Βλέπετε 169–180 από 226 αποτελέσματα

Ελληνική λογοτεχνία

Ακουαρέλα

Μαριαλένα Σεμιτέκολου

11.97

Μια οικογένεια, τρεις φωνές, τρία πρόσωπα. Καθένα τους υφαίνει µια ιστορία φτιαγµένη από εικόνες και από µνήµες που συνδέονται µεταξύ τους, άλλοτε προφανώς και άλλοτε υπογείως.

Αναζητούν έναν κοινό τόπο. Ίσως αυτόν µιας ακουαρέλας, όπου το µοναδικό χρωµατικό ίχνος του καθενός θα συνδυαστεί µε των υπολοίπων, φτιάχνοντας ένα τοπίο για τη συνάντησή τους.

Ελληνική λογοτεχνία

Το μαύρο φόρεμα του κόρακα

Θοδωρής Γκόνης

9.90

Οι εφτά ιστορίες του βιβλίου ταξιδεύουν στον ίδιο τόπο, τον περιγράφουν αλλά δεν τον κατονομάζουν.

Περιηγούνται στο χώρο της μνήμης καθώς αυτή αρχίζει να εξασθενεί, να χάνεται σχεδόν, και έτσι αναγκάζεται ο αφηγητής τους να χτίζει πάνω στα χαλάσματα και τα συντρίμμια των παλιών πραγματικών γεγονότων, να επινοεί φανταστικές ιστορίες σαν αντιστάθισμα αυτής της απώλειας.

Με τα παλιά υλικά προσπαθεί να φτιάξει νέες ιστορίες, αλλά το ξάφνιασμά του είναι μεγάλο όταν πάνω σε αυτά που έχει επινοήσει σκοντάφτουν όλα εκείνα που έχουν συμβεί και αδυνατεί να τα ξεχωρίσει.

Ελληνική λογοτεχνία

Η αναλαμπή

Νίκος Θέμελης

15.93

Το τρίτο βιβλίο της τριλογίας του Νίκου Θέμελη.

Η ιστορία μιας οικογένειας που θέλει να προκόψει, ν’ ανεβεί κοινωνικά, να ορίσει την ταυτότητά της με την αστική τάξη στην οποία ανήκει.

Ελληνική λογοτεχνία

Ορατή σαν αόρατη

Ζυράννα Ζατέλη

16.00

«Δεν μπορείς να πεθάνεις αν δεν γράψεις αυτήν την ιστορία».
«Για να την γράψω πρέπει κάποιος να πεθάνει πρώτα».

Έρχονταν κι έφευγαν οι εποχές, οι μέρες καταπίνανε τις μέρες, κι η Λεύκα παράδερνε μες στην σιωπή και στους δισταγμούς της. Όλο ένοιωθε να την φυσάει το αεράκι της ευφορίας, να παρακινείται συθέμελα να γράψει επιτέλους την «ιστορία φάντασμα», όλο μαζεύονταν τα σύννεφα πάνω από το κεφάλι της, κι έλεγες τώρα θ’ ανοίξουν οι κρουνοί και να πώς ξεκινούν οι καταιγίδες. Πέφτανε τότε μερικές ωραίες στάλες, το ρίγος την συνέπαιρνε, κι ύστερα πάλι όλα χάνονταν, κρύβονταν κατά πού δεν ξέρουμε. Και πόσο ακόμα να περιμένει ν’ αποδημήσει ένας άνθρωπος για να λάβει το λάκτισμα, την ευλογία!… Πώς αντέχω και δεν απελπίζομαι; αναρωτιόταν, την ώρα που μέσα της βαθειά εφτά φορές είχε αλλάξει δέρμα απ’ την απελπισία. Κι εκεί ήταν το ζήτημα: οι φοβερότερες στιγμές και σκέψεις, οι πιο ανείπωτες, δύνανται άραγε να γραφούν σ’ ένα χαρτί ή μήτε στον αιώνα τον άπαντα; Δύναται να «κρυφτεί» η ίδια μέσα σ’ αυτά που έγραφε ή μόνο να κρυφτεί απ’ αυτά; Κι αν δεν υπήρχε διαφορά;

Μια μαγική αναζήτηση για τα άρρητα της γραφής, μέσα στα μυστικότερα μονοπάτια της μυθοπλασίας· γιατί τα καλύτερα είναι αυτά που δεν γράφονται και το πιο σημαντικό ποτέ δεν το λέμε.

Μαρία Μήτσορα

8.91

Μια µετακόµιση στη δυτική πλαγιά του Λυκαβηττού. Ένα ξαφνικό πέρασµα από το καλοκαίρι στον χειµώνα. Περιπέτειες της ψυχής. Στο σκιερό πίσω κηπάκι, πετάει χαµηλά κι ένα καινούριο είδος πουλιού που εµφανίστηκε µετά τις πυρκαγιές. Μερικοί φοβούνται πως διαβάζει τις σκέψεις. Άλλοι ότι τρέφεται µε ψηφιακά ψίχουλα ψυχών. Τα απόβραδα ένας ευτραφής κύριος φωνάζει: «Βοήθεια, νυχτώνει!».

Ο Ερµής σίγουρα αφαιρέθηκε, ξέχασε αφύλαχτη µια τρύπα στην άσφαλτο – ένα πέρασµα που ενώνει τον πάνω κόσµο µε τον κάτω. Από εκεί µπαινοβγαίνουν η κυρία Τασία –µια µοδίστρα πεθαµένη εδώ και χρόνια– κι ο άσπρος γάτος της ο Γουλιέλ­µος ΚαταΒάθος. Αυτοί οι δύο, που ισχυρίζονται ότι έχουν ανοίξει Γραφείο Ευρέσεως Φαντασµάτων, στην αρχή µοιάζουν µε κλασικό ντουέτο κατεργαραίων.

Τελικά όµως πρόκειται για µεγάλους καταφερτζήδες που θα στήσουν, για χάρη της ηρωίδας µας, το δείπνο της Εκάτης στο πίσω κηπάκι µε τα φλύαρα φυτά. Πόσα από αυτά θα χωρέσουν άραγε σε ένα τόσο µικρό βιβλίο… Τώρα που στους καιρούς µας η συγγραφέας είναι κι αυτή αδύναµη σαν την ελπίδα.

Ελληνική λογοτεχνία

Το Πέτρινο 8

Μιχάλης Φακίνος

15.00

Ένας τόπος ανάμεσα σε γη και ουρανό, οι τρεις μόνιμοι κάτοικοί του και ένας ολόκληρος αιώνας.

Στο Πέτρινο 8 μια χελώνα που θέλει να διασχίσει ένα γκρεμισμένο γεφύρι, ένας αετός που επίμονα διαγράφει οχτάρια στον αέρα κι ένα φίδι που ισχυρίζεται πως ήταν ο Όφις που έδωσε το μήλο στην Εύα παρακολουθούν τις αλλαγές και τους επισκέπτες που φέρνει ο χρόνος στο αινιγματικό αυτό μέρος: ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος περιπλανιέται με τα οράματα των ηρώων τού 1821, Μικρασιάτες πρόσφυγες αναζητούν μια νέα ζωή με μοναδική περιουσία λίγα σπόρια, ένας αντάρτης του Εμφυλίου προσπαθεί να ολοκληρώσει πάση θυσία την αποστολή του, τα φασιστάκια του Μεταξά στήνουν την κατασκήνωσή τους, και ένας κιτς οικισμός χτίζεται επί απριλιανής χούντας για να φιλοξενήσει το καλοκαίρι τις κυρίες των αξιωματικών. Ανάμεσά τους, ένας ποδηλάτης που μάταια αναζητά κάτι.

Μόνο οι τρεις μόνιμοι κάτοικοι, η χελώνα, ο αετός και το φίδι, θα τα ζήσουν όλα αυτά, και βέβαια ο τόπος ως πρωταγωνιστής, καθώς το Πέτρινο 8 θα γκρεμίζεται, θα πυρπολείται και θα αναγεννιέται κάθε φορά από τις στάχτες του, για να φιλοξενήσει ολόκληρο τον προηγούμενο αιώνα, την Ιστορία, τις ιστορίες μας, τις μέρες που ακόμα δεν είδαμε.

Ελληνική λογοτεχνία

Ουρανός απ’ άλλους τόπους

Σωτήρης Δημητρίου

19.98

Αφηγείται µια σχεδόν εκατόχρονη γυναίκα από την Ήπειρο. Δεν της φτάνει –κατά τα λόγια της– ο ουρανός για χαρτί, θέλει ουρανούς κι απ’ άλλους τόπους. Πολλές φορές έχεις την αίσθηση πως τη γλώσσα της την κινεί ουράνιος υποβολέας. Τραγουδιστή πηγή πλαγιάς που άνθισε κάποια µακρινή άνοιξη και µαράθηκε στις µέρες µας. Το παρόν βιβλίο είναι ο απόηχος αυτής της γλώσσας. Αφολοή, όπως συχνά πυκνά λέει η αφηγήτρια.

Ελληνική λογοτεχνία

Ο Αμερικάνος

Νίκος Αραπάκης

15.00

1890, Κρήτη. O νεαρός Ισμαήλ, γιος Τούρκου μεγαλοκτηματία, μεγαλώνει υπό τη σκέπη του προστατευτικού, φιλελεύθερου για τα δεδομένα της εποχής πατέρα του. Στο νησί μορφώνεται και αποκτά ευρεία καλλιέργεια   χάρη σε έναν κοσμογυρισμένο Ιρλανδό δάσκαλο που βρίσκεται εκεί τυχαία.

Όμως, λίγο μετά την ενηλικίωσή του, ο Ισμαήλ αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του, ταξιδεύοντας με πλαστά έγγραφα πρώτα στην Ελλάδα και τελικά στις ΗΠΑ, ως Ηρακλής Συναξάκης. Τον πρώτο καιρό στις ΗΠΑ εργάζεται στον οίκο ανοχής ενός Έλληνα μετανάστη στη Νέα Υόρκη, συνδέεται με μια νεαρή Ιταλίδα βιολίστρια και τελικά πιάνει δουλειά στην εφημερίδα της ομογένειας Ατλαντίς.

Η εφημερίδα τον στέλνει σε διάφορες πολιτείες και ο Ισμαήλ, που πλέον τον αποκαλούν Ερκ, αποκτά πλήρη εικόνα για τις συνθήκες υπό τις οποίες ζουν και εργάζονται μετανάστες από την Ελλάδα και άλλες χώρες, γεγονός που καλλιεργεί την ταξική συνείδησή του. Αναγκάζεται όμως να εγκαταλείψει τη Νέα Υόρκη και καταλήγει στο Ντένβερ του Κολοράντο. Εκεί συναντά τον γνωστό συνδικαλιστή Λούις Τίκας και γίνεται άτυπο μέλος του συνδικάτου των ανθρακωρύχων. Το τελευταίο ετοιμάζει μεγάλη απεργία στα ορυχεία της περιοχής, η οποία ξεκινάει το 1913 και τον Απρίλιο του 1914 καταλήγει στη «σφαγή του Λάντλοου», όπως έμεινε στην Ιστορία…

 

Βασίλης Βασιλικός

13.05

Εκείνη την εποχή που γύριζα άσκοπα στην Ευρώπη έκπτωτος – το γιατί δεν είναι της ώρας – δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τη φίλη μου τη Ζωή που ζούσε χρόνια εγκαταστημένη στο Παρίσι. Μου ζητούσε να τη βοηθήσω στην επίλυση ενός πολύ λεπτού, όπως μου είπε, γι’ αυτήν προβλήματος. Επρόκειτο, δεν άργησα να το καταλάβω μόλις την επισκέφτηκα στο διαμέρισμά της στο Πασσύ, για το βιβλίο που ήθελε να γράψει με τα απομνημονεύματά της για τη Μεγάλη Φίλη της, τη Μεγάλη Ντίβα, την Divina, όπως την αποκαλούσαν, που είχε πεθάνει σ’ αυτό το ίδιο μελαγχολικό μα ολοζώντανο Παρίσι εννέα χρόνια πριν.

Ο Βασίλης Βασιλικός, μετά από μεγάλο αριθμό βιβλίων, επιστρέφει στο χρονικό, το είδος που τον έκανε διεθνώς γνωστό και που καλλιέργησαν συγγραφείς σαν τον Νόρμαν Μέιλερ και τον Τρούμαν Καπότε. Μόνο που αυτή τη φορά το χρονικό δεν γράφτηκε ποτέ. Η νουβέλα Ντίβα είναι, λοιπόν, η ιστορία μιας ακύρωσης. Αλλά, καμιά φορά, όσα δεν ειπώθηκαν τον καιρό που έπρεπε συμβαίνει να λέγονται με πιο αποκαλυπτικό τρόπο λίγο αργότερα.

Ελληνική λογοτεχνία

Περσινή αρραβωνιαστικιά

Ζυράννα Ζατέλη

15.90

Το δικαιώμα εισόδου σε όλες τις λέσχες των ψυχικά προικισμένων η Ζ.Ζ. το απέκτησε με αυτό το πρώτο της βιβλίο, που ήδη έχει ηλικία δέκα ετών. Τα διηγήματα είναι εννέα – όσες και οι Μούσες. Γυναίκα από σύμπτωση και συγγραφέας από απόλυτη κλίση, η κεντρική φιγούρα έχει τόση ανάγκη να γευτεί το τερπνό δηλητήριο του εγώ της, ώστε τολμά να υψώνει τη λογοτεχνία της σαν σπάνια κύλικα.

Οι ιστορίες αυτής της συλλογής έχουν κάτι από την απόκρυφη γοητεία των νευμάτων της ιέρειας και την αινιγματική επίδραση των φίλτρων.

Ζυράννα Ζατέλη

21.20

Αν πάρεις δέκα σκυλιά και πας και τ’ αφήσεις σ’ έναν αγριότοπο, σε μια ερημιά απ’ όπου δεν περνάει ψυχή ζώσα, τα σκυλιά αυτά μέσα σε λίγες εβδομάδες θα ξαναγίνουν λύκοι…

Με την ανεξιχνίαστη περιστροφή που θα ακολουθούσε ένα ηλιοτρόπιο της νύχτας, η τέχνη της Ζ.Ζ. –επαληθευμένη χαρμόσυνα σε αυτό το τρίτο της βιβλίο, που είναι και το πρώτο της μυθιστόρημα– αποδεικνύει ότι μπορεί κανείς να γράφει σαν να προσπαθεί να λύσει τα μάγια του κόσμου ή σαν να ξορκίζει τη λύση τους.

Το διάχυτο θέμα αυτών των ιστοριών: πώς γεύεται κανείς το μέλι πάνω στο τσεκούρι, είναι και η απάντηση στη συναρπαστική αδυναμία της αφηγήτριας: ανίκανη να αντέξει το μαράζι της σιωπής, γιατρεύει τη σιωπή της με τη λογοτεχνία.

Ο αναγνώστης έχει τη σπάνια τύχη να μπει σε έναν εραλδικό κόσμο, όπου οι άνθρωποι υπάρχουν σαν διαλυμένα είδωλα, τα οποία εμπλέκονται στο αφηγηματικό υφάδι με τον αινιγματικό τρόπο που μια μουσική φράση παρεισφρέει αναπάντεχα σε ένα ζωγραφικό πίνακα.

Ζυράννα Ζατέλη

21.20

Oι είκοσι έξι ιστορίες (έντιτλα κεφάλαια) του μυθιστορήματος της Zυράννας Zατέλη Mε το παράξενο όνομα Pαμάνθις Eρέβους εξελίσσονται στα τέλη του ’50, κάπου στη βόρεια Eλλάδα, με αναδρομές που φτάνουν στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Παρακολουθούμε το ιστορικό πέντε αδελφών (τεσσάρων γυναικών και ενός άντρα) που, μέσα σε μια δωδεκαετία, θα πεθάνουν και οι πέντε στις καλύτερες ηλικίες τους (πρόωροι κι αδυσώπητοι θάνατοι, μυστηριώδεις όσο και «φυσικοί»), αφήνοντας πίσω τους ένα μόνο γόνο: το δεκατριάχρονο αγόρι μιας από τις αδελφές, ένα πλάσμα προικισμένο «με μυστικά χαρίσματα και βάσανα», που –πριν αφανιστεί κι αυτό από το χτύπημα ενός κεραυνού– θ’ αφήσει μια καταλυτική, κυριολεκτικά αλησμόνητη σφραγίδα στο όλο κλίμα του βιβλίου.

Ωστόσο, χίλιες δυο ακόμη ιστορίες γεννιούνται και υφαίνονται πίσω και γύρω απ’ αυτό το κεντρικό μοτίβο και οι αναδρομές στο χρόνο είναι πολύ βαθύτερες –και κυκλικότερες– από ένα «φλας μπακ» στα περασμένα. Eίναι η κατάδυση στην ίδια την ανθρώπινη κατάσταση, στην πολυπλοκότητα της αλήθειας, της πραγματικότητας και του ονείρου – στους φόβους και στις ηδονές της ύπαρξής μας, στις αγάπες μας και στους νεκρούς μας. Nα τονίσουμε επίσης ότι τα παιδιά, τα ζώα, τα φυσικά φαινόμενα, όσο και κάποια παγανιστικά κατάλοιπα (όπως για παράδειγμα οι πυροβασίες που τελούνται ακόμη σε κάποια μέρη της βόρειας Eλλάδας) αποκτούν στο μυθιστόρημά της την αξία και τη βαρύτητα μιας αρχετυπικής θέασης του κόσμου.

Eξάλλου η βασική, η ουσιαστική «πλοκή» του έργου της Zυράννας Zατέλη είναι οι αδιάκοπες διαπλοκές της ίδιας της συγγραφής, είναι τα άπειρα δούναι λαβείν ανάμεσα στην περιπέτεια της ανθρώπινης ψυχής –στους μυστικότερους μάλιστα σπασμούς της– και στην ενσυνείδητη περιπέτεια του ανθρώπου να αρθρώσει τη μοίρα του σε λόγο – με άλλα λόγια, ανάμεσα στο ανείπωτο καθαυτό και στη λογοτεχνία ως μια πράξη μύησης και αυτολυτρωμού. Έχουν ονομάσει τη Zυράννα Zατέλη «σοφιστικέ Zεχραζάντ», κάτι που της πάει αρκετά, μα όχι ως το σημείο να μην ηχεί κι αυτό –στην περίπτωσή της– ως μια συμβατική απόδοση.