισάριος οδηγούσε τα ρωμαϊκά όπλα από θρίαμβο σε θρίαμβο. Κατά τη δική του ομολογία, σκοπός της συγγραφής του βιβλίου, που ο ίδιος προφανώς ονόμασε Ανέκδοτα, ήταν να πει απροκάλυπτα την πάσαν αλήθεια που δεν είχε κρίνει φρόνιμο να καταγράψει στα εφτά βιβλία των Ιστοριών αυτά είχαν ήδη δημοσιευτεί και διαδοθεί από άκρη σ’ άκρη της αυτοκρατορίας.

Ο συγγραφέας συγκεντρώνει όλες του τις δυνάμεις στην προσπάθεια να αποδείξει την πλήρη διαφθορά του Ιουστινιανού και της Θεοδώρας, την ασημαντότητα του Βελισαρίου και την αδιαντροπιά της Αντωνίνας.
Εκτός από την πολιτική διαφθορά και τα ερωτικά σκάνδαλα και τη γενική αδιαφορία για τη θρησκεία και την ηθική, ο αναγνώστης θα βρει στον Προκόπιο πολλά πράγματα, που θα του θυμίσουν τη σημερινή ζωή. Θα διαβάσει για κοινωνικές υπηρεσίες με γιατρούς και δασκάλους που πληρώνονται από το κράτος και για επιχορηγούμενες ψυχαγωγικές εκδηλώσεις για τέλεια οργανωμένες ταχυδρομικές υπηρεσίες για κατασκοπεία και αντικατασκοπεία για δασμούς και φόρους, για τελωνεία, για επιβαρύνσεις στις εισαγωγές και απαγορεύσεις εισαγωγών για πλημμελή φωτισμό των δρόμων και ανεπαρκή ύδρευση για μονοπώλια, σταθεροποίηση των τιμών, παράνομα μερίσματα, κίβδηλες πωλήσεις και μαύρη αγορά για άνοδο του τιμαρίθμου και για υποτίμηση του νομίσματος για μικρότερα καρβέλια και νοθευμένα αλεύρια για αγορανομία για το παράφορο πάθος των φιλάθλων και τις μανιώδεις και σκληρές διαμάχες ανάμεσα στους οπαδούς διαφορετικών ομάδων.

Ξένη λογοτεχνία

Εμμονή

Αντόνια Σ. Μπάιατ

19.80

Γύρω από τον μεγάλο βικτοριανό ποιητή Ράντολφ Χένρι Ας μαίνεται ένας υπόγειος πόλεμος. Πανεπιστημιακοί, φιλόλογοι, μελετητές, διεκδικούν την αποκλειστικότητα της μελέτης του έργου του. Όλα τα χτυπήματα επιτρέπονται, ακόμη και η κλοπή χειρογράφων, η δόλια απόσπαση πληροφοριών, η εξαπάτηση. Αλλά καθώς αυτές οι ακαδημαϊκές διαμάχες κορυφώνονται, ο νεαρός ερευνητής Ρόλαντ Μίτσελ ανακαλύπτει μια επιστολή του ποιητή που απευθύνεται σε μια άγνωστη γυναίκα.

Μαζί με τη φεμινίστρια, πρωτοπόρο των γυναικείων σπουδών, Μωντ Μπέιλι, θα επιχειρήσουν να διαλευκάνουν το ερωτικό μυστήριο που φαίνεται να περιβάλλει την επιστολή. Οι δυο τους, κρυφά από συναδέλφους και ανταγωνιστές μελετητές, θα αποδυθούν σ’ ένα ασθματικό κυνήγι θησαυρού και πολύ γρήγορα η διανοητική τους περιπέτεια θα γίνει και πραγματική.

Από τα αρχοντικά του Λίνκολνσαϊρ στους βαλτότοπους και στις λίμνες του βόρειου Γιορκσάιρ, από τους θρύλους για τη Νεράιδα Μελουζίνα και την καταποντισμένη πόλη Υς στις φυσιοδιφικές αναζητήσεις και τις πνευματιστικές ανησυχίες των επιφανών βικτοριανών, από τους παράνομους έρωτες στις ρομαντικές αυτοκτονίες, το κορυφαίο μυθιστόρημα της βραβευμένης Αγγλίδας συγγραφέως υφαίνει ένα δίχτυ παθών, παραπλάνησης και τραγωδίας.

Και είναι ταυτόχρονα ένα δεξιοτεχνικό παιχνίδι «μίμησης ύφους» ποιητών και ποιητριών του 19ου αιώνα, ένας αφηγηματικός άθλος που αξιοποιεί τα πιο συναρπαστικά στοιχεία του λογοτεχνικού αινίγματος που ονομάζεται ρομαντικό μυθιστόρημα.

Κυριάκος Χαρίτος

11.70

Κι αν ο θάνατος χτυπάει οκτάωρο;
Κι αν έχει προβλήματα στη δουλειά;
Κι αν περιμένει αργίες, λαχταρά προαγωγές, τρέμει απολύσεις;
Κι αν γυρίζει σπίτι κουρασμένος μονάχα με την ελπίδα
ενός ήσυχου Σαββατοκύριακου;

Παλινδρομώντας μεταξύ σοβαρότητας και γκροτέσκου, επιστημονισμού και ιδεοληψίας, ποίησης και γλωσσικής αμηχανίας η Μικρή Εγκυκλοπαίδεια του Θανάτου τολμά να αναρωτηθεί. Επιχειρεί να απαντήσει.Ένα λογοτεχνικό φυτολόγιο του τέλους.Μια διασκεδαστική γεμάτη απορίες “θανατολόγηση”.Ένα γλωσσικό εκθετήριο γεμάτο διαφορετικά πορτρέτα του ίδιου προσώπου.

Χριστόφορος Κάσδαγλης

10.71

Τρέχει στις φλέβες μου σαν αίμα το “Βρώμικο ψωμί”. Και στις αρτηρίες μου επίσης. Ήμουν μόλις δεκατεσσάρων όταν άκουσα για πρώτη φορά τον Σαββόπουλο στο Κύτταρο. Νοέμβριος του ’72, δικτατορία. Παρουσίαζε ζωντανά το “Βρώμικο ψωμί”. Ήμασταν μάρτυρες ενός τοκετού. Ο δίσκος κυκλοφόρησε δυο μήνες αργότερα.

Ποτέ δεν μου πέρασε απ’ το μυαλό ότι το βρώμικο ψωμί συμβόλιζε τον θάνατο, όπως έχει ισχυριστεί ο Σαββόπουλος. Για μένα βρώμικο ψωμί ήταν ένας τρόπος να βλέπεις αλλιώς τον κόσμο γύρω σου. Ένας κωδικός, ένα παρασύνθημα. Και μια κραυγή διαμαρτυρίας. Οι περιστάσεις απαιτούσαν “να τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα η τρομερή μας η λαλιά”.

Το Κύτταρο ήταν κατακόμβη και ο Σαββόπουλος ήταν -ακόμα- γκουρού. Το “Βρώμικο ψωμί” υπήρξε και παραμένει ταξιανθία πολύτιμων χρησμών.

Ελληνική λογοτεχνία

Ο κήπος των ψυχών

Βασίλης Τσιαμπούσης

12.00

“ΑΦΟΥ ΤΟΥΣ ΞΕΓΥΜΝΩΝΑΝ, ΕΠΕΙΤΑ ΕΨΑΧΝΑΝ ΤΑ ΡΟΥΧΑ, ΤΙΣ ΒΑΛΙΤΣΕΣ και τους μπόγους τους και, φορώντας γάντια, έβαζαν τα χέρια τους ακόμα και στις τρύπες των γυναικών, μήπως είχαν κρύψει κάτι εκεί μέσα.

Να σκεφτείς, είπε, νεαρά κορίτσια τα ξεπαρθένευαν με τα βρωμόχερά τους, για να βρουν κάνα κρυμμένο δαχτυλίδι. Και μια γριά, την ώρα που την έψαχναν, χέστηκε και την περίλαβαν στις κλοτσιές […] Το πιο συγκινητικό, όμως, ήταν ένας γάμος που τελέστηκε το τελευταίο βράδυ. Επρόκειτο να γίνει στη συναγωγή λίγες μέρες αργότερα, αλλά αναγκαστικά τον έκαναν στην καπναποθήκη. Κι αφού ο ραβίνος διάβασε τη γαμήλια ευχή, έπειτα ο μπαμπάς του κοριτσιού τριγύριζε συγκινημένος κι έλεγε στους υπόλοιπους: “Σας ευχαριστώ που παραστήκατε στη χαρά των παιδιών μας… Σας ευχαριστώ για τις ευχές σας”. Στο τέλος όλοι μαζί είπαν ένα τραγούδι για τον γαμπρό και τη νύφη, που, αντί ν’ ακούγεται χαρούμενο, σου ξέσκιζε την ψυχή.

Τι μου ήρθε και τον ρώτησα: Εσύ, Κώστα, κούρεψες κάναν Εβραίο; Τότε έβαλε τα κλάματα με λυγμούς και είπε: Από αύριο θα σταματήσω τη δουλειά. Καλύτερα να πεθάνουμε από την πείνα, παρά να ξαναπάω στο κουρείο”.

Στη Δράμα του 1943 ένας ορφανός έφηβος υπηρετεί ως οικιακός βοηθός στον Βούλγαρο λοχαγό και τη γυναίκα του, που εγκαταστάθηκαν στο επιταγμένο πατρικό του σπίτι. Η επίσκεψη της πανέμορφης αδελφής του λοχαγού, η κλοπή ενός άλμπουμ με φωτογραφίες γυμνών γυναικών, οι παιδικές φιλίες και οι εφηβικές ορμές, η σύλληψη των Εβραίων της πόλης, η ειλικρινής αγάπη που αναπτύσσεται μεταξύ του Βούλγαρου αξιωματικού και του παιδιού συνθέτουν μια αφήγηση με απροσδόκητη κατάληξη για τους πρωταγωνιστές της ιστορίας. Όταν, εντέλει, ο καθένας βρει τον δρόμο του, αυτό που μένει είναι η καλοσύνη κάποιων προσώπων, η συμπαράσταση από άτομα που δεν τα υπολόγιζες, η απίστευτη -κρυμμένη- δύναμη του έρωτα, μα προπαντός η αντοχή και το κουράγιο των τυραννισμένων, που ξαναρχίζουν μ’ ελπίδα τη ζωή τους σ’ έναν δύσκολο αλλά πανέμορφο κόσμο.

Αλεξάντερ Τζόουνς

19.80

Η σημασία ορισμένων αρχαιολογικών ανακαλύψεων δεν γίνεται πάντοτε αντιληπτή από την πρώτη στιγμή. Αυτό ακριβώς συνέβη το 1901, όταν σφουγγαράδες ανέσυραν μια μάζα σκουριασμένου μπρούντζου από ένα ναυάγιο που βρισκόταν στον βυθό κοντά στην ακτή των Αντικυθήρων. Κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί τότε ότι είχε μόλις ανακαλυφθεί ο αρχαιότερος αναλογικός υπολογιστής, ένας εκπληκτικός μηχανισμός που κάποτε προσομοίωνε τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων όπως τις είχαν συλλάβει οι αρχαίοι Έλληνες αστρονόμοι, και που έγινε γνωστός ως «ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων».

Εκτός από το χρονικό της απίθανης αυτής ανακάλυψης, ο συγγραφέας του ανά χείρας βιβλίου εξηγεί λεπτομερώς πώς λειτουργούσε ο Μηχανισμός, πώς κατασκευάστηκε και για ποιον σκοπό, αλλά και πώς κατέληξε στο πλοίο που ναυάγησε στις ελληνικές ακτές γύρω στο 60 π.Χ. Το κορυφαίο αυτό έργο της μηχανικής ήταν επίσης και μία από τις πρώτες φορητές συσκευές υποστήριξης της διδασκαλίας. Η τεχνογνωσία που ενσωμάτωνε είναι ό,τι πιο προηγμένο έχουν συναντήσει από την κλασική ιστορία οι σύγχρονοι μελετητές, ενώ εκπληκτικά είναι και τα όσα φανέρωσε για την ελληνορωμαϊκή αστρονομία και επιστημονική τεχνολογία καθώς και για τη θέση τους στην αρχαία ελληνική κοινωνία.

Γραμμένο από έναν παγκοσμίου φήμης μελετητή του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, το βιβλίο Ένας φορητός κόσμος θα συναρπάσει όλους τους αναγνώστες που ενδιαφέρονται για την αρχαία ιστορία, την αρχαιολογία και την ιστορία των επιστημών και της τεχνολογίας.

Εμινέ Γεσίμ Μπεντλέκ

19.80

Λωζάνη, 30 Ιανουαρίου 1923: η Ελλάδα και η Τουρκία υπέγραψαν σύμβαση ανταλλαγής πληθυσμών. 1,3 εκατομμύρια ορθόδοξοι χριστιανοί από την Ανατολία ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους και εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, και 300 χιλιάδες μουσουλμάνοι της Ελλάδας μετακινήθηκαν στην Τουρκία. Η Εμινέ Γεσίμ Μπεντλέκ, επίκουρη καθηγήτρια Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Bingöl της Τουρκίας, αναζητεί το κοινό οθωμανικό παρελθόν Ελλήνων και Τούρκων της Μικράς Ασίας πριν από την Ανταλλαγή του 1923, βασισμένη σε τρία λογοτεχνικά έργα: Ματωμένα χώματα της Διδώς Σωτηρίου, Πουλιά χωρίς φτερά του Λουί ντε Μπερνιέρ και Μια προίκα αμανάτι: Οι άνθρωποι της ανταλλαγής του Κεμάλ Γιαλτσίν.

Δεδηλωμένος στόχος της Μπεντλέκ είναι να δείξει ότι οι ορθόδοξοι χριστιανοί της Ανατολίας δεν διαπνέονταν από ελληνικά εθνικιστικά αισθήματα, διότι η κουλτούρα και οι παραδόσεις τους ήταν σχεδόν ίδιες με εκείνες των μουσουλμάνων Τούρκων της Ανατολίας, με τους οποίους συμβίωναν επί αιώνες. Η συγκινητική ιστορία των προσφύγων της Μικράς Ασίας δείχνει ότι οι Τούρκοι και οι Έλληνες ήταν σε θέση να συνυπάρχουν πριν από την άνοδο του εθνικισμού και το ξέσπασμα του πολέμου στα Βαλκάνια και την Εγγύς Ανατολή το 1912, κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται μάλιστα από τις γραπτές πηγές και τα διπλωματικά αρχεία. Στόχος του βιβλίου της Μπεντλέκ είναι να συμβάλει στη συμφιλίωση Ελλήνων και Τούρκων, δύο γειτονικών λαών του Αιγαίου που συγκρούστηκαν κατά το πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα.